Κινηματογραφος

Ο Πάνος Κούτρας μας ανοίγει την «Xenia» του

Λίγες μέρες μετά την πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Καννών

41550-195045.jpg
Γιώργος Κρασσακόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 484
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
68994-153253.jpg

Ο Πάνος Κούτρας σε μια συνέντευξη για την ταινία «Xenia» στην Athens Voice.

To «Xenia» είναι η επόμενη ταινία του Κούτρα μετά τη «Στρέλλα» και η μόνη ελληνική ταινία που προβλήθηκε φέτος (και τα τελευταία πέντε χρόνια) στο επίσημο πρόγραμμα του φεστιβάλ των Καννών. Είναι η ιστορία δύο αδελφών αλβανικής καταγωγής που συναντιούνται ξανά όταν η μητέρα τους πεθαίνει κι αποφασίζουν να ψάξουν τον Έλληνα πατέρα τους που τους εγκατέλειψε πριν πολλά χρόνια και να απαιτήσουν την αναγνώριση και την ελληνική υπηκοότητα. Το «Xenia» είναι ένα road movie στην Ελλάδα του σήμερα, της επαρχίας των σκυλάδικων, του υποβόσκωντος ή φανερού ρατσισμού και φασισμού, αλλά και μιας αμυδρής ίσως ελπίδας. Είναι επίσης μια εσωτερική διαδρομή, συναισθηματική και πλούσια σε φαντασία, ντυμένη με την ομορφιά μιας Ελλάδας που μοιάζει πια στραπατσαρισμένη, με τις παλιομοδίτικες μελωδίες της Πάτι Πράβο. Είναι ίσως η πιο ώριμη και γοητευτική ταινία του Πάνου Χ. Κούτρα κι ένα φιλμ που έκανε τη δική του αίσθηση στις Κάννες κερδίζοντας τις εντυπώσεις και διανομή ήδη σε πολλές χώρες του κόσμου από την Αμερική μέχρι το Χονγκ Κονγκ. Στις αίθουσες της Ελλάδας θα φτάσει στις 9 Οκτωβρίου από τη Feelgood Entertainment αλλά, μέχρι τότε, ο Πάνος Χ. Κούτρας μοιράζεται μαζί μας κάτι σαν το χάρτη αυτής της υπέροχης κινηματογραφικής διαδρομής.

n

H ταινία δανείζεται τον τίτλο της από τα ξενοδοχεία Ξενία και ένα κομμάτι της διαδραματίζεται σε ένα εγκαταλειμμένο Ξενία. Τι συμβολίζουν για σένα αυτά τα κομψά στην πλειοψηφία τους ερημωμένα σήμερα ξενοδοχεία μιας Ελλάδας του ’60 και του ’70; Με κάποιο τρόπο είναι λίγο τα παιδικά μου χρόνια. Είτε ήταν Ξενία ή όχι, τα ξενοδοχεία του καλοκαιριού είναι κάτι που θυμάμαι έντονα. Όλοι νομίζω οι άνθρωποι της γενιάς μου έχουν λίγο πολύ κάποιες κοινές αναμνήσεις από καλοκαιρινές διακοπές, από μια Ελλάδα που έχει περάσει. Ως ένα σημείο, αν θες, η ταινία μου λειτουργεί σαν μια επίσκεψη στη χαμένη μου νεότητα και στην παιδική μου ηλικία. Αυτή ήταν μία από τις βασικές μου ιδέες. Ναι, μπορείς να πεις ότι αυτό το ξενοδοχείο είναι μια Ελλάδα σε εγκατάλειψη, αλλά και μια ηλικία, ίσως η δική μου νεανική ηλικία. Για μένα αυτό το ξενοδοχείο, ο τρόπος που υπάρχει στην ταινία, δεν έχει μόνο μια ανάγνωση, βρίσκει δυο τρεις, τέσσερις σημασίες.

Θα έλεγες ότι το φιλμ είναι ένα teen movie με κάποιο τρόπο; Σίγουρα είναι μια ταινία για το να είσαι έφηβος. Κάτι που με διασκέδαζε όσο δουλεύαμε το σενάριο, αν και φοβάμαι ότι ακούγεται λίγο υπερφίαλο όταν το λέω, είναι το ότι προσπάθησα να κάνω την ταινία μέσα από τα μάτια του Ντάνι. Από το ύφος και τη ματιά της, ως την εικόνα της. Σαν με ένα διαστροφικό τρόπο να προσπαθώ μέσα από το φιλμ και μέσα από τους ήρωες, να ξαναζήσω τα δικά μου εφηβικά χρόνια. Να προσπαθήσω να ανακαλέσω το πώς ήμουν εγώ στα δεκάξι ή δεκαεφτά μου χρόνια. Στην προετοιμασία της ταινίας περνούσα ώρες σκεπτόμενος πώς θα φερόμουν, πώς θα αντιμετώπιζα τα πράγματα, τι θα έβλεπα αν βρισκόμουν σε ανάλογες καταστάσεις.

n

Πιστεύεις ότι η εφηβική σου ηλικία θα ένιωθε δικαιωμένη λοιπόν από το φιλμ; Δεν ξέρω αν τελικά η ταινία που έκανα έχει οτιδήποτε να κάνει με τη δική μου εφηβική ηλικία, αλλά αυτό που θέλησα, σαν ένα βαμπίρ αν θες, το πήρα. Ένιωσα ξανά πώς ήταν, μέσα από τα παιδιά ήταν σαν να έγινα και πάλι έφηβος. Για τελευταία φορά, ίσως.

Γιατί είχε τόση σημασία για σένα; Μεγαλώνοντας, πρώτα απ’ όλα ξεχνάς. Κι ευτυχώς που ξεχνάς, γιατί αλλιώς θα πήγαινες στο τρελοκομείο. Είναι ευχή το να ξεχνάς. Κρατάς ίσως μερικές εικόνες και μια αίσθηση που ξανάρχεται κάπου κάπου σαν τη γεύση της μαντλέν στο «Αναζητώντας το χαμένο χρόνο» του Προυστ. Αν είσαι τυχερός. Οπότε θέλησα να κάνω κάτι πριν ξεχάσω ολότελα. Γιατί από τα δεκαέξι στα πενήντα, μεσολαβούν πολλά χρόνια ανάμεσα...

n

Το «Xenia» μιλά και για την ενηλικίωση για το τέλος της εφηβείας, σε μια δύσκολη περίοδο της Ελλάδας, για ήρωες μη προνομιούχους, αλλά δεν είναι μια μελαγχολική ταινία. Αυτό που μου λες το βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρον. Μου το λένε σχεδόν όλοι μέχρι τώρα, αγνοώντας ίσως ότι οι δυο ήρωες στο τέλος του φιλμ φεύγουν σε ένα ηλιοβασίλεμα. Στη δύση του ηλίου. Όχι σε ένα ξημέρωμα.

Ίσως γιατί αυτά τα δύο παιδιά σού αφήνουν την αίσθηση πως κάτι αισιόδοξο υπάρχει εκεί έξω. Γιατί είναι νέοι.

Είναι μόνο αυτό κατά τη γνώμη σου; Είναι ένας από τους βασικούς λόγους. Κι επίσης, γιατί ακριβώς αυτό είναι αυτά τα παιδιά. Και δεν μιλάω μόνο για τους ήρωες, αλλά και για τον Κώστα Νικούλι και τον Νίκο Γκέλια που τους υποδύονται. Είναι δυο παιδιά που μάχονται με μια ελαφρότητα από το πρωί ως το βράδυ. Γι’ αυτό που είναι. Το να ζουν στην Ελλάδα και να είναι Έλληνες.

n

Φαντάζομαι ήταν πολύ σημαντικό για σένα να βρεις ηθοποιούς που να είναι αλβανικής καταγωγής, γεννημένοι στην Ελλάδα. Ήταν αδιαπραγμάτευτο. Ήταν εξίσου σημαντικό με το να βρω τη Μίνα Ορφανού για την «Στρέλλα». Δίχως αυτούς δεν θα έκανα την ταινία.

Γιατί; Μπορεί να πεις ότι η ταινία δεν είναι ιδιαίτερα πολιτική σαν περιεχόμενο, αλλά η επιλογή αυτών των δύο παιδιών ήταν καθαρά, απόλυτα, μια πολιτική πράξη. Όπως και το να κάνουν αυτά τα δύο παιδιά αυτή την ταινία. Το ίδιο και η «Στρέλα». Δεν ήταν μια μαχητική ταινία για τα δικαιώματα των τρανσέξουαλ, αλλά το να κάνω μια ταινία σαν τη «Στρέλλα» ήταν για μένα μια πολιτική πράξη. Και το ίδιο ισχύει κι εδώ.

n

Πώς είδες την Ελλάδα μέσα από τα μάτια τους; Πάρα πολύ αισιόδοξη. Γιατί αυτά τα παιδιά δεν ξέρουν κάτι άλλο εκτός κρίσης. Γιατί αυτά τα παιδιά μεγάλωσαν, απέκτησαν συνείδηση κι ενηλικιώθηκαν μέσα στην κρίση. Και για αυτά τα παιδιά, όπως με κάποιον τρόπο και για μένα, η κρίση υπήρχε πάντα στη ζωή τους. Είναι Αλβανοί που ήρθαν στην Ελλάδα, σε ένα λαό που τους φέρθηκε πάρα πολύ άσχημα. Αλλά πάρα πολύ άσχημα.

Προφανώς μέσα από το «Xenia» η ζωή τους θα αλλάξει. Με τον ανάλογο τρόπο που άλλαξε και για τη Μίνα Ορφανού. Είναι αυτό κάτι που σκέφτεσαι όταν γράφεις ένα σενάριο; Ή απλά ψάχνεις τον καλύτερο ηθοποιό για τον ρόλο; Κοίτα, η αλλαγή στην περίπτωση της Μίνας ήταν αναμφίβολα πολύ πιο δραματική. Τα παιδιά εδώ είχαν ήδη πάρει την απόφαση να γίνουν ηθοποιοί, πριν το «Xenia». Κατά κάποιο τρόπο δεν τους άλλαξα την πορεία, απλά ίσως τους έδωσα μια ώθηση. Αλλά, ξέρεις, όταν γυρίσουμε στην Αθήνα τόσο ο Κώστας όσο κι ο Νίκος θα συνεχίσουν τη ζωή τους όπως ήταν και πριν. Ο Νίκος θα δουλεύει για να μπορεί να ζει και να πληρώνει τη σχολή του κι ο Κώστας επίσης θα επιστρέψει στη δουλειά του. Η ταινία δεν θα αλλάξει κάτι άμεσα στη ζωή τους, δεν είναι ένα μαγικό ραβδί που θα τη μεταμορφώσει.

n

Μιλώντας για μαγεία, η ταινία είναι μεν ρεαλιστική, αλλά διατρέχεται από σκηνές φαντασίας. Είναι ένας μηχανισμός διαφυγής από μια σκληρή καθημερινότητα; Για μένα είναι κι αυτές σκηνές καθημερινές. Σοβαρολογώ. Γιατί εγώ κάπως έτσι ζω τη ζωή μου. Όταν γράφω σενάρια, ή γυρίζω ταινίες, βρίσκομαι συνέχεια μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας. Ακόμη κι αν γράφω ρεαλιστικές ιστορίες δεν παύω να κινούμαι μεταξύ των δυο. Πόσο μάλλον αφού είμαι ένας άνθρωπος που έχει κάνει πολλά χρόνια ψυχανάλυση κι έχω συνηθίσει να λεκτικοποιώ τα όνειρά μου. Για χρόνια έπρεπε να θυμάμαι τα όνειρά μου και να τα αφηγούμαι. Οπότε για μένα είναι κάτι φυσιολογικό. Για το χαρακτήρα του Ντάνι πάντως είναι κι ένας τρόπος να ξεφύγει. Πιστεύω ότι ο Ντάνι, όπως κι ο Οδυσσέας στην ταινία, είναι από τα παιδιά που τραυματίστηκαν ανεπανόρθωτα, χάνοντας το ρόλο του παιδιού. Νομίζω ότι είναι ό,τι χειρότερο μπορείς να κάνεις σε ένα παιδί, να του παίρνεις το ρόλο του παιδιού και να του δίνεις αυτόν του μεγάλου.

n

Η ταινία όμως έχει και κάποιες σκηνές που θα μπορούσαν να είναι βγαλμένες από τα δελτία ειδήσεων. Πόσο εύκολο είναι να κάνεις την πραγματικότητα σινεμά; Η αφετηρία μου είναι πάντα να περιγράψω κάτι που συμβαίνει. Κάτι που γίνεται στην πόλη μου. Δεν ήθελα να κάνω μια ταινία καταγγελίας, αλλά να δείξω την αλήθεια ως έχει. Και δυστυχώς ο εκφοβισμός και η βία στους μετανάστες και τις μειονότητες είναι κάτι συνηθισμένο στην Αθήνα σήμερα. Δυστυχώς είναι κι αυτές σκηνές καθημερινές. Κάνω μια ταινία κάθε πέντε χρόνια κι επειδή είμαι και σεναριογράφος και παραγωγός, κάθε ταινία γίνεται όλη μου η ζωή. Από πολύ μικρός η ζωή μου ορίζεται από τις ταινίες, από αυτές που έκανα κι από αυτές που δεν κατάφεραν να γίνουν, οπότε, ναι, είναι λογικό να βάζω μέσα πολύ από τη ζωή μου. Οι ανθρώπινες σχέσεις, η πραγματικότητα, δεν μπορούν παρά να γίνουν κομμάτι των ταινιών μου.

Δείτε περισσότερα για το «Xenia» και το Φεστιβάλ Καννών εδώ.

Φωτό: Κατερίνα Πασπαλιάρη

Κεντρική φωτό: Τάκης Τσαντίλης

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ