Ελλαδα

Η ιστορία του Έλληνα που σκότωσε τον πρωθυπουργό του Απαρτχάιντ

Η ζωή του Δημήτρη Τσαφέντα έγινε βιβλίο, ντοκιμαντέρ, θεατρικό έργο

62224-137655.jpg
Newsroom
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
337025-700946.jpg

Ο Δημήτρης Τσαφέντας το 1966 δολοφόνησε τον Χέντρικ Φερβούρτ, πρωθυπουργό του Απαρτχάιντ

Ο Δημήτρης Τσαφέντας είναι ένα πρόσωπο με εν πολλοίς άγνωστη ιστορία. Πρόκειται για έναν ελληνικής καταγωγής Νοτιοαφρικανό, ο οποίος το 1966 δολοφόνησε τον πρωθυπουργό του Απαρτχάιντ, Χέντρικ Φερβούρτ, επειδή του απαγορεύτηκε να παντρευτεί μια μαύρη Νοτιοαφρικανή. Γεννήθηκε μια μέρα σαν σήμερα, στις 14 Ιανουαρίου του 1918 στη Μοζαμβίκη και γονείς του ήταν ο Κρητικός Μιχάλης Τσαφαντάκης και η ντόπια Αμίλια Βίλιανς. Ο πατέρας ήταν επιστάτης σε κτήματα και η μητέρα εργάτρια. Ο Δημήτρης γεννιέται μιγάς. Κάποιες πληροφορίες λένε πως η Αμίλια πέθανε στη γέννα, κάποιες άλλες ότι παράτησε τον Δημήτρη με το που γεννήθηκε. Πάντως, ο πατέρας αναγνώρισε το παιδί και το στέλνει να μεγαλώσει με τη γιαγιά Κατερίνα στην Αλεξάνδρεια. Όμως στα 8 του χρόνια στέλνεται και πάλι πίσω στον πατέρα, ο οποίος τώρα βρίσκεται στην Πραιτόρια της Νότιας Αφρικής, καθώς η γιαγιά έχει πλέον γεράσει.  

Ο Δημήτρης μάλλον δεν είναι ευπρόσδεκτος στην οικογένεια και ο πατέρας του έχει παντρευτεί μια άλλη γυναίκα. Δουλεύει ως εργάτης, οργανώνεται στο κομμουνιστικό κόμμα και χαρακτηρίζεται δύστροπος χαρακτήρας. Με το που ενηλικιώνεται αρχίζει να ταξιδεύει ως ναυτεργάτης για 20 χρόνια. Καθώς μιλούσε 8 γλώσσες στην Τουρκία εργάστηκε για ένα διάστημα ως καθηγητής, ταξίδεψε στη Γερμανία, την Πορτογαλία, την Ολλανδία. Ο ίδιος σε ένα γράμμα του ανέφερε ότι στην Παλαιστίνη αντιμετωπίστηκε ως ήρωας επειδή «έφερε βροχή». Στην Αμερική νοσηλεύτηκε δύο φορές σε ψυχιατρείο.

Ο Δημήτρης Τσαφέντας επιστρέφει στη Νότιο Αφρική στις αρχές του ’60, μετά το θάνατο του πατέρα του και ύστερα από πρόσκληση του γαμπρού του. Είναι μιγάς όμως, και δεν έχει αποδοχή, ούτε από το κράτος ούτε από την ελληνική κοινότητα. Όταν στο Κέιπ Τάουν γνωρίζει μια οικογένεια μαύρων, ερωτεύεται την κόρη τους και για να μπορέσει να την παντρευτεί ζητά να αλλάξει το χρώμα στο διαβατήριό του και να αναφέρεται πλέον ως «μαύρος». Το αίτημά του δεν γίνεται δεκτό. Την ίδια περίοδο, άγνωστο πώς, πιάνει δουλειά στη Βουλή.

Στις 6 Σεπτεμβρίου του 1966 δολοφονεί με τέσσερις μαχαιριές τον πρωθυπουργό Χέντρικ Φερβούρτ και στην ανάκριση ισχυρίζεται ότι έπαιρνε εντολές από ένα σκουλήκι που ζούσε στο στομάχι του. Δύο ψυχίατροι κατέληξαν ότι είναι ψυχοπαθής, δίκη δεν έγινε ποτέ και μεταφέρθηκε σε φυλακές υψίστης ασφαλείας. Εκεί γνωρίζεται με τον Αλέξη Μουμπάρη, ο οποίος ήταν καταδικασμένος για δράση κατά του απαρτχάιντ και του λέει «τον σκότωσα τον νταή τους». Ο Μουμπάρης δραπετεύει, ο Τσαφέντας όχι. Όταν ο Μαντέλα ανεβαίνει στην εξουσία μεταφέρεται σε ψυχιατρείο. Εκεί θα ζήσει μέχρι το θάνατό του, στις 7 Οκτωβρίου του 1999. Θα ταφεί τρεις ημέρες αργότερα, παρουσία τεσσάρων Ελλήνων και τριών ντόπιων. Θάφτηκε χωρίς σταυρό, παρότι ήταν χριστιανός, με μία πέτρα μόνο να υποδηλώνει ότι κάποιος βρίσκεται θαμμένος εκεί.

Η ζωή του έγινε βιβλίο («Αναπαράσταση μιας δολοφονίας», Ενκ βαν Βούρντεν, εκδ. Κέδρος), ντοκιμαντέρ (Μανώλη Δημελλά: Live and let live, Οδοιπορικό στην ταραχώδη ζωή του Δημήτρη Τσαφέντα), θεατρικό έργο (Άντονι Σερ: «Δελτίο Ταυτότητας»).

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ