Ελλαδα

​Συγκλονίζουν οι καταθέσεις των υπαλλήλων και των πυροσβεστών στη δίκη της Marfin

«Μας έβλεπαν να καιγόμαστε» - «Κουκουλοφόροι μας εμπόδισαν να φτάσουμε στην τράπεζα»

62224-137655.jpg
Newsroom
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
327524-676900.jpg
ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΝΙΚΟΣ ΛΩΛΗΣ

Με τις συγκλονιστικές περιγραφές των υπαλλήλων της Marfin, των πυροσβεστών που κλήθηκαν στην οδό Σταδίου το μεσημέρι της 5η Μαΐου του 2010, αλλά και αυτοπτών μαρτύρων, συνεχίστηκε την Παρασκευή στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας η δίκη για τον εμπρησμό της τράπεζας το 2010. Από τη φωτιά που ξέσπασε στο υποκατάστημα της τράπεζας Marfin, έχασαν τη ζωή τους τέσσερα άτομα, τρεις υπάλληλοι κι ένα αγέννητο παιδί.

Αίσθηση προκάλεσαν οι καταθέσεις των υπαλλήλων που τόνιζα πως εκείνη την ημέρα της γενικής απεργίας είχαν εντολή να δουλέψουν, ενώ υποστήριξαν: «Μας έβλεπαν να καιγόμαστε και δεν υπήρχε καμία κίνηση αλληλεγγύης». Την ίδια ώρα, πυροσβέστης κατήγγειλε πως «κουκουλοφόροι προσπάθησαν να μας εμποδίσουν να φτάσουμε στην τράπεζα».

Την Παρασκευή, κατά τη δεύτερη συνεδρίαση του δικαστηρίου, στο επίκεντρο της ακροαματικής διαδικασίας βρέθηκε η κατάθεση του περιπτερά και αυτόπτη μάρτυρα Θ. Γιαννακούλια, ο οποίος μίλησε για την παρουσία κάποιου άνδρα στα γεγονότα, με σωματότυπο, που όπως είπε, έμοιαζε με αυτόν του κατηγορουμένου Θοδωρή Σιψά. Η κατάθεση του μάρτυρα, αμφισβητήθηκε έντονα από την υπεράσπιση, καθώς είχε στηριχθεί στον «σωματότυπο» και το «ανδρικό περπάτημα», αλλά και από μέλος του δικαστηρίου που είπε στον κ. Γιαννακούλια: «Μας μπερδεύετε...».  Τότε, ο μάρτυρας ξεκαθάρισε πως επειδή η ομάδα των ατόμων «τον προσπερνούσε, δεν είδε πρόσωπα» ενώ όταν του επιδείχθηκαν φωτογραφίες από το συμβάν, κατέληξε πως «τώρα δεν είμαι σε θέση να αναγνωρίσω κανέναν».

Υπενθυμίζεται πως στο εδώλιο κάθονται δύο κατηγορούμενοι. Ο Θοδωρής Σίψας, που κατηγορείται για τον εμπρησμό της Μαρφίν, και ο Παύλος Αντέεβ ή Ανδρεάδης, ο οποίος έχει παραπεμφθεί στο εδώλιο για τον αντίστοιχο εμπρησμό χωρίς θύματα του βιβλιοπωλείου ΙΑΝΟΣ. Οι δύο κατηγορούμενοι έχουν αρνηθεί τα αδικήματα που τους αποδίδονται και τα οποία κατά περίσταση, είναι: Ανθρωποκτονία εκ προθέσεως κατά συναυτουργία και κατά συρροή, απόπειρα ανθρωποκτονίας, κατοχή εκρηκτικών υλών, έκρηξη κ.ά.

«Ήμουν εγκλωβισμένος στο μπαλκόνι, δεν ήξερα αν πρέπει να πηδήξω ή να καώ»

Συγκλονιστική ήταν η κατάθεση του Δημήτρη Παντάζη, υπαλλήλου της Marfin, που γλίτωσε τον θάνατο πηδώντας από το μπαλκόνι της φλεγόμενης τράπεζας:

«Μας είχαν στο στόχαστρο, φωνάζανε... Είδα ότι έχει σπάσει το τζάμι του ισογείου και ότι κάποια άτομα έριχναν εύφλεκτο υλικό. Πήρα πυροσβεστήρα, αλλά δεν τα κατάφερα. Έτσι, ανεβήκαμε πάνω στον 2ο όροφο. Η φωτιά άρχισε σιγά-σιγά να ανεβαίνει... Ήμουν εγκλωβισμένος στο μπαλκόνι, δεν ήξερα αν πρέπει να πηδήξω ή να καώ... πετούσαν πέτρες. Παρείσφρεαν στην πορεία... βλέπαμε να σπάνε τον Ιανό. Δεν ήταν οι διαδηλωτές που ήρθαν να διαδηλώσουν για το Μνημόνιο. Είχαν μπει μέσα στη πορεία. Είχαν καλύψει τα πρόσωπα τους. Στις 2 παρά 5 ακούσαμε το σπάσιμο... Εγώ εν τέλει, πήδηξα από το μπαλονι... Όσο ήμουν στο μπαλκόνι δεν είδα κίνηση αλληλεγγύης προς εμάς... Υπήρχε μόνο ένας άνθρωπος που φώναζε "Μέσα καίγονται ρε παιδιά"» Υπεράσπιση: Σύστημα πυρόσβεσης υπήρχε;

Μάρτυρας: Όχι δεν υπήρχε... Η τράπεζα είχε μια μοναδική έξοδο διαφυγής, η οποία καίγονταν... Ποιος θα πήγαινε να βγει από αυτή τη πόρτα;

«Μας πετούσαν πέτρες παρόλο που φωνάζαμε ότι καιγόμαστε»

Η υπάλληλος Παναγιώτα Βασιλάκου κατέθεσε: «Ακόμα και σήμερα μετά από έξι χρόνια, όταν ανάβουμε τη ψησταριά για να ψήσουμε κρέας με πιάνει πανικός. Είναι κάποια πράγματα που έχουν κάτσει μέσα μας».

Η μάρτυρας περιέγραψε πως: «Στις 2 παρά κάτι ακούσαμε φωνές: "μας καίνε, μας καίνε"...είδα κάποιον φορούσε χακί και κρατούσε κάτι σαν μπουκάλα καταδύσεων και μπροστά είχε πράσινο λάστιχο ποτίσματος. Ήταν γεροδεμένος με έντονη τριχοφυΐα στα χέρια (...) Το πλήθος ήταν άγριο. Πετούσαν πέτρες παρόλο που φωνάζαμε ότι καιγόμαστε. Η φωτιά πρέπει να μπήκε γύρω στις 2 παρά 5. Άκουσα το συναγερμό μετά. Όλο αυτό το πράγμα κράτησε 10 λεπτά. Βγήκα στο μπαλκόνι να δω αν έρχεται πυροσβεστική και δεν μπορούσαμε να γυρίσουμε πίσω. Η Παρασκευή πέθανε στο διπλανό μπαλκόνι και δεν την έβλεπα καν από τον καπνό...» κατέληξε.

«Είχαμε άνωθεν εντολή να δουλέψουμε»

Η συνταξιούχος υπάλληλος της τράπεζας Ελευθερία Αθανασίου κατέθεσε ότι εκείνη την ημέρα είχαν «άνωθεν εντολή» να εργαστούν παρά το γεγονός ότι είχε προγραμματιστεί η διαδήλωση.

Σε ό,τι αφορά στα γεγονότα, η μάρτυρας περιέγραψε: «Ήμουν στον ημιώροφο. Κάποια στιγμή είδα απέναντί μου μια ομάδα νεαρών. Ήταν κουκουλοφόροι, πέταγαν πέτρες. Πέταξαν μολότοφ, έβγαζε ένα καπνό που δεν έχω ξαναδεί, γιατί και άλλη φορά μας είχαν πετάξει μολότοφ. Δεν τους είδα, άκουσα το θόρυβο. Αμέσως ο καπνός ανέβηκε πάνω. Πνιγήκαμε κυριολεκτικά. Ανεβήκαμε προς το πάνω. Φτάσαμε στον τρίτο όροφο σε ένα μπαλκονάκι....».

Για απειλητικά μηνύματα στο κτίριο που στεγαζόταν η Marfin έκανε λόγο ο υπάλληλος Ηλίας Μπούρης, ο οποίος κατέθεσε: «Ήμουν στο πατάρι, δεν είχα οπτική επαφή... Υπήρχαν απειλητικά μηνύματα κατά καιρούς στους τοίχους με σπρέι: "Θάνατος στους τραπεζίτες", διάφορα τέτοια. Μας είχαν ξαναρίξει βόμβες». 

«Ξαφνικά το κατάστημα πήρε φωτιά»

Η υπάλληλος Αγγελική Τριανταφύλλου ανέφερε: «Ξαφνικά το κατάστημα πήρε φωτιά. Μας έσωσε ο συνάδελφός μου Ηλίας ο Μπούρης. Το λέω και ανατριχιάζω. Μας τράβαγε να ανέβουμε στο ταρατσάκι. Αν δεν υπήρχε ο Ηλίας, 21 άτομα θα  ήμασταν νεκροί».

«Μας έβλεπαν σαν δημόσιους υπαλλήλους μας έλεγαν " θα σας κάψουμε και εσάς"»

Από το Δικαστήριο εξετάστηκαν και πυροσβέστες που έσπευσαν στο σημείο για να σβήσουν τη φωτιά.

«Κόσμος μας φώναζε φύγετε από 'δω...» ανέφεραν, προσθέτοντας: «Υπήρχαν απειλητικές φωνές από κόσμο που ανέβαινε την πορεία. Ο κόσμος φώναζε και μας έβριζε. Έπρεπε να φυλάξουμε τα νότα μας. Μας έβλεπαν σαν δημόσιους υπαλλήλους μας έλεγαν " θα σας κάψουμε και εσάς"!» τόνισαν.

Ο πυροσβέστης, Κωσταντίνος Αλεξόπουλος, ανέφερε πως όταν πλησίαζαν στην τράπεζα μια ομάδα «οχτώ με δέκα ατόμων χτυπούσε το καπό (σ.σ. του πυροσβεστικού οχήματος)», εμποδίζοντάς τους να προχωρήσουν. «Ήταν νέοι, είχαν καλυμμένα πρόσωπα. Δεν ξέρω όμως αν τα άτομα αυτά γνώριζαν τι γινόταν παρακάτω (σ.σ. στην τράπεζα). Κάποια στιγμή έφυγαν. Φτάσαμε και το ισόγειο καιγόταν. Υπήρχαν κανά-δυο άτομα με πυροσβεστήρες, δεν ξέρω αν ήταν πολίτες ή υπάλληλοι. Είχε καεί όλο το ισόγειο και ο ημιώροφος. Υπήρχε πολύ έντονος καπνός. Απεγκλωβίσαμε δύο γυναίκες από το μπαλκόνι... Ο καπνός ήταν πολύ πυκνός....».

Η δίκη θα συνεχιστεί στις 27 Οκτωβρίου.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ