Life

Εγχειρίδιο Αγένειας

Στρατηγική κοινωνικής επιβίωσης στην πόλη

42352-95226.jpg
Κωνσταντίνος Ματσούκας
ΤΕΥΧΟΣ 547
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
114123-253974.jpg

Τους έκοψα την καλημέρα, έβαλα τέλος σ’ αυτή την εσαεί επαναλαμβανόμενη, υποχρεωτική στιχομυθία του «γεια!», «τι λέει;», «καλά, καλά, εσύ;», «όλα καλά», «μπράβο, ωραία», «ναι, λοιπόν, άντε τα λέμε, γεια». Δεν ξέρω ποιος άδηλος κοινωνικός κανόνας επιβάλλει να ανταλλάσσεις με το γείτονα στο διπλανό διαμέρισμα/το απέναντι μπαλκόνι τέτοιες ρήσεις που ούτε κάποια πληροφορία μεταδίδουν, ούτε κάποιο θέμα αναπτύσσουν. Αποφάσισα πάντως να τον παρακούσω. Και δεν ήταν απλό.

Βοήθησε η προπόνηση με το γωνιακό μαγαζί, γνωστό στα πέριξ και ως «φαρμακείο» - εδωδιμοπωλείο στου Γκύζη με τιμές πλατείας Μαβίλη. Τη δεύτερη ή τρίτη φορά που ψώνιζα και ανακάλυψα ότι με χρέωναν 50 σεντς την μπανάνα, το σχολίασα. Εισέπραξα γλυκό χαμόγελο και ανασήκωμα των ώμων. Σύντομα σταμάτησα όχι μόνο να αγοράζω από εκεί, αλλά και να καλημερίζω, καλησπερίζω και καληνυχτίζω τους ιδιοκτήτες. Το «φαρμακείο» είναι γωνιακό, με γυάλινη πρόσοψη, έτσι ώστε είναι αδύνατη η πρόσβαση στην πόρτα μου χωρίς να διασχίσω το οπτικό τους πεδίο. Θέλει μια συγκεκριμένη τεχνική το να αφήνεις το βλέμμα σου να γλιστράει πάνω σε κάποιον χωρίς να τον βλέπεις, ειδικά εάν αυτό επαναλαμβάνεται δυο και τρεις φορές την ημέρα. (Τα γυαλιά ηλίου είναι εδώ εκ των ων ουκ άνευ.) Αλλά κάθε δυσκολία για καλό. Εξάσκησα έτσι την τεχνική μου στην αποχή από τελετουργίες κοινωνικής λίπανσης.

Την τελειοποίησα μετά στους γείτονες του απέναντι μπαλκονιού. Ρετιρέ εγώ, ρετιρέ κι αυτοί, εργένης με κατοικίδιο, νεαρό ζευγάρι με ποδήλατα, πέντε μέτρα αέρας ανάμεσά μας. Κάθε που βγαίνω να λιαστώ, ν’ αεριστώ, να κυνηγηθώ με τον Γάτο, δεν θέλω ούτε να προσέχω πώς είμαι ντυμένος, ούτε κουβέντες και αβρότητες. Την πρώτη λοιπόν φορά που διασταυρώθηκαν τα βλέμματά μας με το νεαρό γείτονα, εκείνος ύψωσε το χέρι σε χαιρετισμό και χαμογέλασε πλατιά. Συνέχισα να τον κοιτάω κατάματα, παραμένοντας τελείως ακίνητος και ανέκφραστος.

Παρακολούθησα το ανοιχτό χαμόγελο να σπάει στις άκρες και να καταρρέει σαν πετροβολημένο φωτιστικό. Τον λυπήθηκα κι έγειρα ελαφρά το κεφάλι στο πλάι, σε μια ελάχιστη χειρονομία αναγνώρισης. Συνεννοηθήκαμε άπταιστα. Στο επόμενό μας αντίκρισμα, μετά από έναν αδιόρατο δισταγμό εκ μέρους του, το ζήτημα είχε διευθετηθεί. Ενάμιση χρόνο τώρα, κάθε φορά που βρισκόμαστε ταυτόχρονα στα μπαλκόνια, με αγνοούν και τους αγνοώ ολόκαρδα.

Πρόκειται για μια σημαντική στρατηγική κοινωνικής επιβίωσης στην πόλη. Ακόμα και για τα καλά παιδιά, ιδίως γι’ αυτά!, γίνεται κάποτε επιτακτικό να μη χρωστούν πλέον τον εαυτό τους στους άλλους.


Φωτό: Γιώργης Γερόλυμπος 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ