Μουσικη

Scott Walker

 Με αφορμή το «Bish Bosch»

max.jpg
Μάκης Μηλάτος
ΤΕΥΧΟΣ 422
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
34477-77759.jpg

Καθώς η δύνη του χρόνου με ρουφάει στο 2013 και γύρω μου ήδη χορεύουν οι καινούργιοι δίσκοι του Nick Cave, των My Bloody Valentine, των Depeche Mode, του David Bowie, των Yo La Tengo, του Johnny Marr, των Pere Ubu, των Eels, των Matmos ή των Flaming Lips, οι οποίοι έρχονται όπου να ’ναι και οι αναμνήσεις από τους «δίσκους της χρονιάς» για το 2012 απομακρύνονται ταχέως, οι εσωτερικές ακροάσεις ξεθωριάζουν ή σβήνουν απ’ τον σκληρό δίσκο του μυαλού για να χωρέσει το μέλλον, υπάρχει ένας δίσκος που όχι μόνο δεν σβήνει, όχι μόνο δεν ξεθωριάζει, αλλά απλώνεται και καταλαμβάνει όλο και περισσότερο χώρο, σαν μελάνι στο χαρτί. Πίσω του υπάρχει ένας τύπος που όλο και περισσότερο θαυμάζω και τείνω να τον θεωρήσω σαν έναν από τους σπουδαιότερους εν ζωή μουσικούς του 20ου αιώνα, που μεταπήδησε με άνεση στον 21ο και πιθανότατα και στον 30ό, όπως διατείνεται και το πρόσφατο ντοκιμαντέρ για το βίο του: «Scott Walker: 30 Century Man».

Η «έγκριτη» νεανική μουσική φυλλάδα ΝΜΕ έγραψε πως δεν μπορεί να φανταστεί κάποιον εκτός ψυχιατρείου να ακούει το Bish Bosch. Είμαι τρελός; Ανισσόροπος; Εχει λασκάρει η βίδα; Θαυμάζω έναν παρανοϊκό τύπο; Πλάκα κάνω… Δεν αναρωτιέμαι, απλώς χλευάζω την ευκολία που έντυπα και ίντερνετ δίνουν χώρο σε αμαθείς, αδαείς, αμόρφωτους, αστοιχείωτους, ημιμαθείς «δημοσιογράφους» και «κριτικούς» που είναι ανίκανοι να διαχειριστούν κάτι πιο ουσιώδες, πιο σύνθετο, πιο ανορθόδοξο, πιο αλλόκοτο από το 3λεπτο κουπλέ/ρεφρέν, που είναι λοβοτομημένοι και δεν μπορούν να μαγευτούν, να γοητευτούν, να «φύγουν», να χαθούν και τελικά να αισθανθούν. Ελληνική και διεθνής δημοσιογραφία, έντυπη και (κυρίως) ηλεκτρονική έχει γεμίσει από «μετρίως μέτριους και πάντα μετρημένους». Προτιμώ λοιπόν να εμπιστευτώ άτομα όπως ο David Bowie, o Jarvis Cocker, o David Sylvian, o Thom York, o Nick Cave, o Perry Blake, o Neil Hannon, o Marc Almont, o Billy MacKenzie (μεταξύ άλλων) που τον θαυμάζουν, τον εκτιμούν ή τον αναφέρουν στις επιρροές τους.

Το άλμπουμ: «Bish Bosch» του Scott Walker που κυκλοφόρησε πριν από μερικές εβδομάδες (χρησιμοποιώ μια φράση από ένα κείμενο του Στέφανου Δάνδολου στην A.V.) «αντιστέκεται διακριτικά στην επέλαση αυτού που τώρα πια, χωρίς κανέναν ενδοιασμό, ονομάζω: μαζική αποχαύνωση». Μία (ακόμη) σκοτεινή, εφιαλτική, μαγευτική, σπαραξικάρδια, σουρεαλιστική και ανορθόδοξη ροκ όπερα που δανείζεται μουσικά υλικά από κάθε είδος, με «ακατανόητους» στίχους, λεξιπλασία και την γνωστή βαθιά φωνή του να σε βυθίζει στο χάος.

Η μουσική του πορεία χωρίζεται σε πολλές (αλλά για μένα μόνο δύο στην ουσία) περιόδους. Η πρώτη ξεκινάει όταν ο Noel Scott Engel (όπως είναι το πραγματικό του όνομα) γνωρίζει επιτυχία ως ποπ είδωλο στις δεκαετίες του ’60 και του ‘70 ως: Walker Brothers αρχικά, σε συνεργασία με τον (όχι αδελφό του) John Maus και στη συνέχεια κάνοντας σόλο καριέρα, ενώ ακολούθησε και μια επανένωση του ντουέτου. Το μουσικό υλικό αυτής της περιόδου -με στοιχεία ποπ και orchestral- χωρίς να στερείται ενδιαφέροντος δεν μας προϊδεάζει καθόλου για τον Scott Walker που θα γνωρίσουμε τα τελευταία χρόνια και συγκεκριμένα από το 1995 και μετά, όταν κυκλοφόρησε το πρώτο του αριστούργημα και είναι ακριβώς η στιγμή που αρχίζει η δεύτερη και πιο ενδιαφέρουσα περίοδος του ιδιαίτερου και μοναδικού αυτού δημιουργού η οποία περιλαμβάνει μόλις 3 άλμπουμ: «Tilt» (1995), «The Drift» (2006) και «Bish Bosch» (2012). Δεν είναι εύκολο να τα περιγράψεις…

Βαθύ σκοτάδι, μελοδραματικό ύφος, rock στοιχεία που φτάνουν μέχρι το heavy metal, μεγάλες ορχήστρες εγχόρδων, οπερετική δομή, σουρεαλιστικοί στίχοι με αναφορές σε πολλά πραγματικά πρόσωπα της ιστορίας και σε ιστορικά γεγονότα (παρούσα και η αρχαία Ελλάδα φυσικά) και δημιουργία ακατανόητων λέξεων. Οι εφιάλτες του Ελβις Πρίσλεϋ, η τρέλα του Μουσολίνι, η επέλαση του Ανίβα, η Ακρόπολη και η Αθήνα, ο Παζολίνι και ο έρωτας του για τον Νινέτο Ντάβολι, ο πόλεμος του Κόλπου, ο Τσε Γκεβάρα και ο Αϊχμαν μπλέκονται μεταξύ τους σαν αχνές εικόνες σε ένα μαύρο καμβά. Ο Scott Walker δημιουργεί έναν δικό του σκοτεινό, μακάβριο, γοητευτικό, μοναδικό, αλλόκοτο κόσμο και είναι να απορείς πως δεν έχει συναντηθεί ακόμη με τον Τιμ Μπάρτον σ’ αυτό το παράλληλο σύμπαν.

Εκτιμώ την Μαρία Κάλας ή τον Καρούζο αλλά η δική μου όπερα είναι αυτά τα τρία άλμπουμ του Scott Walker.

Και για να το συνεχίσω… Tο: «Tommy» και το: «Quadrophenia» των Who, κάποια άλμπουμ των Yes, των Procol Harum, των E,L&P, τα ambient του Brian Eno, οι Residents, οι Pink Floyd, o Glenn Branka, o Miles Davis και ο Coltrane, o Isaac Hayes, οι ORB και ο Aphex Twin, o Sun Ra και ο Frank Zappa, οι Motorpsycho στον περσινό τους δίσκο με τον Stale Storlokken, o Johann Johannsson… Αυτή είναι η δική μου κλασική μουσική.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ