Life

Αφηγήσεις σε 3/4: Ό,τι δεν πετάξαμε ποτέ

Μια ιστορία που συναντά τους στίχους του τραγουδιού «11am» των Incubus

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
kevin-fernandez-it-_c9yfrim-unsplash.jpg
© Kevin Fernandez / Unsplash

Αφηγήσεις σε 3/4: Η Ελένη Χελιώτη γράφει μια αυτοτελή ιστορία που βασίζεται στους στίχους του τραγουδιού «11am» των Incubus

-«Τι θα γίνει; Θα κατεβάσεις τα σκουπίδια;» μου φωνάζει ενώ πλένει τα πιάτα. Είναι 11 το βράδυ. Πόρτες, παράθυρα όλα ορθάνοιχτα. Ιούνιος. Κέντρο. Ζέστη. Κουνούπια. Μια τηλεόραση κάπου παίζει.
-«Ναι ρε μωρό, θα τα κατεβάσω. Μας κυνηγάει κανείς;»
-«Θέλω να τελειώνω, ρε Κώστα»
-«Κι εγώ»
σκέφτομαι και ανοίγω την πόρτα του διαμερίσματος. Φοράω τα ακουστικά, πατάω play και φεύγω.

The garbage truck beeps as it backs up
And I start my day thinking about what I’ve thrown away

-«Γεια σας κυρία Αντιγόνη» λέω στη γειτόνισσα του 2ου που εκτελεί χρέη πρακτορείου Reuters για τη γειτονιά, «έγινε τίποτα καλό σήμερα;»
-«Όχι αγόρι μου, τίποτα. Βαρετή μέρα. Αναγκάστηκα να κάνω δουλειές του σπιτιού για να περάσει η ώρα»
-«Μη σκάτε. κυρία Αντιγόνη, όλο και κάποιος θα ξεστρατίσει»
-«Αμήν αγόρι μου! Εσύ καλά; Τι σ’ έπιασε βραδιάτικο με τα σκουπίδια πάλι; Και αύριο μέρα είναι»
-«Ευκαιρία να ξεμουδιάσω λίγο. Θα περάσω απ’ το περίπτερο, θέλετε τίποτα;»
-«Να ‘σαι καλά, Κωστή μου, δεν μου λείπει κάτι»
-«Ούτε ένα παγωτό;»
Χαμογελάει.
-«Πρέπει να προσέχω»
-«Δεν έχετε ανάγκη εσείς. Θα σας φέρω το αγαπημένο σας»
της λέω και φεύγω.

Άδεια η πιλοτή, άδειος και ο δρόμος. Τα φώτα καμένα εδώ και μια εβδομάδα, ακόμα να αντικατασταθούν. Αν ρωτήσω τη Σοφία, μπορεί να φταίω και γι’ αυτό. Α ρε Σοφία, πως φτάσαμε εδώ; Όπως φτάνουν όλοι, ε; Και εμείς; Όλοι. Ποιος ξεφεύγει απ’ το χρόνο;

Ο κάδος γεμάτος ξανά. Αφήνω τη σακούλα στα πλάι αν και δεν μ’ αρέσει να το κάνω. Λύσσαξες, ρε Σοφία, γαμώτο, και τι κατάλαβες.

Could I push rewind?
The credits traverse signifying the end
But I missed the best part
Could we please go back to start?

Νύχτες σαν και αυτή η αρχή αχνοφαίνεται, σχεδόν δεν υπήρξε ποτέ, απλά τη φανταστήκαμε, και οι δύο ξεχωριστά. Το περίπτερο δεν κλείνει ποτέ: μικρό αστικό καταφύγιο γι’ αυτούς που χρειάζονται μια τζούρα καπνό να ξεδιαλύνει τις ήδη ομιχλώδεις σκέψεις τους. Το παγωτό μην ξεχάσω. Να της πάρω κάτι; Για να μου πει μετά γιατί ξοδεύτηκα ενώ δεν μας περισσεύουν; Δεν μας περισσεύει τίποτα τελευταία, ούτε υπομονή ούτε κατανόηση. Μόνο θυμός και δυσαρέσκεια. Κορεσμός χωροχρόνου σε 60 τ.μ. στο Παγκράτι. Δύσκολη πίστα μικρέ μου Αϊνστάιν. Ήθελες τα κ' έπαθες τα. Βιάστηκες. Τα ‘θελες όμως.

-«12.50 το σύνολό σου, Κωστή» Τι σκατά πήρα πάλι; «Πάλι σκουπίδια τέτοια ώρα;»
-«Με βοηθάνε στον διαλογισμό, το ξέρεις» λέω στον περιπτερά και φεύγω λίγο πιο βιαστικά απ’ ότι συνήθως.
-«Φτάνει, Κωστή!» τον ακούω να φωνάζει ενώ απομακρύνομαι. Εντάξει, δεν καπνίζω τόσο πολύ πια, σκέφτομαι ενώ γυρνάω το κλειδί στην πόρτα.

Δίνω το παγωτό στην κυρία Αντιγόνη και τη νιώθω να μου σφίγγει το χέρι.

-«Θα κοιμηθείς λίγο απόψε, μου το υπόσχεσαι, Κωστή μου;» Την κοιτάω έκπληκτος αλλά δεν μπαίνω στη διαδικασία να το συζητήσω.
-«Ναι, ναι, μην ανησυχείτε για μένα.»

Forgive my indecision
I am only a man

Μπαίνω στο σπίτι, η Σοφία δεν ακούγεται. Πήγε κιόλας για ύπνο; Το φως της κουζίνας είναι αναμμένο. Μπαίνω μέσα. Ο νεροχύτης γεμάτος. Τα τασάκια όλα άπλυτα. Το ξέφωτο σκοτεινό, ανήσυχα ήσυχο. Λείπουν κιόλας διακοπές; Ακουμπάω τη σακούλα απ’ το περίπτερο στο τραπέζι και πάω στο σαλόνι. Η μισή ντουλάπα διακοσμεί τα έπιπλα, σα σύγχρονα σεμεδάκια. Ευτυχώς είσαι μακριά, μάνα. Θα με είχες σκοτώσει τρεις φορές και μετά θα με είχες αναστήσει να τα μαζέψω.

Πάω στο μπάνιο και πιάνω την οδοντόβουρτσά της: στεγνή. Ακόμα να την αλλάξει, σκέφτομαι. Πάει τόσος καιρός. Δεν είναι του χαρακτήρα της. Θα την ξυπνήσω να της ζητήσω συγγνώμη. Μπαίνω μέσα στο δωμάτιο, δεν ανάβω το φως. Κάθομαι δίπλα της.

I never thought I could want someone so much
Cause now you’re not here
And I’m knee deep in that old fear

Απλώνω το χέρι μου. Κρύα σεντόνια. Είναι Ιούνιος. Χτυπάει το τηλέφωνο στ’ αυτιά μου και η μουσική σταματάει. Πατάω το κουμπί στα ακουστικά.

«Κωστή;» ακούω μια φωνή να ρωτάει.

12pm and my dusty telephone rings
Heavy head up from the pillow who could it be?
I hope it’s you
It’s you

«Κωστή, είσαι καλά; Κωστή, φτάνει. Πάνε 2 μήνες πια. Δεν θα γυρίσει».

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ