Κινηματογραφος

Στα γυρίσματα της ζωής του Τζιμ Τζάρμους

12 πλάνα του αιρετικού auter του αμερικανικού σινεμά

4168-35217.jpg
Λένα Χουρμούζη
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
58946-117561.jpg

«Ενδιαφέρον στη ζωή έχουν όσα ακόμα δεν ξέρεις και είναι κάπου εκεί έξω για να τα ανακαλύψεις. Ξέρω πολλά για τη μουσική και τον κινηματογράφο, αλλά με συναρπάζει η ιδέα ότι υπάρχουν ακόμα τόσες ωραίες ταινίες για να δεις και μουσικές για να ακούσεις».

Τζιμ Τζάρμους, ετών 61, με τα υπέροχα άσπρα μαλλιά από τα κολεγιακά του χρόνια. Μεγάλωσε περιπλανώμενος στους δρόμους του Άκρον στο Οχάιο, την επονομαζόμενη βασίλισσα των ελαστικών της Goodyear, και ήθελε να γίνει συγγραφέας. «Το διαφημιστικό αερόστατο της Goodyear ήταν το μόνο πράγμα που χάζευα με τις ώρες και με έκανε να ξεχνιέμαι στο Άκρον», έχει πει και φυσικά από νωρίς έφυγε άφραγκος με μόνο βιβλία του Μπάροουζ και του Κέρουακ στις αποσκευές του για τη Νέα Υόρκη. Ανακαλύπτει την underground σκηνή της μητρόπολης, τον Άντι Γουόρχολ, τον Ρόμπερτ Ντάουνι, και παίζει No Wave με τους The Del-Byzanteens. Ένα ταξίδι στο Παρίσι και η γνωριμία με τη Νουβέλ Βαγκ των Γκοντάρ και Τριφό αρκεί για να αφήσει τη λογοτεχνία για το σινεμά.

n

Δίνει σπάνια συνεντεύξεις. Κι όταν το κάνει, είναι σα να μη θέλει να μιλήσει. Το κάνει με το ζόρι. Οι ταινίες του είναι ο κόσμος του και δε χρειάζεται να εμβαθύνει περισσότερο στον εαυτό του. Ένας κόσμος σαν σάουντρακ με μουσική αντίστοιχη της τοποθεσίας των γυρισμάτων, σκοτεινός, με χιούμορ, ένας κόσμος με πολύ εγκατάλειψη και ντεκαντάνς. Σε δρόμους σαν του Τζάρμους θέλεις να χαθείς και μπορείς με ασφάλεια γιατί αυτή είναι η μαγεία του σινεμά. Θεωρείται συνώνυμο του αουτσάιντερ, ο αποφασισμένος να γυρίζει ταινίες είτε το Χόλιγουντ βάλει ή δε βάλει το χέρι βαθειά στην τσέπη. Τελευταία νευριάζει πολύ με την ταμπέλα του «παιδιού-θαύματος» του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά.

1980, Permanent Vacation (Διακοπές Διαρκείας)

n

«Στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης κάνουν ένα μεγάλο λάθος. Είμαι στο τελευταίο έτος και παίρνω μια υποτροφία από το Ινστιτούτο Κινηματογράφου Louis B. Mayer. Αντί να στείλουν το ποσό απευθείας στο Πανεπιστήμιο για τα δίδακτρα, το έδωσαν σε μένα. Τα έβαλα όλα για να γυρίσω την πρώτη μου ταινία μεγάλου μήκους. Στη σχολή δεν άρεσε η ταινία και δεν τους άρεσε ακόμα περισσότερο ότι χρωστούσα τα δίδακτρα. Εκείνη τη χρονιά δεν πήρα πτυχίο από το NYC. Αργότερα μου έδωσαν ένα τιμητικό πτυχίο. Μετά άρχισαν να χρησιμοποιούν το όνομά μου σε διαφημίσεις για την προβολή του πανεπιστημίου. Κι όπως έχω ξαναπεί: μ’ αυτό το πτυχίο και με ενάμισι δολάριο μπορείς να πιεις ένα καφέ στη Νέα Υόρκη».

Στο «Διακοπές Διαρκείας» η κάμερα ακολουθεί τις δυόμισι μέρες ενός περιπλανώμενου άντρα που δεν έχει ούτε σπίτι, ούτε δουλειά. Η ταινία βρήκε περιορισμένο κοινό στην Ευρώπη ενώ στις ΗΠΑ κανείς δεν ασχολήθηκε καν με αυτή.

1984, Stranger than Paradise (Πέρα από τον Παράδεισο)

n

Οι σημειώσεις του σκηνοθέτη: «Το Πέρα από τον Παράδεισο είναι μια απλή αμερικανική ιστορία με την οπτική των ξένων. Είναι μια ιστορία εξορίας και αυτοεξορίας και για όλα όσα μας συνδέουν που σπανίως χάνονται. Στα γυρίσματα κάποιος από την παραγωγή με ρώτησε τι είδους ταινία γυρίζουμε. Ήθελα να του πω ότι πρόκειται για μια ημι-νεορεαλιστική ασπρόμαυρη κωμωδία με το στιλ ενός Ανατολικοευρωπαίου σκηνοθέτη παθιασμένου με τον Ιάπωνα Όζου και τις αμερικανικές τηλεοπτικές του ’50. Τελικά μέσα από το στόμα μου είπα ότι είναι μια μινιμαλιστική ιστορία Ούγγρων μεταναστών και η άποψή τους για την Αμερική. Καμία από τις δύο απαντήσεις δεν είναι σωστές. Η ερώτηση με βοήθησε να καταλάβω ότι είναι ευκολότερο να μιλάς για το είδος-στιλ μιας ταινίας παρά για την πλοκή της και το τι συμβαίνει σ’ αυτήν».

Η ταινία ξεκίνησε με ένα ασπρόμαυρο φιλμ 40 λεπτών, το οποίο έδωσε στον Τζάρμους ο διευθυντής της παραγωγής ταινιών του Βιμ Βέντερς. Μέσα σε ένα σαββατοκύριακο ο Τζάρμους γύρισε μια ταινία 30 λεπτών με μονοπλάνα και συνδυάζοντας το στυλιστικό μαύρο να χωρίζει την κάθε σκηνή, δομή που θα γίνει σήμα κατατεθέν για τον σκηνοθέτη και στην μετέπειτα φιλμογραφία του. Η ταινία επεκτάθηκε σε μεγάλου μήκους και απέσπασε τη Χρυσή Κάμερα στις Κάννες και το πρώτο βραβείο στο φεστιβάλ του Λοκάρνο.

1986, Down By Law (Στην παγίδα του νόμου)

n

Πρώτη συνεργασία με τον Ρομπέρτο Μπενίνι: «Είμαι ανοικτός με τους ηθοποιούς. Αποφεύγω να τους διορθώνω γιατί συνήθως λένε πράγματα πολύ καλύτερα από αυτά που έχω γράψει στο σενάριο. Στα γυρίσματα του Down By Law ο Μπενίνι έπρεπε να πει την ατάκα: "it’s a sad but beautiful song" και αντί γι’ αυτό είπε: "it’s a sad but beautiful word". Εγώ άκουσα ότι είπε "world": και μου άρεσε περισσότερο. Ο Μπενίνι βέβαια χάθηκε στη μετάφραση και με ρωτούσε επίμονα: "πες μου τι πρέπει να πω τελικά". Η ουσία είναι ότι μέσα από το παιχνίδι των παρεξηγήσεων προκύπτουν μερικοί από τους καλύτερους διαλόγους».

Η έμπνευση για το «Down By Law» ήρθε από την ταινία του 1968 «Δυο λιοντάρια στον Ειρηνικό», με τον Λι Μάρβιν (αγαπημένο ηθοποιό του Τζάρμους) και τον Τοσίρο Μιφούνε. Όπως σε εκείνη την ταινία, έτσι και στου Τζάρμους, οι δύο βασικοί ήρωες προέρχονται από διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα και αναγκάζονται να συνυπάρξουν στον ίδιο περιοριστικό χώρο, γεγονός που τους οδηγεί σε σύγκρουση. Ο καταλύτης στη σύγκρουση είναι ο ρόλος του «ξένου» με την άλλη οπτική γωνία, Ρομπέρτο.

1989, Mystery Train

n

Η ταινία γυρίστηκε το καλοκαίρι του 1988 στο Μέμφις. Μήνες νωρίτερα ο Τζάρμους φτάνει στην πόλη μετά από μια χιονοθύελλα. Οδηγεί στους δρόμους της πόλης ψάχνοντας για το ιδανικό σκηνικό του. Σταματά σε μια διασταύρωση και βλέπει: έναν παροπλισμένο σταθμό τρένων, το εστιατόριο Arcade Luncheonette diner και το εγκαταλελειμμένο ξενοδοχείο Arcade. Το 1990 σε μια συνέντευξή του στο Spin είπε: «Έπαθα πλάκα με το μέρος. Αυτό το σταυροδρόμι ήταν γεμάτο φαντάσματα. Το ξέρεις ότι κάποτε σε αυτό το δρόμο έκανε βόλτες ο Ρόμπερτ Τζόνσον και ότι ο Μάντι Γουότερς περίμενε το τρένο σε αυτόν τον σταθμό;»

1991, Night On Earth (Μια νύχτα στον κόσμο)

n

Πέντε ιστορίες μέσα σε ταξί σε πέντε διαφορετικές πόλεις: Λος Άντζελες, Νέα Υόρκη, Παρίσι, Ρώμη και Ελσίνκι. Η πρώτη φορά που ο Τζάρμους συνεργάζεται με την Τζίνα Ρόουλαντς, ηθοποιός και σύζυγος του ινδάλματός του, Τζον Κασσαβέτης. «Στην πρώτη μας συνάντηση είχα τρελό άγχος. Είναι μία από τις αγαπημένες ηθοποιούς στον κόσμο. Είναι άνθρωπος ζεστός και γενναιόδωρος. Θυμάμαι ότι ακόμα πιο αγχωμένη από εμένα ήταν η Γουινόνα. Έτρεμε ολόκληρη. Συνεργαστήκαμε άψογα. Μόνο μια στιγμή τα θαλάσσωσα. Ήταν να τραβήξω ένα απλό κοντινό πλάνο της Τζίνα και μετά να κλείσω τη σκηνή. Κόλλησα, όμως, τόσο πολύ κοιτώντας την, αφαιρέθηκα με το να σκέφτομαι: "αυτή είναι η Τζίνα Ρόουλαντς και παίζει σε ταινία μου". Κάποια στιγμή επέστρεψα στον πλανήτη Γη και είδα όλους να με κοιτούν με απορία για το πότε θα πω: "cut"».

1995, Dead Man (Ο Νεκρός)

n

«Το δούλευα τουλάχιστον δυόμισι χρόνια στο μυαλό μου. Μέχρι κι εγώ έχω αλλάξει από τότε. Το να μιλάω για τον Νεκρό είναι σα να μιλάω για μια παλιά πτυχή του εαυτού μου. Μιλώ στον κόσμο σα να είναι η νέα μου ταινία και δεν είναι. Την έχω ήδη δει 4.000 φορές και τη δουλεύω πάνω από δύο χρόνια. Δεν πειράζει. Μου αρέσει αυτός ο Γάλλος ποιητής, ο Βαλερί, ο οποίος έχει πει ότι ένα ποίημα ποτέ δεν τελειώνει, το εγκαταλείπεις. Δε βλέπω ποτέ τις ταινίες μου αφότου έχουν βγει στις αίθουσες. Δεν κοιτώ ποτέ πίσω, κάπως σαν το Νεκρό».

1999, Ghost Dog The way of the Samurai (Ο Τρόπος του Σαμουράι)

n

Πώς ο Τζάρμους συνάντησε τον RZA. «Όταν θέλεις να βρεις έναν εγκληματία δεν πας στην αστυνομία. Ήμουν σίγουρος ότι δε θα έβρισκα τον RZA μέσω του δικηγόρου του ή του ατζέντη του. Έπρεπε να βρω κόσμο που ξέρω και τον ξέρουν. Κι έτσι ήρθαμε σε επαφή. Αν και είμαστε δύο τελείως διαφορετικοί άνθρωποι, με τελείως διαφορετικές εμπειρίες και παρελθόν είχαμε καλή επικοινωνία. Αμέσως δέχθηκε να γράψει τη μουσική της ταινίας, το οποίο με εξέπληξε».

«Δεν είχα ιδέα ότι ο Φόρεστ Γουίτακερ ήξερε από πολεμικές τέχνες. Για τη σκηνή με τα σπαθιά στην ταράτσα πίστευα ότι θα χρειαζόταν κάποια εκπαίδευση. Χρησιμοποιούσε τα όπλα και τα σπαθιά σα προέκταση του εαυτού του».

2003, Coffee and Cigarettes (Καφές και Τσιγάρα)

n

Η Κέιτ Μπλάνσετ υποδύεται δύο ρόλους: τον εαυτό της και τη ζηλιάρα ροκ ξαδέλφη της. Μετά την προβολή της ταινίας η Κέιτ Μπλάνσετ σε ρόλο δημοσιογράφου παίρνει συνέντευξη από τον Τζιμ Τζάρμους και τον ρωτά: ο ρόλος ήταν πραγματικά παράξενος. Έπαιζα απέναντι από το εγώ μου σε κάθε σκηνή. Αυτό χρειαζόταν ένα γερό σενάριο και είχε πολλές τεχνικές απαιτήσεις. Κι όμως η όλη εμπειρία μού φάνηκε τελείως πειραματική.

«Διασκέδαζα να σε βλέπω τη μία μέρα να παίζεις τον ένα ρόλο και την επόμενη κάτι άλλο. Πρόσεχες τόσο τις υπαινικτικές λεπτομέρειες. Όπως ένα βράδυ πριν από το γύρισμα ήρθες και μου είπες: "αυτή η Σέλι η ξαδέλφη είναι πιο κοντή, έχει μεγαλύτερο στήθος και πιο μπάσα φωνή. Θέλω η άλλη η Κέιτ να φοράει τακούνια". Ερχόσουν κάθε μέρα και με μια άλλη ιδέα. Είχες την έγνοια και των δύο ρόλων μέσα στο κεφάλι σου. Κάποιοι που έχουν δει την ταινία μου είπαν ότι δεν κατάλαβαν ότι μία ηθοποιός έπαιζε στους δύο ρόλους. Ακόμα και ο Μπιλ Μάρεϊ μπερδεύτηκε. Με είχε πάρει τηλέφωνο από τη Βιέννη όταν γύριζε την ταινία με τον Γουές και μου είπε: "αυτή η Κέιτ πολλή καλή, αλλά και η άλλη η κοπέλα απίστευτη. Πού τη βρήκες; Ποια είναι;"»

2005, Broken Flowers (Τσακισμένα Λουλούδια)

n

«Τα Τσακισμένα λουλούδια δεν είναι μια αυτοβιογραφική ταινία. H ιδέα ήρθε στη Σάλι Ντράιβερ και στον Μπιλ Ρέιντεν ενώ έγραφαν ένα άλλο σενάριο πριν από πέντε-έξι χρόνια. Μου έδωσαν την ιδέα τους, τη φύλαξα μέσα μου για μερικά χρόνια, όπως κάνω με όλες τις ιδέες, και την επεξεργάστηκα. Εν τω μεταξύ είχα ήδη συμφωνήσει με τον Μπιλ Μάρεϊ να κάνουμε κάτι διαφορετικό το οποίο όμως κατά βάθος δε μου άρεσε. Και επειδή σιχαίνομαι το rewriting των σεναρίων μου, του πρότεινα αυτή την ιδέα και συμφώνησε. Σε δύο εβδομάδες είχα γράψει το σενάριο και αρχίσαμε. Είμαι λοιπόν πολύ ευχαριστημένος με τα Τσακισμένα λουλούδια γιατί υπήρξε το αποτέλεσμα πίστης μου σε κάτι, χωρίς όμως να το κάνω σκοπίμως». (απόσπασα από το συνέντευξη του Τζάρμους στο «ΒΗΜΑ»).

2009, The Limits of Control (Στα Όρια του Ελέγχου)

n

«Είναι απλά ένα ταξίδι στην Ισπανία και η όλη πλοκή φτιάχνεται στην πορεία. Συζητούσαμε καιρό με τον Τζιμ γι’ αυτή τη δουλειά και απλά τώρα ξεκινήσαμε. Είναι απλά μια περιπέτεια στην Ισπανία για τον Τζιμ»: Τίλντα Σουίντον.

2013, Only Lovers Left Alive (Μόνο οι Εραστές μένουν Ζωντανοί)

n

«Για μένα τα λογοτεχνικά έργα που πραγματικά καταπιάνονται με βρικόλακες και βαμπίρ έχουν γραφτεί από Άγγλους συγγραφείς. Έχουν κάτι το πολύ βρετανικό. Η αντίληψη των Άγγλων για τη λογοτεχνία αλλά κι όλο τον κόσμο είναι ξεχωριστή. Και γι’ αυτό επέλεξα μια Βρετανίδα Εύα και έναν Βρετανό Αδάμ για τους πρωταγωνιστικούς ρόλους».

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ