Μουσικη

Ο Στάθης Δρογώσης σε μια τολμηρή εξομολόγηση

Μιλήσαμε για τη ζωή του, τη μουσική, τα λάθη. Ο Στάθης έχει περάσει στην επόμενη φάση...

daad.jpg
Δημήτρης Αθανασιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 735
16’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Στάθης Δρογώσης - Συνέντευξη - Jukebox
© Πέτρος Νικόλτσος

Συνέντευξη του Στάθη Δρογώση: για την παράσταση «Jukebox», τον Νίκο Πορτοκάλογλου, Τα Φώτα Που Σβήνουν, την προσωπική και πολιτική του διαδρομή

Η Αθήνα τον βλέπει και τον ακούει στην παράσταση της χρονιάς «Jukebox» με τον Νίκο Πορτοκάλογλου, τους Μπλε και τα Κίτρινα Ποδήλατα στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, που είναι κάθε φορά sold out. Ο ίδιος κοιτά όσα συνέβησαν στην Ελλάδα την ταραγμένη δεκαετία της κρίσης και απορεί με τον εαυτό του. Όταν το τηλέφωνο χτυπά στην πλατεία της Νέας Σμύρνης είναι σχεδόν δίπλα μου και στην ερώτηση «πού πάμε», απαντά «Starbucks». Μαζί με έναν γκράντε Αμερικάνο ξεκινά και μια μεγάλη συζήτηση…

Στάθης Δρογώσης - Συνέντευξη - Jukebox
© Πέτρος Νικόλτσος

Ζεις στη Νέα Σμύρνη πια;
Ζω εδώ και δέκα χρόνια στη Νέα Σμύρνη, σε όλη την κρίση. Μετακόμισα από τα Εξάρχεια σε μια γειτονιά πιο ανθρώπινη για παιδί. Μεγάλωσα Πατήσια-Κυψέλη, κέντρο, όπου έχει τρόλεϊ, ξέρεις. Ήμουν σε ένα δίλημμα αν θα αγόραζα σπίτι στα Εξάρχεια ή θα μέναμε σε ένα που υπήρχε εδώ. Ευτυχώς δεν πήρα δάνειο, χαχά. Ήταν καλά τα οικονομικά μου, θα μπορούσα να πάρω ένα και να το ’κλαιγα. Όταν μετακομίζαμε ήταν ένας εξαρτημένος άνθρωπος έξω από το σπίτι σε ημιθανή κατάσταση, ήταν μια εικόνα που δυστυχώς συνηθίζαμε στα Εξάρχεια, ΜΑΤ, λίγοι κάδοι ανακύκλωσης γιατί τους έπαιρναν αφού κάποιοι τους έκαιγαν. Φτάνοντας στη Νέα Σμύρνη είχε μια περιπολία αστυνομικών που με χαιρετήσανε και λέω, να η σημειολογική διαφορά. Δεν μου άρεσε φυσικά ούτε το ένα ούτε το άλλο.

Θεωρείς ότι είναι ακατάλληλα τα Εξάρχεια για να μεγαλώσεις παιδί;
Κοίταξε, όταν φύγαμε όχι τόσο πολύ αλλά τώρα είναι χάλια, είναι μια απόλυτη δυστοπία. Και η αστυνομοκρατία, που δεν αποτρέπει το έγκλημα, είναι απλώς κατασταλτική και ταυτόχρονα είναι και οι μαφίες της περιοχής που βασανίζουν τους κατοίκους. Τα Εξάρχεια παλιά ήταν εστία ελευθερίας και έκφρασης, με άπειρα στούντιο, με χώρους τέχνης, με βιβλιοπωλεία, βιβλιοδετεία, τώρα η περιοχή έχει σχεδόν ερημώσει. Πηγαίνω κέντρο κι επειδή μιλώ με κατοίκους, γιατί ήμουν ανεξάρτητος δημοτικός σύμβουλος κι είχα κάποιες επαφές με τη γειτονιά, το πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν μαφίες οργανωμένου εγκλήματος, ναρκωτικών, λαθρεμπορίου, οι οποίες πια είναι κράτος εν κράτει. Και φυσικά υπάρχουν και φαινόμενα gentrification όπως στις μεγάλες πόλεις του εξωτερικού που διώχνουν τους κατοίκους. Και μια γειτονιά χωρίς μόνιμους κατοίκους είναι μια γειτονιά που μαραζώνει.

Πριν λίγες μέρες οι αναγνώστες του Guardian πρότειναν τη Νέα Σμύρνη στις 10 πιο εναλλακτικές γειτονιές της Ευρώπης. Υπερβολικοί ή όχι;
Έχω κάνει ταξίδια, λατρεύω το Βερολίνο, μου αρέσει το Δουβλίνο πολύ, το πιο όμορφο μέρος που έχω δει όμως είναι η Κυψέλη και τα μαύρα της στενά που μεγάλωσα σαν παιδί. Κι εκεί ανατρέχω και στα τραγούδια μου... Εκεί που είναι οι άνθρωποί σου είναι το πιο ωραίο μέρος. Η Νέα Σμύρνη έχει πολύ ελεύθερο χώρο, πολλές πλατείες, παιδικές χαρές, είναι σούπερ για να μεγαλώσεις το παιδί σου. Έχει το Άλσος που λειτουργεί, έχει ένα φοβερό πολιτιστικό φεστιβάλ, ανεξαρτήτως του Δήμου, δεν το λέω πολιτικά, έχει ένα θέμα με το παρκάρισμα. Και είμαι και δεμένος με τη γειτονιά γιατί εδώ ήταν το πρώτο στούντιο που ηχογραφήσαμε, το Praksis, από τα πιο ιστορικά της Αθήνας. Παλιά ήταν το Κουκάκι, η Ακρόπολη, ωραίες γειτονιές. Δεν μπορεί να υπάρξει πόλη χωρίς τους κατοίκους της, να είναι ένα σκηνικό Φαρ Ουέστ ή μια Ντίσνεϊλαντ μόνο για τουρίστες. Το Βερολίνο διοικείται από ένα τυπικό κεντρώο καθεστώς αλλά όπως και η Μαδρίτη βάζουν κανόνες στο Airbnb. Πρέπει να υπάρχουν κανονικοί κάτοικοι στις γειτονιές γιατί αυτοί τις προσέχουν. Όταν φύγουν οι κάτοικοι το κενό το γεμίζουν μεσίτες είτε μαφίες, όπως στα Εξάρχεια.  

Κατάγεσαι από τη Νάξο, σωστά; Την επισκέπτεσαι συχνά;
Ναι, η μητέρα μου είναι από εκεί και πηγαίνουμε στο πατρικό της στο Κουρνοχώρι δίπλα στις Μέλανες, κοντά στη Χώρα. Είναι φοβερό μέρος και τα πρώτα μου ακούσματα βρίσκονται εκεί. Ήθελα να μάθω βιολί κι έχει πολλά πανηγύρια το νησί, κάθε Άγιος και πανηγύρι, με θυμάμαι στα πόδια ενός πανηγυρτζή στις τρεις το πρωί, πέντε-έξι χρονών να γουστάρω. Κλασικά οι γονείς μας, μας πήγαιναν με τον αδερφό μου τρεις μήνες εκεί τα καλοκαίρια, δεν υπήρχε ίντερνετ, τηλεόραση, παίζαμε στο χωριό, πολύ ωραία χρόνια. Και τώρα πάμε με την κόρη μου και τη λατρεύει κι αυτή.

Θυμάσαι αλήθεια την πρώτη σου επαφή με το πιάνο; Τι κόσμους άνοιξε αυτό το όργανο στα χέρια σου;
Δεν είμαι αυτοδίδακτος. Είμαι μια παράξενη περίπτωση, σπουδαγμένος κλασικά μουσικός που ήθελε να γίνει αυτοδίδακτος.

Από αντίδραση;
Ε ζηλεύω τους αυτοδίδακτους, αυτούς που είναι με ένα γιαταγάνι στη ζούγκλα κι ανοίγουν τον δικό τους δρόμο, μαθαίνοντας από τον εαυτό τους. Ο πατέρας μου είχε πολύ μεγάλο μεράκι με τη μουσική, δεν είχε καταφέρει να σπουδάσει αλλά έπαιζε ντραμς και στο σχολείο που πήγαινα στα Πατήσια, στη Σχολή Πανταζοπούλου, μέσα στα μαθήματα ήταν και το πιάνο. Κι επειδή πήγα καλά, με έγραψε και σε ωδείο. Προχώρησα στην κλασική μουσική, έκανα κρουστά ορχήστρας, πήρα πτυχία θεωρητικά, έφτασα μέχρι φούγκα κι εκεί τα ξέχασα όλα και ξεκίνησα από την αρχή να γράφω τρίλεπτα τραγούδια. Γράφω λίγο στρυφνά, χρησιμοποιώ την αρμονία και το γλωσσάρι της λόγιας μουσικής αλλά προσπάθησα να τα ξεχάσω όλα. Θυμάμαι να ζηλεύω φίλους μου που παίρναν μια κιθάρα, δεν ξέραν νότες, τίποτα, αλλά δεν υπεραναλύανε. Έχοντας διδαχτεί μουσική δεν μπορούσα να είμαι αυθόρμητος, κάθε τι το ανέλυα. Μερικές φορές η καύλα είναι να το ανακαλύπτεις μόνο σου.

Στάθης Δρογώσης - Συνέντευξη - Jukebox
© Πέτρος Νικόλτσος

Υπάρχουν προσωπικότητες που θεωρείς πως λειτούργησαν ως δάσκαλοί σου; Κι αν ναι, ποιες;
Μουσική μού έβαζε ο μπαμπάς μου και του χρωστώ τα πάντα. Θυμάμαι να έχω σωματικά συμπτώματα, όταν μου έφερε το «Let It Be» των Beatles σε κασέτα. Να κλαίω, να έχω ταχυκαρδία.

Το πρώτο χαρτζιλίκι σε ποια άλμπουμ το έδωσες;
Πήγα στα Metropolis και πήρα τα πάντα των Beatles. Με τη μία, όλα τα cd. Και μετά ήμουν άρρωστος με τους Radiohead, είχα πάρει μέχρι και τα singles από το εξωτερικό. Μου αρέσουν τα συγκροτήματα που μπορείς να δεις εκ των υστέρων την εξέλιξή τους. Δίνουν ένα φωτεινό παράδειγμα σε όλους μας ότι δεν υπάρχει μανιέρα, συνεχώς αμφισβητείς τον εαυτό σου και δίσκο με δίσκο πας το πράγμα πιο μπροστά. Οι Beatles είναι φαινόμενο, είναι χρονοταξιδιώτες. Έφτασαν από το ροκαμπίλι στο «Strawberry Fields» σε τέσσερα χρόνια. Και οι Radiohead αλλάζουν συνεχώς τον ήχο τους. Όταν βγήκε το «Kid A», (είχα πάει και στις ιστορικές συναυλίες στον Λυκαβηττό στη μία με πλαστό εισιτήριο γιατί δεν είχα πολλά λεφτά), αρρωστήσαμε όλοι. Με γοητεύουν οι καλλιτέχνες που κάνουν δυο-τρεις καριέρες στη ζωή τους. Αυτοί μας δίνουν κουράγιο. Όπως κι ο Μπετόβεν, αν μελετήσεις μουσικολογικά τα έργα του βλέπεις από την πρώτη σονάτα πως είναι Μπετόβεν μεν αλλά έχει επηρεαστεί από τον Χάιδν. Και μετά από τριάντα χρόνια σύνθεσης στα τελευταία του κουαρτέτα φτάνει στη σύγχρονη μουσική, ούτε καν στον ρομαντισμό. Αυτή η πρόοδος, με τα πισωγυρίσματα, μου αρέσει. Ο Βάγκνερ, που ήταν ο απόλυτος καλλιτέχνης, ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι του 19ου αιώνα. Ο άνθρωπος έκανε τα λιμπρέτα, τα κοστούμια, έφτιαχνε δικά του όργανα. Κι ο Μάλερ, τιτάνες!

Είναι λίγο παρεξηγημένος στην Ελλάδα…
Αυτά είναι ανοησίες. Είναι σαν αυτά που λένε κάποιοι βλάκες ότι η Ιλιάδα είναι σεξιστική. Δεν μπορείς να βγάλεις το έργο Τέχνης από την εποχή του.

Στάθης Δρογώσης - Συνέντευξη - Jukebox
© Πέτρος Νικόλτσος

Τα Φώτα Που Σβήνουν ήταν μια εναλλακτική μουσική παρέα που μέσα από την παραδοσιακή μουσική ελληνική βιομηχανία, έδειξε έναν άλλο δρόμο δημιουργίας. Τι έχει μείνει 20 χρόνια μετά εκτός από τα τραγούδια; Υπάρχει περίπτωση να «ανάψει» ξανά κάτι;
Χαίρομαι που το λες. Εμείς ήμασταν παιδιά που ακούγαμε Beatles, Κατσιμίχα και Radiohead και βγήκε ένα τρελό μίγμα. Ο Μανώλης Φάμελος ήταν υπεύθυνος. Εμείς μπήκαμε στο τελευταίο στάδιο άνθισης της δισκογραφίας, στην αρχή της πτώσης. Είχαν ανοίξει τον δρόμο οι Τρύπες και τα Ξύλινα Σπαθιά, κι όποιος είχε συγκρότημα υπέγραφε. Εμένα μου έχει λείψει να δουλέψω μαζί τους ξανά επειδή είμαστε φίλοι, είναι αδέρφια μου. Με τον Δημήτρη Τζιμέα γνωριστήκαμε δέκα χρονών στο Ωδείο Σκαλκώτα στα Πατήσια και τα πρώτα μας τραγούδια τα έδινε ο ένας στον άλλο. Είναι για μένα τα πάντα, ο άνθρωπος που ανακαλύπταμε μαζί τον κόσμο. Ήταν πιο άγριος, πιο πανκ, κι εγώ ο πιο ήσυχος, ο πιο μελωδικός. Κι ήταν ωραίο αυτό το δίπολο, υπήρχε μια ωραία άμιλλα. Θα ’θελα να ’μαι μέρος ενός συγκροτήματος. Το εξιδανικεύω τώρα γιατί θυμάμαι πως το διαλύσαμε με πολλή άνεση…

Γιατί το διαλύσατε;
Κοίταξε, ο Μήτσος ήθελε να γυρίσει τον κόσμο και πήγε παντού. Εγώ ήθελα να ζήσω από τη μουσική και τους πίεζα. Πάμε να κάνουμε πρόβες, να κάνουμε το άλλο κτλ. Και κάπου τσαντιστήκαμε, αλλά μετά τα ξεχάσαμε όλα. Μου φαίνεται σαν να είναι αιώνες πίσω αυτά τα χρόνια, αλλά τα λατρεύω Τα Φώτα Που Σβήνουν. Αν μου πεις ποιοι είναι οι καλύτεροι δίσκοι, θα σου πω εκείνοι. Εκεί νιώθω ότι είμαι πιο αθώος.

Η καλύτερη συναυλία που έχεις δει;
Στην Ελλάδα οι Radiohead. Στο εξωτερικό είδα Neil Young και λέει «είναι εδώ κι ένας φίλος μου» κι ανέβηκε ο Paul Mc Cartney πάνω και παίζουν το «A Day In The Life», στο Hyde Park. Με συνεπήρε, πέθανα, έκλαιγα. Γιατί ο McCartney είναι ο ήρωάς μου. Στο σχολείο βέβαια με έλεγαν Τζον Ελένον, γιατί έπαιζα πιάνο και τα είχα με Ελένες, χαχά! Τον είχα παρεξηγημένο τον McCartney, γιατί πίστευα αυτές τις θεωρίες συνωμοσίας πως ευθύνεται για τη διάλυση των Beatles. Θυμάμαι τη δολοφονία του Λένον, ήταν από τις πρώτες μου αναμνήσεις, ήμουν τριών ετών και ήταν ο πατέρας μου στενοχωρημένος, ο οποίος ήταν με τους Rolling Stones – είχε ηχογραφήσει και τη συναυλία τους στη Λεωφόρο το 1967 με μπομπινόφωνο.

Στην κόρη σου βάζεις μουσική;
Εννοείται, της βάζω Beatles και χορεύει, της αρέσει το «All You Need Is Love» πάρα πολύ! Της βάζω και κλασική, πάει και πιάνο αφού μου το ζήτησε, είναι επτάμισι. Πιστεύω, όλοι πρέπει να κάνουν μουσική. Ειδικά σε αυτό τον τόπο που έχουμε συγκλονιστικούς ποιητές, παράδοση, μουσικούς, δημοτικά τραγούδια που ανατριχιάζεις, είναι κρίμα το μάθημα μουσικής να μετατρέπεται σε ώρα χαβαλέ. Εξάλλου τι έχει η Ελλάδα; Ποιο είναι το στοιχείο του νεότερου ελληνικού πολιτισμού; Το τραγούδι μας. Αν το καλοσκεφτείς είμαστε μια μικρή χώρα, με τεράστια παραγωγή τραγουδιού που μας συντροφεύει από τη στιγμή που γεννιόμαστε μέχρι που πεθαίνουμε. Μας κλαίνε με τραγούδια και μας υποδέχονται με τραγούδια, σε γλέντια στο σπίτι. Νιώθω λίγο αμηχανία που λατρεύω τους Radiohead και τρελαίνομαι με τον Πορτοκάλογλου που ξέρει όλο το έργο του Bruce Springsteen, των Beatles αλλά και όλο τον Άκη Πάνου απέξω και τον έχει ενσωματώσει κιόλας. Τον Σαββόπουλο, τους καλλιτέχνες που κατάφεραν να μην περιχαρακώσουν δημιουργικά την ελληνική ιδιαιτερότητα, να μην την κάνουν λαογραφία. Να περάσουν ελληνικά, παραδοσιακά, βαλκανικά στοιχεία μέσα στο σύγχρονο γλωσσάρι που είναι το ροκ. 

Μου αρέσουν τα συγκροτήματα που μπορείς να δεις εκ των υστέρων την εξέλιξή τους. Δίνουν ένα φωτεινό παράδειγμα σε όλους μας ότι δεν υπάρχει μανιέρα...

 

Το «Jukebox» είναι η μουσική συνύπαρξη της χρονιάς στην πόλη. Πώς σου φαίνεται η εμπειρία;
Θα παίξουμε Θεσσαλονίκη, Κύπρο, θα κάνουμε και περιοδεία το καλοκαίρι. Δεν ξέρω αν θα είναι όλοι. Εννοείται ότι όταν ο Πορτοκάλογλου με πήρε τηλέφωνο είπα «ναι» αμέσως. Είναι μέντοράς μου, φοβερός δάσκαλος. Ένας άνθρωπος που σέβομαι, αγαπώ και με τιμά με τη φιλία του. Νιώθω πως είναι από τους πιο σημαντικούς Έλληνες τραγουδοποιούς. Όταν πήγα στις πρόβες δεν κατάλαβα πού το πήγαινε. Δεν ήταν καν πρόβες, ήταν σαν να μαζευόμαστε σπίτι και να παίζουμε κιθάρα. Κι αυτός σημείωνε σε ένα τετράδιο αλλά εγώ δεν είχα δει τη μεγάλη εικόνα. Τα medley τα φτιάξαμε με κόπο και ιδρώτα, ένα-ένα. Ζυγισμένες τονικότητες, συγκεκριμένο ρυθμό και θεματολογία. Όλη τη σύλληψη τη χρωστάμε στον Νίκο και ντρέπομαι που δεν το πιστέψαμε στην αρχή. Όλες οι παραστάσεις έγιναν sold out. Εγώ για πρώτη φορά συνεργάστηκα με τα Κίτρινα Ποδήλατα και τους Μπλε, που τους λατρεύω. Ο Νίκος είχε το όραμα και ξαφνικά βρεθήκαμε στο όνειρό του αλλά με πολλή γενναιοδωρία. Το είχε σκεφτεί με τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, δυστυχώς έφυγε και αυτή η ιδέα εφαρμόστηκε με τον δικό του τρόπο. Πάντα ο Νίκος μού δίνει ένα χέρι βοήθειας στα καλλιτεχνικά υπαρξιακά μου αδιέξοδα. Και το 2005 που παίξαμε είχα μια μαυρίλα, δεν ήξερα τι θέλω να κάνω, ήθελα να φύγω. Με πήρε τηλέφωνο, μου λέει «θέλεις να παίξουμε;» και βλέποντάς τον πήρα κουράγιο. Πέρασαν χρόνια, ήμουν πάλι απαισιόδοξος, και τώρα που έκανα πρόβες, έγραψα δεκαπέντε νέα τραγούδια. Ο Πορτοκάλογλου είναι πηγή δύναμης. Ζει μέσα στη μουσική, είναι εργασιομανής, τι να πω. Σπάνια περίπτωση, δεν έχουμε πολλούς σαν αυτόν. Εμπνέει τους γύρω του να κάνουν μουσική.

Στάθης Δρογώσης - Συνέντευξη - Jukebox
© Πέτρος Νικόλτσος

Έχεις ενεργή παρουσία στο θέμα της διαχείρισης και απόδοσης πνευματικών δικαιωμάτων στην Ελλάδα, στα οποία τα τελευταία χρόνια η χώρα υπήρξε εξαίρεση. Μπορείς να εξηγήσεις πέρα από ακρωνύμια, τι ακριβώς συμβαίνει και ποια κατά τη γνώμη σου θα ήταν η ιδανική κατάληξη;  
Θέλω να το παρατήσω αυτό, μου έχει αρρωστήσει τη ζωή. Είναι μια μικρογραφία του μνημονίου. Να καταλάβουμε κάτι, γιατί υπάρχει μια παρεξήγηση στον κόσμο. Σε μια καπιταλιστική οικονομία τίποτα δεν είναι δωρεάν. Όταν ο κόσμος πάει σε ένα μπαρ κι ακούει μουσική δεν την ακούει δωρεάν. Την έχει γράψει κάποιος, υπάρχει το περίφημο πνευματικό δικαίωμα. Ένα μικρό ποσοστό του κέρδους γυρνά πίσω στον δημιουργό. Αυτό εφαρμόζεται σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο και το κάνουν αυτοδιαχειριζόμενα, μη κερδοσκοπικά. Στην Ελλάδα το έκανε για ογδόντα χρόνια μια εταιρία. Ήταν μια ελληνική ιδιομορφία για την οποία φταίγαμε όλοι. Όταν αυτή η εταιρία άρχισε να έχει οικονομικά προβλήματα υπήρξαν δύο απόψεις. Η μία ήταν να την εξυγιάνουμε και να διώξουμε τους μετόχους που την έφεραν σε αυτή την κατάσταση, υπήρχαν εργαλεία με το μοντέρνο πτωχευτικό δίκαιο. Πολλές εταιρίες κατέρρευσαν στην κρίση, δεν ισοπεδώθηκαν όλες όμως. Κι υπήρχε και η άλλη άποψη να το φτιάξουμε όλο από την αρχή. Εμείς με τον Νίκο Πορτοκάλογλου, τον Μανώλη Φάμελο, τον Νίκο Ανδρέου, με πολλούς άλλους συναδέλφους, ήμασταν λίγο πιο μετριοπαθείς. Κι έχει πλάκα αυτό για μένα γιατί ήμουν μετριοπαθής στα δικαιώματά μου που ήταν κάτι μετρήσιμο, αλλά ήμουν ονειροπαρμένος στη γενική πολιτική. Το οποίο δείχνει πόσο τρελοί είμαστε ως καλλιτέχνες και ως πολίτες. Την αντίστοιχη περίοδο έλεγα «μην κλείσετε την ΑΕΠΙ, θα πεθάνουμε, δεν θα έχουμε λεφτά» αλλά μετά έλεγα με τον Τσίπρα «σπάστε τα όλα στην Ευρώπη», το οποίο δείχνει πως είμαστε ανισόρροποι, τουλάχιστον εγώ είμαι. Και πρέπει να μαθαίνεις από τα λάθη σου. Γιατί τα λεφτά από τα πνευματικά τα ήξερα, ήταν στο πορτοφόλι μου, ήταν κάτι συγκεκριμένο, τα έπαιρνα κάθε χρόνο κι έλεγα «ωπ, δεν πρέπει να τα χάσω». Ενώ τα άλλα ήταν κάτι πιο νεφελώδες. Δυστυχώς επικράτησε, και δεν φταίνε οι συνάδελφοι – είχαν ευγενή κίνητρα, η δεύτερη άποψη. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να μην εξαντλήσει τα περιθώρια της εξυγίανσης, δεν ξέρω αν θα μπορούσε, δεν βοήθησαν και οι ιδιοκτήτες. Πήρε την άδεια από την ΑΕΠΙ και βρεθήκαμε σε ένα τοπίο Mad Max, μετακαταστροφικό. Διαλύθηκε ένα τεράστιο δίκτυο πωλήσεων κι έπρεπε να φτιαχτεί ξανά από το μηδέν.

Πρέπει πολύ πιο ώριμα η Αριστερά να καταλάβει ποιο είναι το σημαντικό και ποιο το ασήμαντο

 

Μια ακόμα ελληνική εξαίρεση των τελευταίων ετών. Πληρωνόσασταν από το YouTube κι όχι από τα πνευματικά δικαιώματα.
Ναι. Ο ΣΥΡΙΖΑ έφτιαξε ένα νόμο καλώς ή κακώς που προέβλεπε μια ενδιάμεση κρατική υπηρεσία, αλλά όπως γίνεται στην Ελλάδα, πάλι με ευγενείς προθέσεις, αλλάζει μια κυβέρνηση, πρέπει να ενημερωθούν οι επόμενοι ώστε να εφαρμοστεί. Εν πάσει περιπτώσει, το θετικό είναι πως το ελληνικό ρεπερτόριο έχει ενωθεί, είναι στην ΕΔΕΜ και προσπαθούμε να βρούμε τρόπο, έχοντας πάρει άδεια, να φτιάξουμε έναν οργανισμό στο ευρωπαϊκό πλαίσιο που να μπορεί να εισπράξει και να μην είναι κερδοσκοπικός αλλά αυτοδιαχειριζόμενος. Είμαι απαισιόδοξος γιατί εκτιμώ πως θα πάρει πολύ καιρό. Γιατί όταν διαλύεις κάτι είναι πολύ δύσκολο να το ξαναφτιάξεις, ιδίως σε μια χώρα που δεν έχει παιδεία πνευματικών δικαιωμάτων. Που νομίζουν όλοι ότι όλα είναι δωρεάν. Είναι μεγάλη πλάνη αυτό και στην περίπτωσή μας σκότωσε τους στιχουργούς. Εγώ είμαι τυχερός, μπορώ να κάνω συναυλίες, γράφω μουσική για θέατρο και έτσι χρηματοδοτώ τον εαυτό μου. Άλλοι βρέθηκαν στην ψάθα. Ήταν μια μεγάλη καταστροφή και ήταν τσάμπα. Μαθαίνουμε, ελπίζω, από τις αυταπάτες μας. Όσον αφορά στο δικό μου μερίδιο ευθύνης, επειδή ασχολούμαι με τα σωματεία επτά χρόνια, προσπάθησα με μοναδικό όπλο τις ιδέες μου να φτιάξουμε έναν οργανισμό δικό μας. Θα κριθούμε όλοι από την ιστορία. Μιλάμε για τζίρους που από 50 εκατομμύρια ευρώ έφτασαν στα 3-4 ετησίως.

Ανήκεις ιδεολογικά στον χώρο της ευρύτερης Αριστεράς. Ποια πιστεύεις πως είναι τα μεγαλύτερα λάθη της;
Όπως λέει κι ο Πορτοκάλογλου, έχω τις ίδιες αρχές αλλά αλλάζω απόψεις. Που είναι πολύ σημαντικό. Από πλευράς αρχών τοποθετούμαι υπέρ του ανθρώπου, ουμανιστικά, με αυτή την Αριστερά. Από λάθη; Λάθη στρατηγικής και τακτικής. Η Αριστερά υποτίθεται ήταν πάντα πρόοδος. Πολλές φορές δεν υιοθέτησε την πρόοδο αλλά τον σκοταδισμό. Κι αν τα κείμενά της, η «βίβλος» της, οι μαρξιστές φιλόσοφοι λένε για «αέναη επανάσταση», πολλές φορές η Αριστερά έχει τοτέμ που τα προσκυνάει σαν μια νέα θρησκεία. Κι έχει και τελετουργίες. Μερικές φορές κάποιες μάταιες πορείες, δεν εννοώ μεγάλες κινητοποιήσεις για το ασφαλιστικό ή για άλλα σημαντικά ζητήματα, θυμίζουν εκκλησία.

Πώς αλλάζει ο κόσμος;
Σέβομαι κάθε άνθρωπο που θέλει να αλλάξει τον κόσμο. Το πώς αλλάζει ο κόσμος είναι πολυπαραγοντικό. Συνήθως ο πόλεμος τον αλλάζει, δυστυχώς. Δεν πιστεύω απόλυτα στις new age δοξασίες που λένε ότι πρέπει να αλλάξουμε πρώτα τους εαυτούς μας. Σέβομαι απόλυτα τους αγωνιστές. Δεν σέβομαι τους εμετικούς συνδικαλιστές που δεν είναι κατ’ ανάγκην αριστεροί, μπορεί να είναι και δεξιοί, και κοιτούν μόνο τη συντεχνία τους, πηγαίνοντας τη ζωή μας πίσω. Μου αρέσει στη Γαλλία που οι σιδηροδρομικοί κάνουν απεργίες και βγήκαν οι γιατροί να τους συμπαρασταθούν. Δεν μου αρέσει να κάνω απεργία για ένα προνόμιο μιας ειδικής συντεχνίας του Δημοσίου, που δεν έχει κανένα όφελος για τον άλλον. Δεν μου αρέσουν οι απεργίες μόνο για τα προνόμια. Θέλω πιο ευγενικούς σκοπούς. Η αγορά εργασίας στην Ελλάδα σήμερα είναι ζούγκλα, υπάρχουν παιδιά που σπαράζει η ψυχή μου και στέλνουν βιογραφικά σε τραγουδοποιούς, παιδιά που δουλεύουν σε call centers για 200 ευρώ, σε συνθήκες μίζερης σκλαβιάς, εργαζόμενοι σε delivery που παθαίνουν ατυχήματα. Μακάρι να εφαρμόζονταν κι εδώ κάποια πράγματα της Ευρώπης, που είναι και δεξιά πες. Εδώ είμαστε χειρότερα. Πρέπει πολύ πιο ώριμα η Αριστερά να καταλάβει ποιο είναι το σημαντικό και ποιο το ασήμαντο. Και, ναι, δεν μου αρέσει η επαναστατική γυμναστική. Ο εργατικός συνδικαλισμός για μένα είναι ιερό πράγμα, το οκτάωρο είναι ιερό πράγμα. Δεν μπορώ να σβήσω την Αριστερά με μια μονοκοντυλιά αλλά δεν μπορώ να επικροτήσω και μια στείρα άρνηση σε όλα.

Στάθης Δρογώσης - Συνέντευξη - Jukebox
© Πέτρος Νικόλτσος

Υπήρξες από τους πρώτους που υποστήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ κι από τους πρώτους που του άσκησαν κριτική. Τι σε οδήγησε στο να συνεργαστείς με το ΚΚΕ;
Έχω μετανιώσει για τη στήριξή μου στον ΣΥΡΙΖΑ, όχι τόσο για τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά γιατί ξεφτίλισα τον εαυτό μου. Γιατί είμαι καλλιτέχνης και ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να λέει στον κόσμο τι θα κάνει. Ή για να το πω αλλιώς ο αληθινός καλλιτέχνης δημιουργεί ρεύμα, όπως στο φιλειρηνικό κίνημα των 60s που κάποιοι βγήκαν μπροστά και πήραν τη συντηρητική κοινωνία μαζί τους. Αυτό που έκανα εγώ ήταν ότι καβάλησα ένα κύμα γλείφοντας σχεδόν. Είχα ευγενικά κίνητρα, αλλά βλέποντας τοποθετήσεις μου αντιλαμβάνομαι πως έπεσα στον ναρκισσισμό. Πήγα να γλείψω τον κόσμο που μετατοπιζόταν πιο αριστερά. Εγώ και πολλοί άλλοι, παρασυρθήκαμε από αυτό. Που είναι το χειρότερο, είναι ανήθικο προς τον εαυτό μου, γιατί σκότωσα την αθωότητά μου και την αισθητική μου. Κι αυτό είναι κάτι που θα το κουβαλώ όλη μου τη ζωή. Και δεν φταίει το κόμμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα και τα κόμματα κάνουν συμβιβασμούς, είναι πολιτικοί οργανισμοί που θέλουν να κυβερνήσουν. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα στα κόμματα. Δεν είμαι εγώ ο αναμάρτητος και φταίνε οι Συριζαίοι. Απλώς εγώ πρόδωσα τον εαυτό μου, είναι πιο ψυχαναλυτικό. Γιατί αντί να μείνω στη μουσική μου και να δίνω το μικρόφωνο σε όποιον έχει ανάγκη για φωνή, που το έκανα μέχρι τότε σε πολλές συναυλίες διαμαρτυρίας, βρέθηκα σε μια κατάσταση να γίνω πολιτικός. Που δεν έχω ούτε τα προσόντα, ούτε τη μόρφωση, ούτε το κρύο αίμα. Και νομίζω δικαίως μου γύρισε ο κόσμος την πλάτη, είχα τεράστια προβλήματα με την καριέρα μου γιατί ήμουν αυτοκαταστροφικός αφού βρέθηκα να κάνω ένα άλλο πράγμα που δεν το αγαπούσα. Από όλα αυτά τα ταραγμένα χρόνια μού άρεσε η ενασχόλησή μου με τη Αθήνα ως δημοτικός σύμβουλος. Κι εκεί ήρθα σε επαφή με τον Νίκο Σοφιανό από την παράταξη του ΚΚΕ. Έχει μια ειλικρίνεια το ΚΚΕ, μπορεί να διαφωνώ σε πράγματα μαζί του, όπως τη στάση τους στο σύμφωνο συμβίωσης, αλλά έχει μια τιμιότητα. Συμφωνώ μαζί τους πως πρέπει να ρυθμίσουμε την αγορά εργασίας, το ασφαλιστικό. Δίνει φωνή σε ανθρώπους-φαντάσματα της ελληνικής κοινωνίας. Αν έμαθα κάτι από αυτή την ιστορία είναι ότι ο καλλιτέχνης πρέπει να βάζει απορίες. Κι όχι να δίνει απαντήσεις. Ποιος είναι να δίνει απαντήσεις και γιατί; Επειδή ξέρει να παίζει μια συγχορδία στην κιθάρα;

Για να ζήσεις δεν μπορεί να έχεις 500 φίλους, σόρι! Είμαστε άνθρωποι, δεν είμαστε bots!

 

Μεγαλώνεις μια κόρη. Τι σε ανησυχεί για το μέλλον της;
Παλιά δεν υπήρχε μονοπώλιο στη γνώση. Υπήρχαν ιστορίες φτωχών παιδιών που μορφώθηκαν, ταξικής διαπίδυσης. Η εξειδίκευση της τεχνολογίας και η έλευσης της τεχνητής νοημοσύνης αλλάζει τα δεδομένα και δημιουργούν μονοπώλια. Εταιρίες όπως οι Google και η Apple είναι σαν κράτη. Εξαφανίζονται επαγγέλματα κι ενώ νομίζεις πως έχεις πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες, γιατί στην πραγματικότητα δεν έχεις αφού κάποιοι φιλτράρουν τι θα δεις, παράδειγμα το σκάνδαλο Cambridge Analytica, καταλήγεις να μην έχεις ενημέρωση. Από την άλλη μπορεί να γνωρίσεις τον άνθρωπο των ονείρων σου σε ένα γκρουπ στο Facebook, αντάλλαξες ένα τσατ, πήγες εκδρομή και παντρεύτηκες. Είναι ο θαυμαστός νέος κόσμος, δεν ξέρω πού θα πάει. Ποια θα είναι η θέση των ανθρώπων; Θα είναι μια στρατιά καταναλωτών που θα αγοράζει με αλγόριθμους; Θα απελευθερωθούμε από τις θρησκείες; Αυτό είναι το τραγικό της δικής μας γενιάς. Εμείς μεγαλώναμε και πιστεύαμε πως όλα θα πάνε καλύτερα. Ακούγαμε τις γιαγιάδες και τους παπούδες μας να μας λένε «εμείς, πεινούσαμε στην Κατοχή». Κι εμείς λέγαμε, θα είμαστε καλύτερα. Ζήσαμε την άνοδο, την πτώση, και είμαστε μια γενιά χαμένη, αυτή των σαραντάρηδων. Μια γενιά που έχασε τη Γη κάτω από τα πόδια της. Μακάρι τα παιδιά μας να μας δώσουν τη λύση. Περάσαμε μια δεκαετία μαρτυρίου, με άνεργους φίλους, φίλους που έφυγαν στο εξωτερικό.

Στάθης Δρογώσης - Συνέντευξη - Jukebox
© Πέτρος Νικόλτσος

Μελοποίησες και τραγούδησες το «Πυροβολήστε τον χρόνο». Γιατί οι άνθρωποι σήμερα δεν προλαβαίνουν, κατά τη γνώμη σου;
Χαίρομαι που το ξέρεις! Οι στίχοι είναι φυσικά του Μίκη Θεοδωράκη. Δεν προλαβαίνουν αλλά βάζουν κάθε μέρα αναμνήσεις τους στα social media. Πρέπει να ζεις το παρόν. Έχουμε ένα άγχος να μοιραστούμε ότι κάθε μέρα είναι ξεχωριστή και βγάζουμε φωτογραφίες τα μακαρόνια μας, τη βόλτα μας. Θέλουμε να δείξουμε ότι ζούμε αλλά εγώ θυμάμαι πως δεν είχαμε social media στα τριάντα και περάσαμε γαμάτα. Θυμάμαι στα τριακοστά μου γενέθλια να χορεύω σε ένα rave πάρτι στην Ολλανδία. Δεν το έχω στο Facebook. Αλλά το έζησα. Δεν προλαβαίνεις να ζήσεις αν δεν έχεις ανθρώπινη επαφή. Για να ζήσεις δεν μπορεί να έχεις 500 φίλους, σόρι! Είμαστε άνθρωποι, δεν είμαστε bots! Δεν μπορείς να ενημερώνεις 800 ανθρώπους κάθε μέρα τι κάνεις, αυτοί δεν είναι οι φίλοι σου κι αυτή δεν είναι η ζωή σου. Έχεις φτιάξει έναν ρόλο που περιφέρεται στα ψηφιακά σοκάκια. Είναι ψυχοπαθολογικό αυτό, όλοι πέσαμε στην παγίδα κι υπάρχουν κλινικές απεξάρτησης κιόλας για αυτό ε;

Στάθης Δρογώσης - Συνέντευξη - Jukebox
© Πέτρος Νικόλτσος

Το «Κόκκινο Τετράδιο» κυκλοφόρησε το 2015. Υπάρχει νέο άλμπουμ στα σκαριά;
Ετοιμάζω νέο δίσκο. Έχω 66 νέα τραγούδια έτοιμα που γράφτηκαν όλη αυτή την περίοδο και δεν ήξερα τι να τα κάνω γιατί δεν είχα προσανατολισμό. Ελπίζω το φθινόπωρο να κυκλοφορήσει, εμένα μου αρέσουν τα ολοκληρωμένα άλμπουμ όχι τα singles. Και κάνω μουσική για θέατρο με την ομάδα ΓΚΑΦ, ανεβάζουμε την «Πανούκλα» του Καμί, στο Θέατρο 104, μετά το Πάσχα. Θα ήθελα τον χειμώνα να κάνω μια σειρά εμφανίσεων με κουαρτέτο εγχόρδων. Και θέλω να απασχολήσω τον κόσμο με τη μουσική μου πια. Όχι με την κοσμοθεωρία μου, η οποία είναι χαοτική. Δεν είμαι κανένας διανοητής της Αριστεράς και της προόδου. Είμαι ένας μουσικός που γράφει τραγούδια και για αυτό θέλω να με θυμούνται. Πραγματικά αν μπορούσα να με σβήσω για αυτά τα πέντε χρόνια, θα το έκανα. Η μουσική και το παιδί μου είναι αυτά που με απασχολούν όλη μέρα. Κι εκεί νιώθω ευτυχισμένος.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ