6928-15931.jpg
Διηγηματα

«Κάτι θα γίνει, θα δεις»

Στο δεύτερο αυτό βιβλίο του μετά τη «Γυναίκα στα κάγκελα» (Ελληνικά Γράμματα, 2003), ο Οικονόμου αφηγείται 16 ιστορίες από τη ζόρικη πλευρά της πόλης:Καμίνια, Δραπετσώνα, Νίκαια, Κερατσίνι. Φτώχεια, ανεργία, ανασφάλεια απέναντι στους μετανάστες, βία, χαμένα όρια, αλλά και έξω καρδιά κι αλληλεγγύη. Όχι, δεν πρόκειται περί λούμπεν. Στο επίκεντρο της αφήγησης του Οικονόμου στέκει ο σύγχρονος προλετάριος, γηγενής ή μετανάστης, με ή χωρίς ταξική συνείδηση. Νικαιώτης και ο ίδιος, ο συγγραφέας δεν τον παραμορφώνει μέσα από το φακό μιας προσποιητής συμπάθειας, δεν επιχειρεί να τον εξιδανικεύει. Προσπαθεί απλώς να τον δείξει όπως είναι.

Ανοίγοντας μια μεγαλύτερη συζήτηση για τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, νομίζω ότι είναι ευχάριστο το γεγονός ότι, ύστερα από μια αρκετά μεγάλη περίοδο ομφαλοσκόπησης, πληθαίνουν ξανά τα κείμενα που ασχολούνται με την πολιτική και ιδίως αυτά που κοιτούν κατάφατσα τη σημερινή κοινωνία. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για συγγραφείς της νεότερης γενιάς, όπως καλή ώρα ο 40χρονος Οικονόμου.   

Η θεματική του είναι σαφώς ρεαλιστική, ίσως ακόμη και νατουραλιστική, όμως η τεχνική του φέρνει πιο κοντά στο μοντερνισμό: εναλλαγές σε πρωτοπρόσωπη, δευτεροπρόσωπη και τριτοπρόσωπη αφήγηση, φράσεις που κόβονται στη λέξη, κοντινά πλάνα αλλά και αποστασιοποιημένες ματιές, χαρακτήρες που μεταφέρονται από τη μια ιστορία στην άλλη.

Ο Οικονόμου γνωρίζει τα τερτίπια της δύσκολης και απαιτητικής μικρής φόρμας. Ο λόγος του είναι κοφτός και συμπυκνωμένος. Ξέρει πρώτα από όλα να πλάθει καλοσχηματισμένους χαρακτήρες στα στενά όρια που του επιβάλλει αυτή η φόρμα. 

Διηγήματα όπως το «Πλακάτ με σκουπόξυλο», όπου μιλάει για τα εργατικά ατυχήματα που συμβαίνουν καθημερινά εξαιτίας της πλεονεξίας της εργοδοσίας, ή το ελεγειακό «Μάο» («σε γαμάω»), σκληρό σχόλιο πάνω στην τυφλή βία που ευδοκιμεί στις υπανάπτυκτες συνοικίες, είναι για αναγνώστες με υψηλό κριτήριο αλλά και με γερό στομάχι.