Life

Δουλειά, τεχνολογία, μοναξιά: Έχει αλλάξει κάτι τελικά;

Τόσο η ιστορία και η αρχαιολογία, όσο και οι τέχνες (και ιδιαίτερα η λογοτεχνία) μας έχουν δείξει ότι το είδος μας δεν έχει αλλάξει ιδιαιτέρως (έως καθόλου) από τότε που σταθήκαμε κυριολεκτικά στα πόδια μας

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Χώρος εργασίας
© Arlington Research / Unsplash

Τι σημαίνει η δουλειά για τον κάθε άνθρωπο και πόσο έχει εισχωρήσει στη ζωή μας το αίσθημα της μοναξιάς και της απομόνωσης, κοινωνικά και επαγγελματικά

Έπεσα πάνω σ’ ένα άρθρο τις προάλλες με τον τίτλο «What does work mean to us?». Για κάποιο λόγο θεώρησα, πριν το διαβάσω, ότι η προσέγγισή του θα είχε να κάνει με το πώς αξιολογούμε και εξετάζουμε τη θέση και σημασία της εργασίας στη ζωή μας, ειδικά μετά το lockdown και την καινούργια μας πραγματικότητα. «Τι ωραία», σκέφτηκα. Αντ’ αυτού ανακάλυψα πως η προσέγγιση είχε να κάνει περισσότερο με το πώς η τεχνολογία έχει επηρεάσει τον εργασιακό χώρο και πως αυτό ξεκίνησε να συμβαίνει πριν την εμφάνιση του ιού.

Η Emma Jacobs λέει στην αρχή του άρθρου ότι η πανδημία έχει επιταχύνει πολλές από αυτές τις τεχνολογικές τάσεις και έχει καταστήσει το μέλλον της εργασίας μείζον θέμα ανησυχίας. Σε αυτό το σημείο μού γεννήθηκε το πρώτο ερώτημα: Είναι πραγματικά ανησυχητικό θέμα το οποίο πρέπει να πάρουμε σοβαρά ή είναι μια «επανάληψη» ανησυχιών η οποία αναδύεται κάθε λίγα χρόνια όταν οι τεχνολογικές εξελίξεις μας εισάγουν σε μια καινούργια συνθήκη στην οποία πρέπει να προσαρμοστούμε;

Ξεκίνησα να σκέφτομαι πώς ένιωθαν οι άνθρωποι τη δεκαετία του ‘80 και του ‘90 όταν ο υπολογιστής έγινε πρώτη φορά απαραίτητο εργαλείο. Μετά μου ήρθαν εικόνες από τη σειρά Mad Men η οποία διαδραματίζεται τη δεκαετία του ‘60 και του ‘70 στις ΗΠΑ στον χώρο του μάρκετινγκ και της διαφήμισης όπου τα μοναδικά gadgets ήταν οι γραφομηχανές και οι συσκευές υπαγόρευσης. Το δεύτερο ερώτημα ήρθε όταν η Jacobs είπε πως η εργασία ικανοποιεί ψυχικές, κοινωνικές και οικονομικές ανάγκες. Προφανώς αυτό αληθεύει σε μεγάλο βαθμό, αλλά δεν είμαι σίγουρη ότι ισχύει για όλους τους ανθρώπους και όλα τα είδη εργασίας.

Μεγάλο πρόβλημα για την Jacobs είναι το αίσθημα της μοναξιάς και της απομόνωσης που φαίνεται να έχει εισχωρήσει στη σύγχρονη ζωή μας, τόσο κοινωνικά όσο και επαγγελματικά. Αναφέρεται σε στατιστικές που λένε ότι τα ποσοστά εφήβων (15 ετών) που ισχυρίζονται ότι νιώθουν μοναξιά στο σχολείο ανέβηκαν από το 2003 μέχρι το 2015. Αυτό με τη σειρά του μου θύμισε το πρόσφατο σοκαριστικό ντοκιμαντέρ «Social Dilemma» στο οποίο μαθαίνουμε, εκτός των άλλων, ότι οι αυτοκτονίες κοριτσιών στις ΗΠΑ 15-19 ετών έχουν αυξηθεί κατά 70% από το 2010, και στις ηλικίες 10-14 έχουν ξεπεράσει αύξηση της τάξεως του 150% από την ίδια χρονιά. Και εκεί ακούστηκε το επιχείρημα που χρησιμοποίησα πριν περί προσαρμογής· ωστόσο, μας θυμίζουν ότι η γεωμετρική αυτή αύξηση είναι κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί.

Για να επανέλθουμε όμως στον εργασιακό χώρο, η Jacobs λέει ότι τόσο ο James Suzman (συγγραφέας του βιβλίου «Work: A History of How We Spend our Time»), όσο και η Noreena Hertz (συγγραφέας του βιβλίου «The Lonely Century») βασίζονται στα λόγια του κοινωνιολόγου Emile Durkheim ο οποίος στις αρχές του 20ού αιώνα πίστευε ότι «οι σύγχρονες αστικές κοινωνίες, όπου οι άνθρωποι έπαιζαν πολλούς, και συχνά πολύ διαφορετικούς ρόλους, και έτσι ανέπτυξαν πολύ διαφορετικές οπτικές του κόσμου… [καθιστώντας] τη σύνδεση των ανθρώπων πιο δύσκολη», προκάλεσαν κοινωνική ανωμαλία. Συνεχίζει λέγοντας ότι αυτό τροφοδοτήθηκε όχι μόνο από τη βιομηχανοποίηση αλλά και από την «ασθένεια της άπειρης φιλοδοξίας». Σε αντίθεση με τους οικονομολόγους, γράφει ο Suzman, ο Durkheim θεωρούσε αυτό το βάρος των επιθυμιών ως μία αντίδραση στην αλλαγή, και όχι ως μία μόνιμη συνθήκη, και ήταν αισιόδοξος ότι θα η τάση αυτή θα καταλαγιάσει. Αντίθετα, γράφει ο Suzman, «η συνεχής και απρόβλεπτη αλλαγή έχει γίνει το νέο φυσιολογικό».

Και εδώ μου γεννήθηκαν λίγα ακόμα ερωτήματα. Πάντα έτσι δεν συνέβαινε όμως; Μήπως ο λόγος για τον οποίο ήμασταν τόσο «σταθεροί» για τόσο καιρό ήταν η έλλειψη της τεχνολογίας και όχι μια έμφυτη τάση ή σταθερά την οποία ξαφνικά χάσαμε ή πετάξαμε; Μήπως ανέκαθεν ήμασταν ικανοί για όλα αυτά που βιώνουμε σήμερα και απλά δεν είχαμε τα κατάλληλα εργαλεία; Τόσο η ιστορία και η αρχαιολογία, όσο και οι τέχνες (και ιδιαίτερα η λογοτεχνία) μάς έχουν δείξει ότι το είδος μας δεν έχει αλλάξει ιδιαιτέρως (έως καθόλου) από τότε που σταθήκαμε κυριολεκτικά στα πόδια μας. Το μόνο που φαίνεται να έχει αλλάξει είναι τα «εργαλεία» μας και η τρομακτική ευκολία με την οποία μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε προς όφελός μας. Το ότι όλα πια σήμερα είναι πιο γρήγορα και πιο άμεσα δεν τα καθιστά απαραίτητα νέα ή καινοτομικά.

Και εδώ επανέρχομαι στο ντοκιμαντέρ και κάτι που ειπώθηκε στο τέλος: Δεν είναι η τεχνολογία καθαυτή που είναι η υπαρξιακή απειλή, αλλά η ικανότητα της τεχνολογίας να βγάζει τον χειρότερο εαυτό της κοινωνίας· και οι χειρότερος αυτός εαυτός είναι ουσιαστικά η υπαρξιακή απειλή. OK, that escalated quickly. Συμφωνώ. Πάμε λίγο πίσω.

Παρά τους ισχυρισμούς της Hertz ότι αυτός είναι ο πιο μοναχικός αιώνας, για τον οποίο κατηγορεί τον «νεοφιλελεύθερο» καπιταλισμό, παραδέχεται ότι «ο αποξενωμένος εργάτης του Καρλ Μαρξ» ήταν επίσης πολύ μοναχικός. Και η Jacobs είναι σίγουρη ότι η μοναξιά μάστιζε και τις προ-βιομηχανικές εποχές – το αρχαιότερο επάγγελμα, άλλωστε, μας λέει, μάλλον εμπορευόταν τόσο τη συντροφικότητα όσο και το σεξ.

Ο ορισμός της μοναξιάς της Hertz βασίζεται στην κλίμακα μοναξιάς του UCLA που επινοήθηκε το 1978, η οποία στοχεύει να αξιολογήσει το υποκειμενικό συναίσθημα ρωτώντας πόσο συχνά ένα άτομο αισθάνεται απομονωμένο ή όχι κοντά σε κάποιον άλλον. Σε αυτό προσθέτει μια δική της, πιο χαλαρή, ερμηνεία. Η μοναξιά, κατά την άποψή της, σημαίνει όχι μόνο «το συναίσθημα ότι οι άνθρωποι με τους οποίους επικοινωνείς σε τακτική βάση σε αγνοούν ή δεν σε «βλέπουν»… αλλά έχει να κάνει επίσης με το ότι δεν αισθάνεσαι ότι σε στηρίζουν και σε νοιάζονται οι συμπολίτες σου, οι εργοδότες σου, η κοινότητά σου, η κυβέρνησή σου». Το πρόβλημα με έναν τέτοιο ορισμό είναι ότι είναι υποκειμενικός – δεν υπάρχει ένα τέλειο μέτρο μοναξιάς με το οποίο να συγκρίνουμε το συναίσθημα της μοναξιάς σήμερα με αυτό που βιώνανε οι άνθρωποι στο παρελθόν.

Η ειρωνεία είναι ότι ποτέ άλλοτε στην ιστορία μας σαν είδος δεν είχαμε τόση αλληλεπίδραση και επικοινωνία με άλλους ανθρώπους (καθαρά αριθμητικά) όσο έχουμε σήμερα σε καθημερινή βάση, τόσο διαδικτυακά, όσο και φυσικά. Κάτι που τείνουμε, ωστόσο, να ξεχνάμε είναι το θέμα της επιλογής· ένα θέμα που πάντα μας ταλάνιζε. Ένα θέμα που έχει όντως γίνει μείζον λόγω της πληθώρας επιλογών που έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας. Ένα θέμα που ακόμα και αυτοί που φτιάχνουν τα «μαραφέτια» που μας έχουν «φάει τη ζωή» (και μιλάνε για αυτό στο «Social Dilemma») δεν μπορούν να ξεπεράσουν ή να καταπολεμήσουν.

Ωραία όλα αυτά, αλλά με τη δουλειά τι γίνεται; Πολύ φοβάμαι, ό,τι γινόταν πάντα: για κάποιους ήταν είναι και θα παραμείνει απλά ένας τρόπος να ζήσουν, για άλλους είναι η ίδια τους η ζωή, και για τους υπόλοιπους ένα μέσον να εκφραστούν, να ακουστούν και να παραμείνουν ζωντανοί ακόμα και όταν πεθάνουν.


*Με στοιχεία από το FT Weekend

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ