Θεατρο - Οπερα

Γιάννης Χουβαρδάς

Λίγο πριν τα εγκαίνια του ανακαινισμένου κτιρίου Τσίλλερ (14/10) ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου σκηνοθετεί για την A.V. το δικό του αλφάβητο.

43374-97516.jpg
Ιωάννα Μπλάτσου
ΤΕΥΧΟΣ 274
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
3350-8593.jpg

Λίγο πριν τα εγκαίνια του ανακαινισμένου κτιρίου Τσίλλερ (14/10) ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου σκηνοθετεί για την A.V. το δικό του αλφάβητο.

Αποτυχία: H ωραιότερη λέξη στο λεξιλόγιο της τέχνης.

Βαριέμαι: Ό,τι δεν είναι αυθεντικό, αυθόρμητο, αυθύπαρκτο.

«Βάνιας»: Ας ξέρουν όλοι οι θεατές του «Θείου Βάνια» ότι ο τίτλος του έργου στα καθ’ ημάς μεταφράζεται «Ο θείος Γιαννάκης» – καθόλου εξωτικό ή ρομαντικό ή υπαρξιακό, μάλλον ένα μπανάλ υποκοριστικό, αντάξιο του πραγματικού μεγέθους του ήρωα.

 

Γελάω: Με τις γκάφες (μου και των άλλων), σπανιότερα όταν διαπιστώνω πόσο δίκαια είναι η φύση (πικρά), με τους Monty Python (any time), με χοντροκομμένα αστεία από λαϊκούς ανθρώπους (κι όμως), με έξυπνες ατάκες στο θέατρο (πότε-πότε).

 

Γάμος: Απολύτως προσωπική υπόθεση, αλλά ένα μπορώ να σας πω: η μεγαλύτερη επιτυχία της ζωής μου (όσοι με ξέρουν καλά θα καταλάβουν).

Επιτυχία: Μου είναι εντελώς αδιάφορη ως λέξη. Όπως ήδη είπα, η αποτυχία είναι κάτι πολύ πιο ενδιαφέρον.  Οι μεγάλοι της τέχνης μόνο αποτυχίες πραγματεύονται και διαχειρίζονται. Η επιτυχία είναι η πιο τραγική υπενθύμιση του εφήμερου, η πιο παταγώδης απόδειξη της κενότητας της ανθρώπινης ύπαρξης – αλλά τρέχουμε πίσω της σαν τα κυνηγόσκυλα που ορμάνε  ν’ αρπάξουν το σκοτωμένο πουλί.

 

Έρωτας: Είμαι πολύ μέσα για να μιλήσω γι’ αυτό.

Εθνικό θέατρο: Ένα όραμα που το κρατάω με νύχια και με δόντια για να μην ξεθωριάσει.

Ζορίζομαι: Από τον εαυτό μου, τις χρονικές προθεσμίες, τις ανέφικτες προσδοκίες των καλοπροαίρετων, τις υπέρμετρες φιλοδοξίες των δήθεν, το οικονομικό πρόβλημα του Εθνικού Θεάτρου, την ελληνική πραγματικότητα, την αβάσταχτη ελαφρότητα της τηλεόρασης, την αβάσταχτη βαρύτητα του χρόνου.

Ζηλεύω: Τους ταπεινούς ανθρώπους και ένα σπιτάκι στη φύση.

Ήρωες: Ξέρω μόνο ήρωες εργασίας, και μάλιστα πολλούς τους έχω κοντά μου στο Εθνικό. Τους ευγνωμονώ, γιατί χωρίς αυτούς δεν θα υπήρχα – ή μάλλον θα είχα φύγει προ πολλού από κει. Τώρα που το σκέφτομαι, μήπως έπρεπε ακριβώς γι’ αυτό να τους ψέγω;

 

Θάνατος: Λοιπόν, ακούστε. Ο θάνατος δεν υπάρχει. Είναι μια εφεύρεση του ανθρώπου για να έχει την ψευδαίσθηση ότι ζει. Όλα είναι ένα, και το τι κάνει με αυτό το «ένα» εξαρτάται αποκλειστικά από δυνάμεις έξω από αυτόν. Αν τα συνειδητοποιήσουμε όλα αυτά, αυτομάτως χαλαρώνουμε και περνάμε καλύτερα.

 

Ισορροπία: Επίσης μεγάλη ψευδαίσθηση. Όλοι λέμε ότι γι’ αυτήν παλεύουμε, αλλά κανένας δεν την κατακτά. Και για ποιο λόγο, άλλωστε; Φαντάζεστε έναν κόσμο απόλυτα ισορροπημένο; Νιρβάνα; Όλα, παντού και πάντα; Θα τρελαινόμασταν.  Άρα πάλι στην ανισορροπία θα καταλήγαμε. Οπότε τζάμπα ο κόπος, οπότε μια χαρά ανισόρροποι να ’μαστε.

Κτίριο Τσίλλερ: Ελάτε όλοι, μα όλοι, να δείτε φέτος τις παραστάσεις του Εθνικού στην Κεντρική Σκηνή του Τσίλλερ.  Έχει γίνει ένα αριστούργημα.  Θα νομίσετε πως ξαναγυρίσατε στο 1900, πως παίζετε σε ταινία εποχής. Μέχρι που θα δείτε τη σκηνή και θα εκτοξευθείτε ξαφνικά με τη μηχανή του χρόνου στο 2010. Και στο βάθος θα δείτε τον Δημήτρη Παπαϊωάννου και τους συνεργάτες του, σαν έναν ιδιοφυή μαέστρο με την ουράνια ορχήστρα του, να κινούν (κυριολεκτικά) τα νήματα του χώρου και του χρόνου.

 

Μοιράζομαι: Οι δικοί μου άνθρωποι μου λένε ότι δεν μοιράζομαι εύκολα, ότι είμαι κλειστός. Ίσως να ’ναι ο φόβος της έκθεσης, ίσως να ’μαι εγωιστής. Τα τελευταία χρόνια, πάντως, έχω κάνει προόδους. Συνειδητοποίησα, ας πούμε, ότι αν δεν μοιράζεσαι εσύ, δεν μπορείς να έχεις αντίστοιχες απαιτήσεις από τους άλλους. Κάτι είναι κι αυτό. Μια αρχή.

 

Νεοέλληνες: Έχω πρόβλημα μεγάλο με αυτό το είδος, αν εννοούμε το συνάνθρωπό μας που ρυπαίνει, που φωνάζει στην τηλεόραση, που κλέβει την εφορία, που «πηδάει» τη σειρά του, που παραβαίνει συστηματικά τον οδικό κώδικα, που λουφάρει εις βάρος των άλλων, που τα ξέρει όλα καλύτερα από σένα, που μιζάρει και μιζάρεται, και μετά απ’ όλα αυτά και άλλα πολλά απαιτεί φανατικά να επιστρέψουν τα μάρμαρα του Παρθενώνα ή να τον σερβίρουν παραδοσιακά στην Επίδαυρο.

Ξεκουράζομαι: Με ξεκουράζουν τα μάτια της αγαπημένης μου, ένα καλό νέο, η θάλασσα (χειμώνα-καλοκαίρι), το βουνό (χειμώνα-καλοκαίρι), η ησυχία, ένα μωρό, τα ζώα, μια καλή ταινία, ένας χαρισματικός ηθοποιός, ένα αυθεντικό ελληνικό πιάτο, ένας καλοσυνάτος παππούς, τα χέρια της αγαπημένης μου.

 

Οικογένεια: «Η οικογένεια ήταν και είναι για μένα μια δύσκολη υπόθεση. Για την πατρική μου οικογένεια δεν θέλω να πω πολλά. Ήταν συχνά ένα πεδίο μάχης. Ο χρόνος όμως έχει βοηθήσει να ξεθωριάσουν τα έντονα χρώματα και οι σκληρές γωνίες, και να μείνουν μνήμες πιο απαλές και αχνές. Ανθρώπινα είναι όλα, άλλωστε. Το αν καταφέρω να κάνω δική μου, δεν μπορώ να προφητέψω. Ο χρόνος είναι πάλι ο αποφασιστικός παράγοντας. Αυτός κρατάει στα χέρια του τα ζάρια.

Πατρότητα: Έχω γίνει πατέρας άπειρες φορές στη ζωή μου, χωρίς να γίνω όμως ποτέ αληθινά. Ξέρετε τι εννοώ.

Ρήξη - Ρίσκο: Είναι δύο από τις  πιο αγαπημένες μου λέξεις. Τη ρήξη προσπαθώ να την αποφύγω όπως ο διάβολος το λιβάνι, αλλά, όταν δεν μου αφήνονται πια περιθώρια, ρίχνομαι με τα μούτρα και την απολαμβάνω. Πιστεύω άλλωστε πως χωρίς ρήξεις δεν προχωράμε. Άμεσα συνδεδεμένη με τη ρήξη είναι και η λέξη ρίσκο – παρόλο που, ως ξένη λέξη, έχει κάτι άκομψο στα ελληνικά.  Σ’ όλη μου την επαγγελματική ζωή δεν το φοβήθηκα. Πολλές φορές μου κόστισε. Αλλά χωρίς αυτό δεν υπάρχει γνήσια τέχνη – ασχέτως αποτελέσματος. Στη ζωή επίσης ρίσκαρα, αλλά όχι αρκετά. Θα ’θελα να έχω ρίξει πιο απόλυτες ζαριές, αλλά δεν τα κατάφερα. Εκεί που δεν ρισκάρω με τίποτα είναι όταν μπλέκονται αποφασιστικά τύχες άλλων ανθρώπων. Τότε πάω βήμα-βήμα κι από το πεζοδρόμιο.

 

Σιωπώ: Άλλη αγαπημένη μου λέξη. Το να σιωπώ μ’ αρέσει πολύ – πιο πολύ από το να μιλώ. Άλλωστε υπάρχουν πολλοί που μιλούν απείρως καλύτερα από μένα· κι αν θες πραγματικά να μιλήσεις, υπάρχουν πολλοί τρόποι. Η σιωπή είναι η πιο μεγάλη δύναμη που έχουμε.

Σταματώ: Μ’ ενδιαφέρει πολύ σαν έννοια, αν και με δυσκολεύει στην εφαρμογή της. Πάντως αν ξέρεις να σταματάς πριν αναγκαστείς να το κάνεις, έχεις βρει ένα από τα κλειδιά της ψυχικής ευημερίας.

Ταξίδι: Έχω κάνει πάρα πολλά ταξίδια στο εξωτερικό στη ζωή μου, αλλά πολλά-πολλά περισσότερα στο εσωτερικό μου. Τα τελευταία με καθόρισαν πιο πολύ από τα πρώτα. Τα πρώτα με τοποθέτησαν σε έναν κάποιο χάρτη· τα ευγνωμονώ. Τα τελευταία μου έδωσαν τα «όπλα» μου. Επίσης τα ευγνωμονώ.

Υπονόμευση: Μου λένε ότι συμβαίνει πολύ γύρω μου, αλλά εγώ δεν το πιστεύω, και το κυριότερο: δεν το παίρνω χαμπάρι. Το βασίλειό μου εμένα είναι αλλού, κι εκεί δεν υφίσταται τέτοια έννοια.

Υπομονή: Ε, όπως καταλαβαίνετε, όποιος είναι στη θέση μου και δεν έχει υπομονή, το ’χει χάσει το παιχνίδι. Βέβαια, τώρα τελευταία μου λιγοστεύει και πιάνω τον εαυτό μου να «τρέχει» πάνω   στα πράγματα, αλλά έκανα τη διάγνωση και τώρα ακολουθεί η θεραπεία. Σε λίγο πάλι θα είμαι περδίκι.

Φίλοι - Φόβοι: Φίλους έχω ελάχιστους, φόβους πάρα πολλούς. Ίσως το δεύτερο να εξηγεί το πρώτο. Το παλεύω, αλλά φοβάμαι (να το πάλι το καταραμένο το ρήμα) πως οι φίλοι μου κουράστηκαν πια να με περιμένουν. Παιδιά, αν φύγει το λεωφορείο, μη με περιμένετε…

Χρήματα: Ποτέ δεν φανταζόμουνα ότι φεύγοντας από το Θέατρο του Νότου, όπου η πάλη για την οικονομική επιβίωση ήταν καθημερινό φαινόμενο, θα πήγαινα στο Εθνικό Θέατρο για να βρω μια ακόμα χειρότερη κατάσταση. Έχω κουραστεί να γκρινιάζω, γι’ αυτό θα το πάω όσο πάει κι όσο με πάνε. Μετά ας έρθει το 166 να πάρει τον άρρωστο.

 

Ψέματα: Η ζωή μας είναι ένα μεγάλο, ωραίο ή άσχημο –εξαρτάται από την τύχη του καθενός– ψέμα. Το πώς ζούμε αυτό το ψέμα είναι το στοίχημα.

Ωριμότητα: Όπως καταλάβατε από τη συνέντευξη αυτή, καμία ωριμότητα δεν υπάρχει. Εννοώ σε μένα. Οπότε, κρίνετέ με αναλόγως.

Info

O Γιάννης Χουβαρδάς σκηνοθετεί την παράσταση «Ο θείος Βάνιας», Εθνικό Θέατρο, κτίριο Τσίλλερ - Κεντρική Σκηνή, Αγ. Κωνσταντίνου 22-24, Ομόνοια, 213 0324.848, 210 5288.170. Πρεμιέρα: 18/12.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ