Life

Παίζοντας με τη φωτιά

Τα τελευταία γεγονότα επιβεβαιώνουν ότι η υπαρξιακή αγωνία είναι σε ετοιμότητα εκτόξευσης

stelios-makris.jpg
Στέλιος Μακρής
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Παίζοντας με τη φωτιά
© Artem Mizyuk / Pexels

Σχόλιο για τις φωτιές, την πολιτική και τα social media.

Τα γρήγορα αντανακλαστικά χαϊδεύουν τα ένστικτα. Μια φράση αγανακτισμένου πυρόπληκτου που καθύβρισε τον πρωθυπουργό και που ξέφυγε από την ευπρέπεια του δημοσιογραφικού ρεπορτάζ, υιοθετήθηκε με τον συνήθη αυτοματισμό ως αντικυβερνητικό σύνθημα-hashtag. Οι αυτοματισμοί, ίδιον των ενορμητικών ροών που παρακάμπτουν τη διαμεσολαβητική λειτουργία της σκέψης, επιτρέπουν το αλλιώς ανήκουστο. Μεταξύ άλλων, τα γυμνά σώματα των ελεύθερων κατασκηνωτών της Νισύρου σχηματίζουν τη φράση που επικρατεί στο διαδικτυακό πανηγύρι. Η παλινδρόμηση προς όφελος του εαυτού, η φαντασιακή συνένωση του υποκειμένου της απόλαυσης με τη μητέρα-γη, συναντά με παιδική παιγνιώδη αφέλεια τη νοσηρή σεξουαλική επιβολή που τόσο απασχόλησε το σύνολο των διαδικτυακών και παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης. Η σεξουαλικότητα ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ πλάι στη σεξουαλικότητα ως τιμωρία. Κι αυτή η αντινομία εξαγνίζεται από τη χιουμοριστική αμυντική αναγκαιότητα και συγκαλύπτεται υπό το ευφάνταστο των φωτογραφιών, κολάζ και λοιπών απεικονίσεων που διαδίδουν τη φράση σαν ιό. Έναν ιό που προσβάλει τον πολιτικό λόγο, στραγγαλίζει κυρίως την αριστερή πολιτική κουλτούρα που μοιάζει να καίγεται στο πυρ το εξώτερον μαζί με το κυβερνητικό αφήγημα της «ατομικής ευθύνης» που μοιάζει χρεοκοπημένο.

Τα τελευταία γεγονότα επιβεβαιώνουν ότι η υπαρξιακή αγωνία είναι σε ετοιμότητα εκτόξευσης καθώς είναι κατά παράδοση επενδεδυμένη στο «σπίτι που ξαναφτιάχνεται», όπως εκστόμισε ο πρωθυπουργός. Και το σπίτι, κλασικός χώρος προβολής του σώματος και των ενδοψυχικών τεκταινόμενων, στην αρχιτεκτονική του δόμηση και διακόσμηση, στο παιδικό σχέδιο, στο όνειρο, κινδυνεύει. Μια μητέρα μου διηγήθηκε πρόσφατα τη φοβία του 9χρονου γιου της για την είσοδο-διάρρηξη κλεφτών στο σπίτι, που αποτύπωσε έτσι την αγωνία για τη σωματική του ακεραιότητα στο πρώτο πρόσφορο σημαίνον, λίγο μετά τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη στη Ρόδο, έχοντας ακούσει στο σχολείο για το πόσο «καλά θα περάσουν» οι θύτες στη φυλακή, πληροφορούμενος έτσι τον πρωτογονισμό της «οδόντος αντί οδόντα» σεξουαλικής τιμωρίας. Το σπίτι-σώμα ως πεδίο πολλαπλών αποστερήσεων και κακοποιήσεων (ΕΝΦΙΑ, σώμα της μητέρας γης που καίγεται, κακοποιημένη γυναίκα, κρίση της πανδημίας), υποφέρει και καθηλωμένο αναζητά διεξόδους. Κι η σεξουαλικότητα πανταχού παρούσα. Ως υψηλή έδρα απόλαυσης, φαντασίωση ή πραγμάτωση τιμωρίας, ως εργαλειοποιημένο οντολογικό στοιχείο. Η παλινδρόμηση, με τη μορφή φόβων, αγριότητας, καταστροφικότητας, ασθένειας, διαρκώς ανανεώνει τον χρόνο της στην κοινωνική κι ατομική ζωή.

Στις περιόδους κρίσης, τις παλινδρομήσεις διαδέχονται οι μανιακές διορθωτικές κινήσεις «προς τα εμπρός» (οικονομικό και πολιτισμικό boom έπειτα από πόλεμο ή οικονομική κρίση) που, αν και ελλοχεύουν κινδύνους, προσμένονται ως μάννα εξ ουρανού, και στα καθ’ημάς θα προσμένονται. Οι ιστορικές καμπές σημασιοδοτούνται από γεγονότα που πυροδοτούν τις παλινδρομήσεις. Στην παγκόσμια σκηνή κυριαρχούν τα δύο επικαλυπτόμενα γεγονότα της πανδημίας και των καταστροφών της κλιματικής αλλαγής. Το μαγικό σενάριο που εξαπέλυσαν, αγγίζει όσο λίγα ιστορικά γεγονότα τις υπαρξιακές αγωνίες. Από τη ζωή με μάσκες και οριακές συνθήκες περιορισμών της ελευθερίας στις φωτιές που αναζωπυρώνουν το σημαίνον «πυρ της κολάσεως» και παραστασιοποιούν μια φαντασμαγορική σκηνή αυτοτιμωρίας του όντος. Η αδιάκοπη τηλεοπτική λαγνεία των φλεγόμενων δασών και σπιτιών, ένα θέαμα που προσφέρθηκε αφειδώς στον θεατή που καθηλώθηκε στην παράδοξη λαγνεία της εκρηκτικής ενόρμησης θέασης του ανυπόφορου. Κι όλα αυτά μετά από ενάμιση χρόνο θέασης της ζωής μέσα από οθόνες, που λειτούργησαν σαν παράθυρο στη ζωή από το ασφαλές σπίτι-σώμα-κελί της καραντίνας.

Το βλέμμα καθηλωμένο στην οθόνη που παράγει εντυπωσιακές εικόνες, από την πορνογραφική βλεμματική υπερκατανάλωση στη θέαση πραγματικών ή φαντασιωσικών καταστροφών: από την post-covid μιντιακή τρομοκρατία, στις εικόνες φυσικών καταστροφών όπως των πυρακτωμένων δασών που εικονοποιούν την ενδοψυχική ενορμητική φλόγα. Είναι γνωστή άλλωστε η σύνδεση της πυρομανίας με την ενορμητική υπερχείλιση και τη διέγερση που συνοδεύει την πράξη και τη θέαση της φωτιάς. Ανάλογη διέγερση μπορεί να προκαλούν οι σκηνές από καμένα κτίρια (στην Αθήνα ιδώθηκαν ουκ ολίγες φορές τα τελευταία χρόνια). Η αισθητικοποίηση της εξέγερσης και της διαμαρτυρίας ανέκαθεν φετιχοποιείται από θύτες και θύματα που συμπράττουν στην αποθέωση της εικόνας.

Στην κυριαρχία της εικόνας και την πτώχευση του πολιτικού λόγου διαβλέπει κανείς τους κινδύνους της πρωτοφασιστικής μαγιάς που εκκολάπτει την κατασκευή του υποκειμένου της φασιστικής φαντασμαγορίας, της συνένωσης με το φαντασιακό εξιδανικευμένο αντικείμενο που σαγηνεύει κι απομαγεύει (έθνος, ιεροί σκοποί κ.λπ.). Καθώς εδώ και τουλάχιστον δύο αιώνες η αισθητική μπλέχτηκε σταδιακά με την πολιτική, ήρθαν στο προσκήνιο ανταγωνιστικές ερμηνείες για το πώς πρέπει να ξεδιπλωθεί αυτή η σχέση. Ο φασισμός ήταν ένα από τα πρώτα πολιτικά κινήματα που εκμεταλλεύτηκαν την αρχική ριζοσπαστική πολιτική ώθηση της αισθητικής, απλοποιώντας εκτός άλλων την ηθική της εμβέλεια. Η προσέγγιση του Μουσολίνι στην πολιτική είναι ένα ακραίο παράδειγμα με μια ολεθρίως επιτυχημένη εφαρμογή της αισθητικοποίησης της πολιτικής, σχεδόν για δύο δεκαετίες.

Όσο κάποιος παραμένει θεατής, η εμπειρία ενός αντικειμένου κινείται στη σφαίρα του αδιάφορου επειδή βασίζεται αποκλειστικά στο αντιληπτικό. Ο θεατής προσδένεται στην ενόρμηση του οράν, απασχολούμενος με την αισθητική τόσο των τρόπων όσο και των ηθών, με το αντιληπτό αντικείμενο κι όχι με τις ιδιότητές του. Το θέαμα της καταστροφής ανάγεται σε τέχνη. Εντυπωσιακά πλάνα, ασθμαίνοντες πρωταγωνιστές, η φωτιά της κολάσεως στους δέκτες. Η αισθητικοποιημένη άποψη της βίας, του πολέμου, της καταστροφής και του πόνου, ένας καλλιτεχνικός μετασχηματισμός που ξεπερνά την ενσώματη υλική πραγματικότητα. Το σοκ που βιώνεται στη μάχη με τις φλόγες μεταμορφώνεται και υποβιβάζεται μέσω της απομακρυσμένης προοπτικής από ψηλά, από τον ουρανό, το σημείο θέασης του αμέτοχου Θεού, καταγραμμένης από τη μηχανική εφεύρεση της εποχής, το drone, και κατ’ επέκταση το smartphone. Η εξουσία ήταν πάντα συνυφασμένη με ένα συμβολικό μέσο-συσκευή που είναι υπεύθυνο για την αναπαράστασή της. Εδώ και αιώνες οι εικόνες και τα τελετουργικά έχουν βοηθήσει στην ενίσχυση των σχέσεων των ανθρώπων με τους κυβερνητικούς θεσμούς. Σύμβολα και τελετουργίες κάνουν την εξουσία πιο απτή και ελκυστική.

Ο Walter Benjamin, σχετικά νωρίς τον προηγούμενο αιώνα, ονομάτισε την «εποχή της μηχανικής αναπαραγωγής», όπου η συσκευή αντί να εκπληρώσει τη «φυσική» αποστολή της, να απαλλάξει τους ανθρώπους από τις αλυσίδες ενός σαγηνευτικού οράματος για τον κόσμο – που έκανε τους ανθρώπους να αισθάνονται μικροσκοπικοί και έμπλεοι δέους για την εξουσία – κατέληξε να γίνει όργανο επιβολής. Η υποτιθέμενη απελευθέρωση αντικαταστάθηκε από την υποταγή. Απαλλαγμένοι από το δόγμα της Εκκλησίας και άλλων θεσμών, χάρη στη διαθεσιμότητα των πληροφοριών και των νέων τεχνολογιών, οι αποκαλούμενες μάζες επανασαγηνεύθηκαν, ειδικά μέσω νέων χαρισματικών στυλ πολιτικής που τροφοδότησαν μύθους και τελετουργίες, όπως στη περίπτωση της Ιταλίας του Μουσολίνι και, φυσικά, της ναζιστικής Γερμανίας, και των σύγχρονων επίδοξων διαδόχων τους.

Η ιδέα του νέου ηγέτη που είναι ραμμένη στο πατρόν που κόβει ο τραμπισμός, ο μπολσοναρισμός, η ισοβιότητα του Πούτιν ή του Ερντογάν, επαναφέρει στο προσκήνιο πρωτόλειες πολιτικές κατασκευές που ξύνουν την πρώιμη σχέση αγάπης και μίσους για τον ιδανικό ή μισητό πατέρα του έθνους, και το προφίλ αυτό του ηγέτη εμπλουτίζεται από το πάντα επίκαιρο νόημα που η αποκαλούμενη «κάθαρση» ή «αλλαγή» επιβάλει. Για να μην είναι η πολιτική μια βρώμικη λέξη που αντικατοπτρίζει την ικανότητα της αποτυχημένης πολιτικής τάξης για ατέρμονες συζητήσεις και συντηρητικές πολιτικές αναμασήσεις, φέρεται να θέλει να παίξει έναν ρόλο πολύ πιο ενεργό και τολμηρό. Αυτή η πολιτική επιδιώκει να αλλάξει ολόκληρο τον τρόπο ζωής και σκέψης μιας κοινωνίας. Όπως και στις πρωτοφασιστικές συνθήκες, το ζήτημα δεν είναι απλά η υπόθεση μιας στροφής στον τρόπο διακυβέρνησης. Με τον φασισμό, ο στόχος ήταν να επέλθει μια επανάσταση στο νόημα της ίδιας της πολιτικής για να χτιστεί μια νέα χώρα στα ερείπια της παλιάς.

Η αυξανόμενη ερειποποίηση της χώρας είναι ένα ανησυχητικό σημάδι που ενσπείρει τον εκφασισμό, σε όλο ανεξαιρέτως το φάσμα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, οριζοντίως και καθέτως. Είναι καθησυχαστική ή ανησυχητική η κεντρική θέση ενός ηγέτη στον πολιτικό αστερισμό; Σίγουρα η κατασκευή μιας αδιαμφισβήτητης υπεροχής, συνεχώς αυξανόμενης, δημιουργεί και τα αντίστροφα αντανακλαστικά εικονοκλαστικού μίσους ιδίως στο βαθμό που η προσοχή είναι αύξουσα, χάρη στην ικανότητα των μέσων ενημέρωσης να διαχέουν την εικόνα του ηγέτη. Αυτό που με παρακινεί να θίξω αυτό το ζήτημα δεν είναι όμως τόσο η επιθυμία αναζήτησης λύσεων ή απαντήσεων σε αυτό το θέμα. Εξάλλου στην εντόπια κοινωνική και πολιτική κουλτούρα τα πατριαρχικά σημαίνοντα είναι ακλόνητα. Είναι η ανάγκη να τονιστεί ότι η επιδίωξη της βαθιά εγγραφής του ηγέτη σε μια αισθητικοποιημένη κατανόηση της πολιτικής, μέσα από την προπαγανδιστική υπεροχή, οδηγεί ενδεχομένως  στην υποβάθμιση της αποτελεσματικότητας και την τοποθέτησή της έκκεντρα στην πολιτική προσέγγιση, με κύριο μέλημα την εικόνα που πρέπει να μείνει αδιάβλητη, λες και οι αλλαγές (χαρακτηριστική η έλλειψη πολιτικής για την πρόληψη των πυρκαγιών) θα έρθουν εκ του φυσικού.

Η αισθητικοποίηση συνολικά δεν προκαλεί απαραίτητα φασιστικά ή αυταρχικά αποτελέσματα. Πρέπει όμως να κάνουμε κάποιες διακρίσεις, ειδικά όταν πρόκειται για το ζήτημα της συναισθηματικής πλευράς της αισθητικής πολιτικής. Δεν μπορεί να αφεθεί το μονοπώλιο της εκφραστικής πολιτικής σε αυτούς που την καταχρώνται. Είναι όμως ίσως απαραίτητη η σύνεση στη χρήση των μέσων που ενδέχεται να κυλήσει στην ασυνείδητη ταύτιση με τον ορισμένο ως επιτιθέμενο. Η χρήση του μέσου, της βάναυσης συσκευής της αδιαφοροποίητης χρήσης, ενδέχεται να αντικειμενοποιήσει το υποκείμενο αποστερώντας το από τις ανθρώπινες ιδιότητές του, τη σκέψη, τη διαλεκτική επικοινωνία, την ενσώματη διϋποκειμενικότητα που πλήττεται βάναυσα από την κουλτούρα της χρήσης των social media ως ψευδούς υπαρξιακής κύρωσης καθώς και τη σκληρά εφαρμοζόμενη σωματοπολιτική. Ιδίως όταν αυτό που δείχνει να υποβόσκει ενδοψυχικά είναι ο «ακατανόμαστος φόβος» του κενού που προκαλεί η κατάρρευση του ασφαλούς περιέχοντος κόσμου όπως τον ξέραμε. Και σε μια τέτοια συνθήκη οι κυβερνήσεις που υποφέρουν υπό το βάρος της ευθύνης του επαναπροσδιορισμού της κοινωνικής και φυσικής ζωής στην post-covidian ζωή, είναι επίφοβο να επιβεβαιώσουν το κενό στο κοινωνικό και φυσικό πεδίο με αστοχίες ή παραλείψεις που ξεπερνούν τις δυνατότητες της μιντιακής τους διαχείρισης.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ