Θεατρο - Οπερα

Οι Γάμοι του Φίγκαρο: Τι μάθαμε για την εντυπωσιακή παραγωγή της ΕΛΣ

Ο σκηνοθέτης της παράστασης Αλέξανδρος Ευκλείδης και η Αγγέλα Σαρόγλου, που υπογράφει τη δραματουργία της αριστουργηματικής όπερας του Μότσαρτ, μίλησαν στην A.V.

53155-117261.jpg
Λένα Ιωαννίδου
ΤΕΥΧΟΣ 695
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
a._eykleidis_-_a._sarogloy_3.jpg

Ο Φίγκαρο θα πάρει τη Σουζάνα, ή θα τον προλάβει ο Κόντε; Γιατί είναι θλιμμένη η Κοντέσα; Με πόσες είναι ερωτευμένος ο Κερουμπίνο; Τι ζητάει η Μαρτσελίνα; Ποιον έχει γιο ο Μπάρτολο; Ποιος κρύβεται κάτω από το φουστάνι της Μπαρμπαρίνας; Ποιος πήδηξε τελικά από το παράθυρο και χάλασε τα λουλούδια του κηπουρού;

1x4a3950_edited.jpg

Οι «Γάμοι του Φίγκαρο», η αριστουργηματική όπερα του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ, επιστρέφει στην Εθνική Λυρική Σκηνή σε μια νέα εντυπωσιακή παραγωγή. Ο σκηνοθέτηςτης παράστασης Αλέξανδρος Ευκλείδης και η Αγγέλα Σαρόγλου, που υπογράφει τη δραματουργία, μίλησαν στην A.V.  για τη σύγχρονη ματιά τους πάνω στην όπερα, για τα διαχρονικά ταξικά ζητήματα που θέτει το έργο αλλά και για το χαοτικό γαϊτανάκι παρεξηγήσεων, μεταμφιέσεων και ερωτικών παρεκτροπών που κατόρθωσαν να τυλίξουν και να ξετυλίξουν σε 8 δωμάτια και 35 μέτρα σκηνικού…

Είχατε δηλώσει παλιότερα ότι τα κλασικά έργα θα πρέπει να διαχειρίζονται με τόλμη για να μην αφορούν μόνο ένα περιορισμένο κοινό. Ισχύει και στην περίπτωση των «Γάμων του Φίγκαρο»;  
Αλέξανδρος Ευκλείδης: Νομίζω ναι. Αυτό που φτιάξαμε με την Αγγέλα, στη δραματουργία της παράστασης θέλαμε να αφορά τον κόσμο ανεξαρτήτως εξειδίκευσης στην όπερα. Υπάρχουν αυτοί που έρχονται, όχι να δουν μια παράσταση αλλά να «ξαναδούν» κάτι που έχουν στο μυαλό τους, ένα στερεότυπο. Είναι το κλασικό –και παγκόσμιο– φαινόμενο του «κοινού της όπερας». Ε, αυτό δεν είναι το κοινό στο οποίο στοχεύουμε.

Αγγέλα Σαρόγλου: Έχοντας και οι δύο δουλέψει στην «Όπερα της βαλίτσας», στην ουσία συνεχίζουμε την εξωστρέφεια της καμπάνιας που έγινε πριν ανοίξει αυτό το θέατρο –όπου η όπερα ταξίδευε στο κοινό και όχι το αντίθετο– για να «ξεφοβίσουμε» μέρος του κόσμου που θα ήθελε να έρθει. 

1x4a4333.jpg

Την τελευταία δεκαετία γίνεται έτσι κι αλλιώς μια μεγάλη προσπάθεια διεθνώς, από σκηνοθέτες και δραματουργούς να προσελκύσουν με τη δουλειά τους ένα κοινό το οποίο μέχρι τώρα νομίζει ότι δεν το αφορά η όπερα. Κατά τη γνώμη μου είναι μια σωστή προσπάθεια, γιατί αν επιμένεις να λες, αυτή είναι η όπερα και σ’ όποιον αρέσει, κάποια στιγμή θα πεθάνει…Πόσο, όμως, μπορεί να ενδιαφέρουν τον σύγχρονο θεατή οι «Γάμοι του Φίγκαρο»;
Α.Σ. Τα καλά έργα, από τον Αισχύλο και τον Μότσαρτ μέχρι και τα σημερινά, αυτά που θα μείνουν στο ρεπερτόριο, εμπεριέχουν αλήθειες πανανθρώπινες, άρα διαχρονικές. Και οι «Γάμοι του Φίγκαρο» είναι αυτό ακριβώς. Ήταν, είναι και θα είναι ένα επίκαιρο έργο. Μας ρωτάνε κάποιοι: «Και το diritto feudale –το φεουδαρχικό δικαίωμα της πρώτης νύχτας που θίγει το έργο– πώς το αντιμετωπίζετε»; Δεν θέλαμε να εστιάσουμε στο θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης, προτιμήσαμε να το συμπεριλάβαμε ως ένα φαινόμενο το οποίο υπήρχε και προφανώς θα συνεχίσει να υπάρχει. Εμάς μας ενδιαφέρουν περισσότερο οι χαρακτήρες: γιατί ο Κόντε είναι αυτός που είναι και μπορεί να κάνει αυτά που κάνει ή πώς ο Φίγκαρο αντιμετωπίζει την προσπάθεια του Κόντε να εκμεταλλευτεί το φεουδαρχικό του δικαίωμα και να πάει με τη μέλλουσα σύζυγό του, την όμορφη Σουζάνα. Δράση και αντίδραση.

Α.Ε. Οι «Γάμοι του Φίγκαρο» γράφονται σε μια κομβική στιγμή, λίγο πριν την ανατροπή της κατεστημένης τάξης από τη Γαλλική Επανάσταση. Αναφέροντας με πικάντικο τρόπο το φεουδαρχικό δικαίωμα της πρώτης νύχτας του γάμου, προβάλλεται η ύπαρξη μιας παράλογης εξουσίας η οποία διαιωνίζεται από γενιά σε γενιά και στην οποία οφείλουμε να παραχωρούμε τα πάντα, ακόμα και την παρθενιά της γυναίκας μoυ.

Α.Σ. Το «είμαι αφεντικό σου, άρα θα σε κάνω ό,τι θέλω» το κουβαλάμε μέχρι σήμερα. Το έργο μιλά για το ταξικό ζήτημα, χωρίς ωστόσο να γίνεται διδακτικό. Έχει μια λεπτή ειρωνεία, όπου οι τάξεις συνυπάρχουν, αλληλοχρησιμοποιούνται ανάλογα με την κατάσταση και, όποτε δεν τους συμφέρει, θυμούνται πάλι την τάξη τους και χωρίζουν…

Α.Σ. Οι χαρακτήρες του Μπωμαρσαί δεν μπαίνουν σε κουτάκια, αυτός είναι ο κακός, αυτός ο καλός, αυτός ο πονηρός. Όλοι είναι τα πάντα, ανά πάσα στιγμή.

Α.Ε. Όλοι δε έχουν μιας μορφής εξουσία. Ο Μότσαρτ, που είναι μια τρομερή μουσικοθεατρική ευφυΐα, παρουσιάζει τους ήρωες και την ισχύ τους παίζοντας με όρους μουσικούς. Συχνά  βάζει ένα μαρς –το κατεξοχήν σύμβολο εξουσίας– στα μουσικά μέρη του Φίγκαρο γιατί στην ουσία αυτός είναι το μέλλον, ενώ ο Κόντε είναι ο κόσμος που τελειώνει.

Α.Σ. Η κορυφαία στιγμή στην όπερα αυτή, είναι το περίφημο «Ah, tutti contenti» (όλοι είναι ευχαριστημένοι) του φινάλε. Ενώ το έργο τελειώνει χωρίς να έχει λυθεί κανένα πρόβλημα, δηλώνει τον συμβιβασμό των χαρακτήρων μεταξύ τους – αλλά μόνο για σήμερα. Από αύριο μπορεί να ξαναρχίσει όλος αυτός ο φαύλος κύκλος….

Α.Ε. Ο Μπωμαρσαί παρουσιάζει αριστοτεχνικά μια δράση που ανακυκλώνεται όπως ακριβώς και η κοινωνία εκείνης της εποχής και δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε αδιέξοδο, κάτι που αποδείχθηκε λίγα χρόνια μετά, με τη Γαλλική Επανάσταση. 

a._eykleidis_-_a._sarogloy_4.jpg

Εσείς ανατρέξατε στο αρχικό κείμενο του Μπωμαρσαί;
Α.Ε. Ναι, έχουμε προσθέσει στοιχεία από το πρωτότυπο, που δεν υπάρχουν στο λιμπρέτο του Ντα Πόντε. Συμπληρώνουν ορισμένα κενά – ξέρετε, εκείνη την εποχή οι όπερες γράφονταν με τρομακτική ταχύτητα και η επεξεργασία του λιμπρέτου ήταν στοιχειώδης.

Α.Σ. Το κάναμε και για έναν ακόμα λόγο. Δεν μπορείς να φτιάξεις έναν κόσμο βασισμένος μόνο στους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες. Για να γίνει καθαρό το πλέγμα των σχέσεων χρειάζεσαι το σύνολο των ανθρώπων που εμφανίζονται στη σκηνή, γιατί όλοι βάζουν το χεράκι τους στην εξέλιξη του έργου. Ανατρέξαμε, λοιπόν, στον Μπωμαρσαί για να προσθέσουμε, έστω και από μια φράση, σε όλα τα πρόσωπα του έργου.

Το σκηνικό της παράστασης που θα δούμε, έχει μια κινηματογραφική λογική. Σε τι ακριβώς εξυπηρετεί;
Α.Ε. Η ιδέα αυτής της παράστασης ξεκίνησε από μια σκηνογραφική ιδέα. Φτιάξαμε το σπίτι του Κόμη να έχει οκτώ δωμάτια, σαν βαγόνια, τα οποία αναπτύσσονται σε ένα εξαιρετικά μακρύ σκηνικό 35 μέτρων, κάτι που μόνο στο θέατρο αυτό θα μπορούσε να γίνει! Χρησιμοποιούμε τους μηχανισμούς της σκηνής και όλο το πλάτος της για να κάνουμε ένα «travelling» που σου δείχνει τι συμβαίνει  «εν τω μεταξύ», στο διπλανό δωμάτιο,  ή για να δεις σε ένα «splitscreen», όσα εκείνη τη στιγμή σου αφηγείται ο πρωταγωνιστής. Εκείνη την εποχή, επειδή δεν μπορούσαν να διευρύνουν δραματουργικά τον χώρο, συνήθιζαν να περιγράφουν κάτι που συνέβαινε αλλού. Αυτό, για τα σημερινά δεδομένα είναι και πληκτικό και δυσκολεύει τον θεατή, που έχει μάθει να τα βλέπει όλα με εικόνα, να καταλάβει τι συμβαίνει. Ειδικά στους «Γάμους του Φίγκαρο» που είναι όλα τόσο μπερδεμένα, κυριολεκτικά χάνεται… Εμείς προσπαθήσαμε να κάνουμε πιο εύκολη την κατανόηση. Για παράδειγμα, η Κοντέσα εμφανίζεται στη δεύτερη πράξη της όπερας με την περίφημη άρια «Porgiamor», αλλά δεν γνωρίζουμε τίποτα γι αυτήν. Σ’ εμάς βρίσκεται από την αρχή στη σκηνή επομένως, όταν φτάνει η σκηνή της άριας έχουμε μάθει τι άνθρωπος είναι, ποιες είναι οι σχέσεις της με τον εραστή της, ή με την υπηρέτριά της, και το πιο σημαντικό, πώς αφέθηκε στον γάμο αυτό, ενώ γνώριζε ότι ο Κόντε είναι… ρεμάλι.

Α.Σ. Ο Μότσαρτ είναι ευφυΐα στη χαρακτηρολογία, έχει απίστευτο βάθος και οξύτητα και κανενός είδους στερεοτυπική προσέγγιση. Όταν λοιπόν καλείσαι να τραγουδήσεις κάτι τόσο απλό και ταυτόχρονα τόσο δύσκολο, αν δεν κάνεις επισταμένως πρόβες για να μπει μέσα στο σώμα, στον μυ, ο χαρακτήρας που υποδύεσαι και από πάνω να έρθει να ολοκληρώσει η φωνή, το αποτέλεσμα είναι ατελές. Γι’ αυτό πιστεύουμε ότι η ιδέα μας αυτή διευκολύνει και τον τραγουδιστή, τον βάζει σε εγρήγορση, αφού η αδρεναλίνη της παράστασης έχει ξεκινήσει από την πρώτη πράξη. 

a._eykleidis_-_a._sarogloy_2.jpg

Χρονικά τοποθετείτε το έργο περίπου στη σύγχρονη εποχή. Γιατί;
AE. Θελήσαμε να πάρουμε μια θέση απέναντι στον χωροχρόνο της παράστασης που να είναι η πιο βολική για τον θεατή. Επιλέξαμε το vintage, ένα παγκόσμιο trend που ερμηνεύει την ανάγκη μας να παίρνουμε αποστάσεις από αυτό που είμαστε και συγχρόνως να προβάλλουμε το καλύτερο από το βιωμένο μας παρελθόν. Το ίδιο άλλωστε έκαναν ο Μπωμαρσαί, ο Ντα Πόντε και ο Μότσαρτ επιλέγοντας ως τόπο δράσης τη Σεβίλλη – μολονότι το έργο δεν έχει καμία «ισπανικότητα». Συνειδητά έπαιρναν την απόσταση που χρειαζόταν για να μιλήσουν για κάτι πιο οικουμενικό και ταυτόχρονα σύγχρονό τους που θα επέτρεπε στον θεατή της εποχής να δει τα πράγματα μέσα από το δικό του πρίσμα, χωρίς αυτά να ταυτίζονται με την καθημερινότητά του.

Α.Σ. Επιπλέον θεωρήσαμε πιο έντιμο να είμαστε κοντά σε κάτι που μπορούμε να εκπροσωπήσουμε καλύτερα και να πει την ιστορία, παρά να χρησιμοποιήσουμε την –εσφαλμένη συνήθως– εικόνα που έχουμε για το τι ήταν η εποχή εκείνη. Αν σκεφτείς ότι στο Χόλιγουντ για να κάνουν μια ταινία εποχής μελετούν μήνες την παραμικρή λεπτομέρεια, ακόμα και για τη δαντέλα που θα χρησιμοποιήσουν, με το να βάλεις στην όπερα ένα φουρό και μια περούκα και να σηκώνεις το δαχτυλάκι σου πιάνοντας το φλιτζάνι του καφέ είναι αστείο να νομίζεις ότι αναβιώνεις εκείνη την περίοδο.

Οι «Γάμοι του Φίγκαρο» είναι ένα ατέλειωτο γαϊτανάκι μεταμφιέσεων. Τις αξιοποιήσατε;
Α.Ε./Α.Σ. (γελώντας) Στο έπακρο! Κάποιες μάλιστα από τις μεταμφιέσεις γίνονται επί σκηνής. Είναι ένα εργαλείο για να καταλάβεις ποιος είναι ποιος. Ο Μπωμαρσαί, για παράδειγμα, έχει βάλει αυτήν την ιδιοφυή και εξαιρετικά περίεργη μορφή του Κερουμπίνο –έναν ανδρικό ρόλο γραμμένο από τον Μότσαρτ να παίζεται από γυναίκα– κάνοντας ένα σχόλιο πάνω στη ρευστότητα των φύλων με τον διακριτικό και απόλυτα φυσικό τρόπο που είχε ο 18oς αιώνας να θέτει ερωτήματα. Εμείς στηριζόμενοι στην πρώτη του άρια που λέει «δεν ξέρω πια ποιος είμαι, τι κάνω…» επιλέξαμε να τον εμφανίσουμε σαν ένα τυπάκι ροκαμπίλι για να τονίσουμε το θέμα της σεξουαλικότητας των εφήβων, να δείξουμε την αναστάτωση που επικρατεί μέσα τους. Ο Κερουμπίνο είναι ένας έφηβος που βράζει. Μετά όμως όταν ντύνεται γυναίκα, που είναι κιόλας, είναι μια πολύ ωραία γυναίκα!

Είστε ένας σκηνοθέτης και εσείς μια δραματουργός. Ποιος ήταν τελικά ο ρόλος του καθενός στην προετοιμασία της παράστασης;
Α.Ε. Τα κάναμε όλα μαζί. Με την Αγγέλα μετράμε 10 χρόνια συνεργασίας και δεν υπάρχουν πια διακριτοί ρόλοι. Σε μια τέτοια περίπλοκη παραγωγή που στην ίδια νότα της παρτιτούρας συμβαίνουν πέντε διαφορετικά πράγματα επί σκηνής είναι αδύνατον να αυτοσχεδιάσεις. Πρέπει να είναι όλα κουρδισμένα στην εντέλεια. Η Αγγέλα σαν δραματουργός έχει μεγάλη διεθνή εμπειρία από τεράστιες παραγωγές όπερας, εγώ πάλι τα χάνω καμιά φορά. Εκεί όμως που «κολλάει» ο ένας, έρχεται ο άλλος να τον «ξεκολλήσει»… 


Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο Guide της Athens Voice

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ