Life

Η τέχνη της ζωής

Σπουδή στον Μπέκετ

34585-78037.jpg
Δήμητρα Γκρους
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
64935-130915.jpg

«…Τότε μετάνιωσε που δεν θέλησε να μάθει την τέχνη της σκέψης, αρχίζοντας από το πώς να λυγίζει το δεύτερο και το τρίτο δάχτυλο, έτσι ώστε να βάζει καλύτερα το δείκτη στο υποκείμενο και το μικρό δαχτυλάκι στο ρήμα, όπως το ήθελε ο καθηγητής του των λατινικών, και που δεν καταλάβαινε τίποτα, ή τόσο ελάχιστα, από όλη εκείνη τη χάβρα από αμφιβολίες, επιθυμίες, φόβους και φαντασίες που βούιζαν μέσα στο κεφάλι του. Κι αν είχε λίγο λιγότερη δύναμη και θάρρος θα τα παράταγε κι αυτός, και θα είχε παραιτηθεί από το να μάθει πώς ήταν φτιαγμένος και πώς θα μπορούσε να ζήσει, και θα ζούσε νικημένος, στα τυφλά, σ’ έναν κόσμο τρελό, ανάμεσα σε ξένους…»*

Ποιο είναι το ερώτημα; Μοιάζει θεωρητικό αλλά δεν είναι, κι αν ανήκει στη σφαίρα της φιλοσοφίας είναι γιατί ρωτάει κάτι που μοιάζει αυτονόητο ή που κάνουμε το λάθος να το θεωρούμε τέτοιο. Πώς ζει κανείς; Επειδή γεννιέται; Επειδή μαθαίνει να μιλάει, να περπατάει, επειδή μεγαλώνει; Ζει κανείς στο βαθμό που είναι ζωντανός; Ναι, ίσως θα μπορούσες να το πεις και έτσι, αλλά... πώς μπορεί κανείς να ζήσει;

Η ζωή, λέει, είναι μια τέχνη που πρέπει να τη μάθεις σιγά-σιγά, έτσι μαθαίνεις να ζεις, αν μάθεις ποτέ, εξερευνώντας όσα παθαίνεις, αφήνοντας κατά μέρος τις βεβαιότητές σου και επιστρέφοντας στο σημείο μηδέν, εκεί που πρέπει να δοκιμάσεις να αρθρώσεις κάτι από την αρχή, όχι με έτοιμες λέξεις και φράσεις και επιχειρήματα από αυτά που ξέρεις καλά, που αρκεί να μισανοίξεις το στόμα για να βγουν και να σε παρηγορήσουν, στιγμιαία μόνο, γιατί είναι δικά σου. Αλλά πώς να αντέξεις όλη αυτή τη χάβρα από αμφιβολίες, επιθυμίες, φόβους και φαντασίες που βουίζουν στο κεφάλι σου, η τέχνη της ζωής είναι δύσκολη και χρειάζεται να τη μάθεις από την αρχή, όπως όταν μαθαίνεις να σκέφτεσαι σε μια ξένη γλώσσα που πρέπει ξανά να βρεις πώς συνδέεται το ρήμα με το υποκείμενο για να καταφέρεις να αρθρώσεις μια πρόταση, και ακριβώς τότε, έχοντας χάσει τις βεβαιότητές σου, είναι η στιγμή που αναζητάς το θάρρος να πας πιο βαθιά, σε περιοχές σκοτεινές κι ανεξερεύνητες, που είναι δικές σου όσο και οι άλλες κι αν δεν τις καταλάβεις, αν δεν θελήσεις να τις εξημερώσεις και φοβηθείς, αν δεν βρεις λίγη από τη δύναμη που θα σου επιτρέψει να σταθείς όρθιος, τότε, ναι, κινδυνεύεις να ζήσεις νικημένος, σε έναν κόσμο τρελό, ανάμεσα σε ξένους.

«Εδώ, φύγε από εδώ και πήγαινε αλλού, ή μείνε εδώ, αλλά να πηγαίνεις και να έρχεσαι. Καταρχήν κινήσου, πρέπει να υπάρχει ένα σώμα, όπως κάποτε, δεν το αρνούμαι, όχι άλλες αρνήσεις, θα πω εγώ είμαι ένα σώμα, κινούμενο πίσω μπρος, πάνω κάτω, όπως είθισται. Μ’ ένα συνονθύλευμα από μέλη και όργανα, ό,τι χρειάζεσαι για να ξαναζήσεις, να αντέξεις λίγο, θα το αποκαλέσω ζωή, θα πω ότι είμαι εγώ, θα σηκωθώ όρθιος, θα πάψω να σκέφτομαι, θα είμαι πολύ απασχολημένος, να σταθώ όρθιος, να παραμείνω όρθιος, να κινούμαι πέρα δώθε, να αντέχω, να φτάνω στο αύριο, μια βδομάδα από αύριο, θα είναι υπεραρκετή, μια βδομάδα την άνοιξη σε κάνει άλλο άνθρωπο. Αρκεί να το θελήσεις, θα θελήσω για μένα ένα σώμα, θα θελήσω για μένα ένα κεφάλι, λίγη δύναμη, λίγο κουράγιο, αρχίζω τώρα, μια βδομάδα περνάει γρήγορα, έπειτα πίσω εδώ, στο λαβύρινθο τούτο τόπο, μακριά από τις μέρες, τις μακρινές μέρες, δεν είναι εύκολο… Και γιατί, για σκέψου, όχι όχι, άσ’ το, όχι τούτο ξανά, μην τ’ ακούς όλα, μην τα λες όλα, είναι όλα παλιά, είναι όλα ένα, μια για πάντα…» **

Χρειάζεται προσπάθεια, κι ούτε είναι εύκολο, πρέπει να επιστρέψεις στην αρχή της φράσης για να την καταλάβεις, αν την καταλάβεις, να ξανακάνεις τις συνδέσεις, θα πω ότι είμαι εγώ, γιατί πώς να αντέξεις, μέρα-μέρα, μια βδομάδα είναι αρκετή, σίγουρα, μια βδομάδα από τώρα είναι υπεραρκετή, το σώμα, όπως και η σκέψη, πρέπει να συναρμολογηθούν ξανά, να βρουν μια θέση, να ξαναμάθουν όσα ενστικτωδώς από τη φύση τους είναι ικανά… αυτό μας λέει. Κι αν προσπαθείς να πεις το ίδιο μένοντας πιστός στο πνεύμα του Μπέκετ, σαν ένα είδος μικρής μαθητείας, είναι γιατί μοιάζει λόγος παρηγορητικός επειδή ακριβώς δεν περιλαμβάνει βεβαιότητες και γιατί αυτό που λέει, κι αυτό που θες κι εσύ να πεις, είναι περίπου μην τα παρατάς, αλλά να, προσπάθησε να καταλάβεις πώς είσαι φτιαγμένος, κι ούτε να φοβηθείς, κι αν χρειάζεσαι κάτι για να αντέξεις, θα το αποκαλέσω ζωή, δεν είναι παρά σκέψη, δύναμη και θάρρος.

(σπουδή στον Μπέκετ)

...Σήκω καλύτερα, πρώτα τα πόδια και μετά σπρώξε, φτάσε μέχρι το παράθυρο, μια μέρα σαν κι αυτή δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη, να μοιάζει με οποιαδήποτε άλλη, ίσως μόνο με αυτή που ήταν πριν, που είναι τώρα. Χωρίς αμφιβολία η επόμενη θα είναι διαφορετική, αν μπορείς να πεις κάτι τέτοιο με σιγουριά, είναι που θα βρεθείς σε ένα λιβάδι πάνω στο λόφο προσπαθώντας να διακρίνεις τις σκιές των δέντρων μήπως και καταφέρεις να ξαπλώσεις κάπου πιο ζεστά, αν ήταν να ξεχάσεις κάτι ας ήταν όχι αυτό, ή τέλος πάντων κάτι που να το θύμιζε, δεν είναι δικό σου σφάλμα. Οι αχτίδες του ήλιου γίνονται όλο και πιο ισχνές καθώς πλησιάζουν το επίπεδο των ματιών έτσι όπως είσαι ξαπλωμένος στο χορτάρι και το φως πλησιάζει τη σκιά, είναι που το φως γίνεται σκιά, πώς να τα διακρίνεις έτσι που κρυώνεις, λες και δεν το ξέρεις πως έχει έρθει η ώρα να σηκωθείς, να περπατήσεις πρώτα πάνω κι έπειτα κάτω από την κορυφή στους πρόποδες και πάλι πίσω, μέχρι να καταφέρεις να πεις κάτι από απέναντι χωρίς να λιποθυμήσεις, χωρίς να χρειαστεί να καταβάλεις προσπάθεια για να μη φύγεις ξαφνικά και απροειδοποίητα. Ας είναι μια θέση που τα πέλματα θα απλώσουν, γόνατα πάνω από τα δάχτυλα, μια στέρεα θέση, μπορεί και να μη λυγίσουν, αν το θελήσουν, αν το θελήσεις κι εσύ, πρέπει μόνο να εμπιστευτείς, βάλε ένα τέλος ή γύρνα στην αρχή, κι ούτε ακριβώς μπορείς να το πεις γνωρίζοντας κάτι τέτοιο τι σημαίνει, πως γυρνάς, σταμάτα να περιμένεις πάντως, σήκω και περπάτα μέχρι το παράθυρο, ή πάνω στο λόφο, μέχρι να πεις κάτι, κάτι να πεις. ***


 * Ίσως ένα από τα ωραιότερα και τα πιο φιλάνθρωπα κείμενα του Μπέκετ γράφει ο Γεράσιμος Βώκος για το κομμάτι αυτό το οποίο και παραθέτει στον πρόλογο του βιβλίου «Σάμουελ Μπέκετ - Πρόζες, 1945-1980», μτφ. Εριφύλη Μαρωνίτη, εκδ. Πατάκη

** Από το ίδιο βιβλίο, Κείμενα για το τίποτα 3

*** Από άσκηση στα πλαίσια Σεμιναρίου Γραφής με θέμα το Διήγημα με τον Μισέλ Φάις

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ