Θεατρο - Οπερα

«Ελένη»: Πολεμώντας τα στερεότυπα με εργαλείο το αρχαίο δράμα

«Ελένη» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Τζωρτζίνας Κακουδάκη, Εφηβικό Θέατρο εντός των τειχών, Θέατρο του Νέου Κόσμου

335178-696166.jpg
Γιώργος Σαμπατακάκης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
«Ελένη» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Τζωρτζίνας Κακουδάκη, Εφηβικό Θέατρο εντός των τειχών, Θέατρο του Νέου Κόσμου
© Domniki Mitropoulou

«Μα, η ωραία Ελένη χοντρή; Είναι δυνατόν;», ψιθύρισε μια μητέρα στο τέλος της παράστασης...

Ανεξάρτητα από το ρατσιστικό εύρος της αντίδρασης αυτής, το πράγμα γίνεται πιο τρομακτικό, αν συνειδητοποιήσουμε επιτέλους πως τα τελευταία χρόνια η χώρα μας θρηνεί τρεις τουλάχιστον «δολοφονίες» από σχολικό τραμπουκισμό, τον οποίο στάθηκαν ανίκανοι να αποτρέψουν κάποιοι υπερήφανοι γονείς «αρίστων» και Έλληνες παιδαγωγοί ανά την επικράτεια. Ο λόγος είναι εγκληματικά απλός, επειδή ακριβώς τις ίδιες ρατσιστικές αντιλήψεις φαίνεται πως συμμερίζονται συχνά από κοινού γονείς, δάσκαλοι και μαθητές μέσα στο συντηρητικό μόρφωμα της αγίας ελληνικής οικογένειας που παραμένει βαθιά καθηλωμένη στα τελειωμένα ιδεολογήματά της.

Από τότε που η καταπολέμηση του bullying έγινε της μόδας (σέρνοντας και μερικά ΕΣΠΑ πίσω του), αρχίσαμε να συζητούμε για ζητήματα διαφορετικότητας μέσα στο σχολείο, αναπαράγοντας και συχνά επιβεβαιώνοντας την εικόνα του «δυστυχισμένου και τρομαγμένου παιδιού» που στιγματίζεται ως θύμα μίσους και γελοιοποίησης. Όλες αυτές οι καμπάνιες και οι δράσεις που είναι σχεδιασμένες να «εργαλειοποιούν» την ασφάλεια των κανόνων και των στερεοτύπων, ευνοούν «προγράμματα» σκέψης και αντίληψης, τα οποία συνήθως κάνουν την κανονικότητα να φαίνεται όχι μόνο ως κάτι που έχει λογική συνοχή, αλλά και ως κάτι απολύτως ασφαλές μέσα στην ηθική του καταξίωση.  

Με το βλέμμα στραμμένο στις «κανονικές» ερμηνείες, ακόμη και το αρχαίο δράμα υπέφερε συχνά στο σχολείο από τις αισθητικές εμμονές δασκάλων και καθηγητών που περιβάλλανε τα έργα με μια μεγαλορρήμονα εθνικοφροσύνη, αντιμετωπίζοντάς τα ως «ιερά» μνημεία και παγιδεύοντας ταυτοχρόνως τα παιδιά στην «τρομοκρατία» της πιστότητας και της νομιμότητας. Πόσες και πόσες Αντιγόνες δεν ντύθηκαν με χλαμύδες, ασπίδες και χιτωνίσκους, για να παρηγορήσουν τα εθνικά όνειρα των σχολικών εορτών και την υπερηφάνεια των γονέων μπροστά από φελιζόλ Παρθενώνες και τάφους της αρχαιοπρέπειας;

Μια πανέμορφη Ελένη

Η Ελένη του Ευριπίδη είναι πράγματι ένα έργο που θέτει ερωτήματα ωφέλιμα για την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και της προσωπικής ερμηνευτικής αυτονομίας του μαθητή (και γι' αυτούς τους λόγους, πιθανώς, διδάσκεται στο Γυμνάσιο). Γραμμένη μέσα στον Πελοποννησιακό Πόλεμο κι όταν η Αθήνα θρηνούσε πλήθη νεκρών, η τραγωδία αυτή έμεινε πιστή στην επιθυμία του Ευριπίδη να σπείρει τον σπόρο της αμφισβήτησης για τις παραδοσιακές αξίες και τους παραδεδομένους τρόπους αντίληψης της πραγματικότητας (ιστορικής και μυθικής), κατασκευάζοντας μια «αθώα» Ελένη που καθόλου δεν ήταν σε θέση να αποτρέψει ούτε να παρηγορήσει την «τραγωδία» του πολέμου. Ακόμη κι αν κάποιοι θεωρούν πως πρόκειται για μια «ελαφρά» τραγωδία, αυτό καθόλου δεν σημαίνει πως το τραγικό δεν έχει ιστορικά συντελεστεί μέσα στην κοσμική ωμότητα και τη νομοτέλειά του.

Παρακολουθώ εδώ και πολλά χρόνια τη δουλειά της θεατροπαιδαγωγού και σκηνοθέτριας Τζωρτζίνας Κακουδάκη και θεωρώ πως έχουμε να κάνουμε με ένα σοβαρό παράδειγμα διαχείρισης του αρχαίου δράματος ως ζωντανού πολιτικού υλικού που παραμένει ωφέλιμο για την ανατροπή των συντηρητικών αντιλήψεων γύρω από το αρχαίο δράμα και την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης. Ταυτοχρόνως, ένα τέτοιο εφηβικό θέατρο έχει τη δύναμη να προετοιμάσει μια νέα γενιά ελεύθερων από προκαταλήψεις θεατών, αποδυναμώνοντας τα ερμηνευτικά στερεότυπα και οτιδήποτε αντιστρατεύεται το δικαίωμα της ελεύθερης καλλιτεχνικής έκφρασης. Μέσα από την πολυφωνική δημιουργία νέων ερμηνειών και την πραγμάτευση του αρχαίου δράματος ως ανοικτού υλικού προκύπτουν πάντα αισθητικά και ιδεολογικά ζητήματα που ο έφηβος καλείται να επεξεργαστεί κριτικά στο πλαίσιο της ευχάριστης συνάντησής του με τη «σχολική ύλη» και μιας διευρυμένης κατανόησης των αρχαίων κειμένων.

Η σκηνοθεσία της Ελένης επέμεινε πολύ καθαρά και εξηγητικά στη δημιουργία ενός μουσικοθεατρικού δρωμένου που διηγείτο την ιστορία της τραγωδίας με διασκεδαστικό ρυθμό και κωμικές ανάσες, αποφεύγοντας τον διδακτισμό και τις συναισθηματικές υπερβολές. Ο Βασίλης Ψυλλάς έδωσε έναν Μενέλαο με συναισθηματική ευφράδεια και υποκριτική ψυχραιμία, ενώ η Αγγελική Γρηγοροπούλου αποδείχτηκε ένα αρτιότατο μουσικοθεατρικό «εργαλείο» (και θαυμάσια ως Θεονόη σε κωμική τρανς).

Συναρπαστικά πολύμορφος και χορευτικά ρυθμολογικός ο Αλέξανδρος Σιάτρας κινήθηκε στη λογική της πολλαπλότητας των ερμηνειών, δίνοντας στο τέλος έναν γοητευτικά διασκεδαστικό Θεοκλύμενο με αιγυπτιακό διάδημα.

Η πανέμορφη και ψύχραιμα συναισθηματική Νατάσα Σφενδυλάκη δημιούργησε μια Ελένη που ανέδιδε την αθωότητα του θεϊκού θύματος και την ευαισθησία της ερωτευμένης γυναίκας, αποδεικνύοντας πως πρόκειται για μια εξαιρετική ηθοποιό (που πρέπει να βρει το δρόμο της επιτέλους έξω από το παιδικό και εφηβικό θέατρο).

Επιπλέον, η απλότητα της σκηνής και του θεάματος δημιουργούσαν έναν δίαυλο εγγύτητας με τους νεαρούς θεατές, αφήνοντας το καθαρό θέατρο του περφόρμερ να διαπρέψει.

Χωρίς αμφιβολία, είναι ευτύχημα που τα τελευταία χρόνια πολλά κρατικά και ιδιωτικά θέατρα διαθέτουν σοβαρές παιδικές και εφηβικές σκηνές με ποιότητα και αισθητική επάρκεια (μακριά από την αποκριάτικη μπαλαφάρα που μας είχε κατακλύσει συχνά στο παρελθόν).

Για μια νέα γενιά ελεύθερων θεατών...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ