Εμφάνιση φίλτρων
Τίτλος ταινίας
Βαθμολογία
Δρασης

’71

’71
| Έγχρ. | Διάρκεια: 99'
’71
’71

Το 1969, με τις συμπλοκές, τα «troubles», ακόμη φρέσκιες ανάμεσα σε προτεστάντες και καθολικούς, η Μ. Βρετανία αποφάσισε να στείλει στρατιωτική δύναμη στη Βόρεια Ιρλανδία. Δύο χρόνια αργότερα, τη χρονιά δηλαδή στην οποία διαδραματίζεται το φιλμ του Γιαν Ντεμάζ, οι στρατιώτες εξακολουθούσαν να βρίσκονται κυριολεκτικά έξω από τα νερά τους σε μια κατάσταση που δεν είχε δει ακόμη τις χειρότερες μέρες της. Ο επόμενος χρόνος θα ήταν ο πιο αιματηρός στην ιστορία των «troubles» και το σημείο βρασμού που είχε αγγίξει η επερχόμενη βία φαίνεται ξεκάθαρα στο φιλμ, που μέσα από μια ιστορία δράσης κι επιβίωσης στη διάρκεια μιας νύχτας, κατορθώνει να περιγράψει με σαφήνεια κάτι από τη φύση και τους λόγους μιας διαμάχης που ακόμη και σήμερα δεν έχει σβήσει. Το φιλμ του Ντεμάνζ δεν υπολείπεται σε πολιτικό ή κοινωνικό σχόλιο. «Πλούσια καθάρματα διατάζουν ηλίθια καθάρματα να σκοτώσουν φτωχά καθάρματα» λέει ένας από τους χαρακτήρες του φιλμ για το ρόλο του βρετανικού στρατού στη Β. Ιρλανδία, όμως το «’71» δεν ενδιαφέρεται για κηρύγματα. Μέσα από την ιστορία ενός κυνηγημένου στρατιώτη που ξεκινά με την εκρηκτική ένταση μιας συμπλοκής του στρατού με το αγριεμένο πλήθος, για να παραμείνει στα κόκκινα σε όλη τη διάρκειά του, ο Ντεμάνζ χρησιμοποιεί τη φόρμα μιας ταινίας δράσης για να κάνει κάτι σαν υπαρξιακό φιλμ επιβίωσης. Μια ταινία που δείχνει να νοιάζεται κυρίως για το ρυθμό και την αγωνία, μα που, καθώς η ώρα περνά, ανακαλύπτεις πως έχει μπει βαθιά κάτω από το δέρμα κι έχει κατορθώσει να μιλήσει με τρόπο μη προφανή, όχι μόνο για το ιρλανδικό ζήτημα, μα για τον παραλογισμό του πολέμου και τον μπερδεμένο ιστό λανθασμένων ιδεών, αποπροσανατολισμένων πιστεύω, ύποπτων συμφερόντων που τον προκαλούν και που συνεπάγεται. Σκηνοθετημένη με εντυπωσιακή αρτιότητα, άψογη από κάθε σχεδόν πλευρά της, η ταινία αποκαλύπτει ένα σπουδαίο σκηνοθέτη και αποτελεί μία από τις πιο απροσδόκητες εκπλήξεις της χρονιάς.

  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιαν Ντεμάνζ
  • ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Τζακ Ο’Κόνελ, Τσάρλι Μέρφι, Πολ Άντερσον