Αρχειο

Καλώς τηνα (την πέρδικα)

Όταν το λες από μέσα σου κρύα εννοείς «αλλάζω νούμερο τώρα». Κυρίως όταν σε παίρνουν παλιές συμμαθήτριες που δεν σε κάνανε ποτέ παρέα, πρώην γκόμενοι κατηγορίας «ουστ» Ή άτομα που έχεις να δεις 200 χρόνια. Και δεν σου ’χουνε λείψει καθόλου. 

Μανίνα Ζουμπουλάκη
Μανίνα Ζουμπουλάκη
ΤΕΥΧΟΣ 294
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
4797-11788.jpg

Όταν το λες από μέσα σου κρύα εννοείς «αλλάζω νούμερο τώρα». Κυρίως όταν σε παίρνουν παλιές συμμαθήτριες που δεν σε κάνανε ποτέ παρέα, πρώην γκόμενοι κατηγορίας «ουστ» Ή άτομα που έχεις να δεις 200 χρόνια. Και δεν σου ’χουνε λείψει καθόλου.

Μια φίλη ηθοποιός έλεγε κάποτε πως όταν χτυπάει το κινητό της Σάββατο μεσημέρι ξέρει ότι κάποια άγνωστη, παλιά συμμαθήτρια ψάχνει θέσεις για βραδινή παράσταση. «Τι κάνεις, παιδί μου, πού χάθηκες, για δεν παίρνεις ένα τηλέφωνο, ε; …και δεν μου λες, έχετε τίποτα θέσεις σήμερα στο θέατρο; Σ’ αυτό που παίζεις λέω. Α, δεν έχετε… για κανένα άλλο μπορείς να μας βρεις δέκα θέσεις; Αλλά καλές, όχι πίσω-πίσω!»

Έτσι είναι: όταν σε θυμούνται ξαφνικά άνθρωποι που είτε σε αγνοούσανε είτε σε είχανε χεσμένη από χρόνια… είναι επειδή κάτι θέλουν. Αυτό που θέλουν, σπάνια κινείται στα πλαίσια της λογικής: δεν θέλουν να τους δανείσεις ένα 10ευρω, να δώσεις οδηγίες για βελονάκι ή τη συνταγή του σπετζοφάι(ου). Δεν ζητάνε πράγματα που μπορείς να κάνεις, να χαρίσεις ή να δανείσεις, παρά πράγματα απίθανα – εξώφυλλο στo “New Yorker”, π.χ., μια και δουλεύεις στα περιοδικά. Μια σελίδα σε μεγάλη εφημερίδα στην οποία δεν δουλεύεις, αλλά εδώ έχεις άκρες στο “New Yorker”, θα σου ξεφύγει η φυλλάδα; Και παρόλο που δεν είσαι ηθοποιός… ναι, θέλουν πράγματι δέκα θέσεις για την αυριανή πρεμιέρα. Εντάξει, δεν παίζεις εσύ η ίδια ούτε η ξαδέρφη σου – αλλά δεν ήσασταν κάποτε κολλητές με τη σταρ που πρωταγωνιστεί; Δεν έχεις το θάρρος να την πάρεις ένα τηλέφωνο και να ζητήσεις μια εξυπηρέτηση;

Έστω ότι το έχεις, έστω ότι με την πρωταγωνίστρια υπήρξατε όντως κώλος και βρακί. Εδώ δεν την παίρνεις για θέσεις για την ξαδέρφη σου, γιατί θα τη στριμώξεις προς χάριν μιας χαμένης (στο χρόνο); Με τι θάρρος θα πεις «δεν είναι για μένα ούτε για το σόι μου, παρά για κάποια με την οποία πήγαινα μαζί Στρατηγάκη όταν ήμουν 12 και η οποία με θυμήθηκε ξαφνικά επειδή έπαθε μια νοσταλγία»;

Με κανένα (θάρρος), άρα απλώς θα εξηγήσεις βιαστικά στην πώς-την-είπαμε συμμαθήτρια ή στον ποιος-τον-πηδάει-πρώην ότι δυστυχώς αυτό που ζητάει δεν περνάει απ’ το χέρι σου… για να σου απαντήσει ψυχρά ότι το ήξερε πως την έχεις ψωνίσει αλλά έκανε μια προσπάθεια ανθρώπινης επαφής. Όπως βλέπει, δεν αξίζεις τον κόπο. Και λυπάται που είχε σκεφτεί κάτι άλλο. Και ελπίζει να σε λυπηθεί ο Θεός. Και να μη σε τιμωρήσει όπως θα σου άξιζε, δηλαδή με φριχτό τρόπο.

Όλ’ αυτά, όχι επειδή κρατσάνισες στα όρθια τον/την γκόμενό/ά τους ούτε επειδή τους έφαγες λεφτά/κεφτέδες/τιμαλφή, παρά για δέκα ψωροθέσεις σ’ ένα θέατρο. Ή για ένα παλιοεξώφυλλο, εσώφυλλο, ένθετο, διαφημιστικό ή οπισθόφυλλο σε έντυπο το οποίο δεν είναι δικό σου…

Από την άλλη, όταν σε παίρνουν παλιές συμμαθήτριες να τους προτείνεις κάπου να φάνε, να πιούνε ή να χορέψουνε… όλο και κάτι μπορείς να κάνεις για την περίπτωσή τους. Π.χ., θα έστελνα άτομα με οικονομική επιφάνεια και gourmet τάσεις στο “Funky Gourmet”, όπου τα πιάτα είναι πολύ όμορφα για να τα φας και πολύ νόστιμα για να τα ξεχάσεις. Οι δύο σεφ του, Γεωργιάνα Χειλιαδάκη και Νίκος Ρούσσος, δημιουργούν αυτά τα περίεργα πιάτα που είναι ακριβώς όπως λέει κι η λεζάντα, funky και ταυτόχρονα gourmet, δηλαδή υψηλή γαστρονομία με νεανική διάθεση (άθλια έκφραση γιατί θυμίζει παιδεραστή/τον Ροντ Στιούαρτ, αλλά δεν υπάρχει άλλη…). Το “Funky Gourmet” είναι πολύ όμορφο, ένα ανακαινισμένο νεοκλασικό με γυάλινους τοίχους και νεοϋορκέζικη ατμόσφαιρα. Οι τιμές είναι λίγο τσιμπημένες (70-80 ευρώ), αλλά για gourmet τέτοιου τύπου πληρώνεις πολύ περισσότερα. Μας πήγε εκεί ο Επίκουρος, που ξέρει από κρασιά και λεπτές γεύσεις κάθε είδους… και εννοείται ότι δεν έχω ιδέα από τρούφα, ραγκού, coulis κ.λπ., εκτός που τρώω το κρέας μου ψημένο σα τη Σταχτοπούτα την ίδια (κατράμι). Ο Επίκουρος επέμενε ότι τρώγε-τρώγε τόσα χρόνια, κάτι έχω αρπάξει. Το κρασί μάς το κέρασε ο Απίκιος, που ήταν κι αυτός εκεί. Ειλικρινά, αν άνοιγε η πόρτα κι έμπαινε ο Πλίνιος ο Νεώτερος ή ακόμη κι ο Τσελεμεντές, θα πηδούσα απ’ το παράθυρο…

Σε μια πιο λαϊκή νότα, μετά πέρασα από το «Cine Κεραμεικός» στο τελείωμα (αργά) κι άκουσα Δημήτρη Μπάση, Γεράσιμο Ανδρεάτο, Χρυσούλα Στεφανάκη, Κωνσταντίνα Χρήστου σε υπέροχα κλασικά ελληνικά τραγούδια – ο Ανδρεάτος ήταν αποκάλυψη (ΦΟΨ, ή «Φωνάρα Ο Ψηλός») όταν τον πετύχαμε πριν μερικά χρόνια κι εξακολουθεί να κεντάει. Παρόλο που είναι εντελώς «καμία-μα-καμία-σχέση-με-σταρ-σύστεμ», το σχήμα είναι παρεΐστικο, ζεστό… και οι φωνές σκίζουν. Εδώ θα έστελνα κάποιον να περάσει ωραία, ακόμα κι αν ήταν καταραμένος πρώην, ακόμα κι αν ήθελε δέκα θέσεις για πρεμιέρα θεάτρου: τουλάχιστον θα το γλεντούσε και δεν θα μου έκανε βουντού μετά, που δεν τον/την εξυπηρέτησα με εκείνο το εξωφυλλάκι του “New Yorker”. Στο οποίο (εξωφυλλάκι) ψήνω τώρα να βάλουνε εγχώρια πρωταγωνίστρια, ώστε να έχω άκρες με τις πρεμιέρες της. Είναι θέμα χρόνου, μιλάμε, και μ’ έναν σμπάρο δυο τρυγόνια. Ή έστω πέρδικες.    

   

Funky Gourmet, Παραμυθιάς 13 & Σαλαμίνος, Κεραμεικός, 210 5242.727, 5242.728

Cine Κεραμεικός, Κεραμεικού 58 & Μαραθώνος,  210 5222.222 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ