Health & Fitness

Μπορεί το DNA να δείξει τους δυνητικούς εγκληματίες;

Αυτό που επιβεβαιώθηκε με το πέρασμα του χρόνου είναι ο τεράστιος ρόλος που διαδραματίζει το περιβάλλον στην ψυχοσύνθεση του ατόμου

alexandra-mprountzaki.jpg
Αλεξάνδρα Μπρουντζάκη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
crime-dna.jpg
© Martin Lopez / Pexels

Πώς σχετίζεται ο γενετικός κώδικας του κάθε ανθρώπου με την κοινωνική τους συμπεριφορά και την πιθανότητα να διαπράξουν κάποιο έγκλημα

Σε ποιον βαθμό καθορίζουν τα γονίδια τη συμπεριφορά ενός ανθρώπου; Είναι η επίδραση του περιβάλλοντος σημαντική στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και για την ψυχική ισορροπία του ατόμου; Μπορούν οι ψυχολογικές ανωμαλίες να αποδοθούν σε κληρονομικούς παράγοντες; Ο επιστημονικός διάλογος πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα διεξάγεται δεκαετίες τώρα και είναι πολλοί αυτοί που βλέπουν με επιφύλαξη την ίδια τη συζήτηση, την οποία θεωρούν επικίνδυνη. Φοβούνται ότι οι άνθρωποι μπορούν με βάση τον γενετικό τους κώδικα να θεωρηθούν ως δυνητικοί εγκληματίες, ακόμα κι αν η κοινωνική τους συμπεριφορά δεν συνάδει με ένα τέτοιο συμπέρασμα.

Μία τέτοια γονιδιακή ανάλυση είχε ζητήσει από το Πανεπιστήμιο της Πολιτείας τον Ιανουάριο του 2013, ο ιατροδικαστής του Κονέκτικατ για τον Άνταμ Λάντσα, τον στυγερό δολοφόνο του Νιουτάουν που σκότωσε 27 ανθρώπους πριν βάλει κι ο ίδιος τέλος στη ζωή του. Ο γενετιστής του Πανεπιστημίου του Χιούστον, Άρθουρ Μοντέτ, τάχθηκε υπέρ της εξέτασης, θεωρώντας ότι τα εγκλήματα αυτού του είδους από δολοφόνους σε κατάσταση αμόκ είναι τόσο μακριά από τη φυσιολογική συμπεριφορά που πρέπει να έχουν κάποιο αποτύπωμα στο DNA των εγκληματιών. «Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αγνοήσουμε αυτή την περίπτωση», είχε δηλώσει στους New York Times.

Από την άλλη, ο Άρθουρ Κάπλαν από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης υποστηρίζει πως δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ή επιστημονικό δεδομένο που να καταδεικνύει κάποιο συσχετισμό ανάμεσα στα γονίδια και τη βίαιη συμπεριφορά ή ακόμα και στις ψυχικές ασθένειες. «Δεν πρόκειται ποτέ να βρεθεί το γονίδιο που θα μας πει "θα γίνω δολοφόνος, τρομοκράτης ή ληστής!”», είχε δηλώσει ο Κάπλαν στα Νέα του ΝΒC. Η άποψη τεκμηριώνεται από τις μέχρι τώρα έρευνες. Όλες οι υποτιθέμενες «ανακαλύψεις» του γονιδίου της ομοφυλοφιλίας, της εγκληματικότητας, της επιθετικότητας ή… της καλοσύνης, οι οποίες κάποια στιγμή φιλοξενήθηκαν στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αποδείχθηκαν λανθασμένες. Αυτό που επιβεβαιώθηκε όμως με το πέρασμα του χρόνου –και με επιστημονικές και στατιστικές μελέτες– είναι ο τεράστιος ρόλος που διαδραματίζει το περιβάλλον στην ψυχοσύνθεση του ατόμου.

Η αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων στην εξέλιξη ενός ανθρώπου είναι μια τόσο σύνθετη διαδικασία που κανείς δεν μπορεί και δεν πρέπει να επιδίδεται σε απόλυτα αφερέγγυες και αμφιλεγόμενες «προβλέψεις». «Είναι αδιανόητο να αποδίδονται ακραίες και εγκληματικές  συμπεριφορές σε γενετικές ανωμαλίες… Kαι στις οικογενειακές, κοινωνικές και κρατικές ευθύνες δίνεται συγχωροχάρτι;», αναρωτιέται ο γενετιστής και νευρολόγος της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ, Ρόμπερτ Γκριν.

Δεν είναι βέβαια μόνο αυτός ο λόγος για τον οποίο πολλοί επιστήμονες επικρίνουν σφοδρά τη σύνδεση βιολογικών παραγόντων με την εγκληματική συμπεριφορά – και κυρίως όταν αυτή προτείνεται ως εργαλείο για την ερμηνεία ή πρόβλεψη των αποκλίσεων από την αποδεκτή κοινωνική νόρμα. Τέτοιες αντεπιστημονικές ερμηνείες μπορούν να οδηγήσουν σε απάνθρωπες φρικαλεότητες όπως ήταν, για παράδειγμα, στην αρχή του 20ού αιώνα, η στείρωση περίπου 30.000 κακοποιών και ψυχικά ασθενών στις ΗΠΑ διότι θεώρησαν ότι η εγκληματική ή αποκλίνουσα συμπεριφορά είναι κληρονομική. Παρόμοιες ακρότητες, που πλησιάζουν τα όρια της παράνοιας, έγιναν και στη Σουηδία. To μεγαλύτερο όμως έγκλημα «ευγονικής» διαπράχθηκε στη ναζιστική Γερμανία όταν περισσότεροι από 350.000 άνθρωποι στειρώθηκαν από το Τρίτο Ράιχ, λόγω σωματικής ή πνευματικής αναπηρίας.

Η ανθρωπότητα θεωρητικά έχει προχωρήσει συνάγοντας τα συμπεράσματά της από το παρελθόν. Είναι ελάχιστοι πλέον εκείνοι που φοβούνται ότι αυτές οι αδιανόητες καταστάσεις μπορούν να επαναληφθούν, τουλάχιστον μέσα στα πλαίσια ενός δημοκρατικού και πολιτισμένου καθεστώτος.

Εκρήξεις παροξυσμικής εγκληματικότητας θα συνεχίσουν να συμβαίνουν και στο μέλλον αλλά δεν μπορούν τα γονίδια να είναι το προπέτασμα πίσω από το οποίο θα κρυφτεί η κοινωνία, το κράτος και οι θεσμοί του.

«Και ας υποθέσουμε», γράφει ο νευρολόγος Πατ Σκεν στους New York Times, «ότι θα εντοπίζαμε σ’ έναν άνθρωπο 2% ή και 20% πιθανότητες παραπάνω από το κανονικό να γίνει βίαιος. Τι θα κάναμε με αυτόν τον άνθρωπο»; 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ