Βιβλιο

Γράμμα σε έναν συγγραφέα

Κάθε σκέψη σου μια φούσκα πάνω απ’ το κεφάλι σου που δεν έσκασε ποτέ, παρά μόνο μέσα σου

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Γράμμα σε έναν συγγραφέα

Σκέψεις και ερωτήσεις στο γράμμα σε έναν συγγραφέα

Διαβάζω το βιβλίο σου αργά. Βασανιστικά αργά. Δεν θέλω να τελειώσει. Θέλω να σε μάθω αργά. Να σε γεύομαι ενώ σε περιφέρω γύρω από τη γλώσσα μου για όση ώρα μου παίρνει να διαβάσω μια σελίδα. Μετά σε καταπίνω. Κάθε φορά που γυρνάω σελίδα, βάζω ένα καινούργιο σου κομμάτι μέσα και αρχίζω ξανά την ιεροτελεστία. Δεν ξέρω τι θα κάνω όταν οι σελίδες τελειώσουν. Δεν θέλω να το σκέφτομαι ακόμα. Ίσως κάτι βρω. Όταν σε διαβάζω, νιώθω ότι κάνω διάλογο μαζί σου. Απαντάω σε ό,τι με συγκινεί ή με παραξενεύει. Συμπληρώνω σκέψεις που άφησες ημιτελείς. Επίτηδες το κάνεις, το ξέρω. Το κάνω κι εγώ. Όσο πιο κοφτές είναι οι προτάσεις σου, τόσο πιο γεμάτη και πλήρης είναι η εικόνα που προξενείς.

Έκανα μια παύση λίγων ημερών. Σ’ έπαιρνα μαζί μου στο κρεβάτι, ακόμα και όταν ήξερα ότι δεν θα σε διαβάσω απόψε. Μετά, στο αυτοκίνητο για παρέα. Κάπου θα ‘βρισκα ένα πεντάλεπτο. Τώρα που τελείωσε, ξέρω λίγα ακόμα. Σε γνώρισα από τις σελίδες σου. Μικρά αποσπάσματα μού άνοιξαν μια ολόκληρη ζωή. Θα ‘θελα να κάνω ένα ταξίδι μαζί σου με αυτοκίνητο. Να φεύγαμε τώρα, βράδυ. Χωρίς συγκεκριμένο προορισμό. Να μοιραζόμαστε τιμόνι, λέξεις, εαυτούς, ιστορίες (εσύ θα έχεις περισσότερες). Θέλω να μάθω από σένα. Μ’ αρέσει να μαθαίνω, όπως και εσένα. Θέλω μια φορά στη ζωή μου να φύγω ξαφνικά, χωρίς προειδοποίηση ή ενημέρωση, έστω για λίγο.

Επιστρέφω σε προτάσεις που υπογράμμισα. Πάω μπρος-πίσω. Διαβάζω άναρχα. Κάποιες σελίδες στέκονται ανοιχτές πιο εύκολα από άλλες. Τις κούρασα παραπάνω, ακούμπησα επάνω τους λίγο περισσότερο. Διάβασα κάπου πρόσφατα ότι οι συγγραφείς είναι πιο παρατηρητικοί και πιο ευαίσθητοι μόνο στη δουλειά τους· στα βιβλία τους. Στη ζωή τους δεν διαφέρουν από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Μόνο στη σελίδα είναι πιο σοφοί. Το υπογράμμισα και αυτό, έβγαζε νόημα. Δεν θέλω να το πιστέψω όμως για σένα. Ίσως όχι ακόμα. Αντιστέκομαι.

Οι εικόνες των προορισμών σου δεν με ταξίδεψαν τόσο στα μέρη αυτά όσο μέσα στο σκιερό σου μέτωπο. Κάθε σκέψη σου μια φούσκα πάνω απ’ το κεφάλι σου που δεν έσκασε ποτέ, παρά μόνο μέσα σου. «Είσαι απών» σου είπε κάποιος. Το ξέρω καλά το βλέμμα αυτών των δύο λέξεων, ακόμα και όταν δεν αρθρώνονται. Το μυαλό σου διαβάζεται καλύτερα τα βράδια ή τις μέρες χωρίς ήλιο. Δεν το λέω για κακό. Εγώ προσωπικά το βρίσκω ελκυστικό. Νιώθω τη ζέστη που περιγράφεις να αχνίζει απ’ τη σελίδα, κι όμως δεν με ενοχλεί, ενώ τη σιχαίνομαι. Φιλτράρεται ίσως από τον καπνό που εκπνέεις.

Δεν μου αρκεί να σου πω ότι ταυτίζομαι με τα λόγια σου, μου ακούγεται τόσο τετριμμένο. Έχω φανταστεί να σ'το λέω και κάθε φορά χαμογελάς ευγενικά, χωρίς όμως να με πιστεύεις. Προχθές το βράδυ κοιμήθηκα μιλώντας μαζί σου. Έφτιαξα ένα ρεαλιστικό σενάριο που σε φέρνει στον καναπέ μου με ένα ποτό στο χέρι. Το ποτό σ'το προσφέρω εγώ, το τσιγάρο είναι δικό σου. Δεν ξέρω γιατί χρειάζομαι ρεαλισμό στη φαντασίωσή μου. Ίσως για να το ζήσω λίγο πιο έντονα.

Πρώτη φορά σ’ έφερνα σπίτι μου. Τις άλλες φορές ήμασταν στο δικό σου. Και εκεί με ρεαλισμό έφτασα, εάν αναρωτιέσαι. Χωρίς δόλο. Κάθε φορά το σπίτι σου είναι το ίδιο, δεν έχω πειράξει τίποτα. Οι κινήσεις σου αλλάζουν όμως. Οι προσεγγίσεις σου ποικίλλουν. Άνθρωπος είσαι, έχεις και εσύ τις μέρες σου. Μιλάς περισσότερο από μένα, ίσως γιατί σε ρωτάω συνέχεια πράγματα. Ελπίζω να μην σε κούρασα.

Ό,τι έχω υπογραμμίσει γράφτηκε χρόνια πριν. Σε εκφράζει ακόμα; Αυτό δεν το ρωτώ, θέλω να το ανακαλύψω. Μπορεί να αναρωτιέσαι τώρα εάν έχουμε αγγιχτεί, ή όχι ακόμα. Και εάν έχουμε όντως, πότε έγινε. Ποια φορά; Πόσο περιμέναμε για να τολμήσουμε; Ποιος έκανε την πρώτη κίνηση; Θες να σου απαντήσω ρεαλιστικά ή προτιμάς να το φανταστείς; Γελάμε πάντως αρκετά και πίνουμε πολύ.

Νομίζω μια φορά με πήρε ο ύπνος στον καναπέ σου. Έβαλες μια κουβέρτα επάνω μου, με κοίταξες για λίγα δευτερόλεπτα και ύστερα πήγες μέσα να ξαπλώσεις. Ομολογώ ότι υπήρξαν φορές που ξύπνησα μετά από λίγο, και με την κουβέρτα στους ώμους ήρθα να σε βρω, μπήκα κάτω από τα σκεπάσματα και μέσα στην αγκαλιά σου. Δεν ξέρω εάν με περίμενες, ωστόσο με υποδέχτηκες.

Ψάχνω να βρω κάτι για να κλείσω αυτό το γράμμα. Ένα απόφθεγμα απ’ το βιβλίο σου ίσως που με εκφράζει πιο πολύ. Ούτε αυτό μου αρκεί όμως. Δεν υποκρίνομαι ότι σε ξέρω, και σ’ αυτό ρεαλίστρια είμαι. Ήρθαν οι λέξεις σου όμως και στάθηκαν σε σημεία της ύπαρξής μου που είναι πολύ καλά κρυμμένα. Όταν συναντιόμαστε, στο μεταίχμιο αυτό του ύπνου, με ενθαρρύνεις να μιλάω χωρίς φίλτρο. Στο σπίτι μου το κατάφερα καλύτερα απ’ ό,τι στο δικό σου. Ίσως επειδή έχουμε εξοικειωθεί πια, εσύ, εγώ και ο Μορφέας.

Μερικά βράδια κάθεται και αυτός και μας ακούει. Τις λίγες φορές που δεν βιάζεται μ’ αφήνει να το ζήσω όλο. Δεν τον ντρέπομαι. Με ξέρει πια. Η λιγότερο ρεαλιστική πτυχή της συνεύρεσής μας είναι η έλλειψη του τέλους, όπως και στο βιβλίο σου. Πώς έβαλες εσύ το δικό σου τέλος; Πότε είπες «αρκετά»; Πώς ένιωσες ότι όλο αυτό τελείωσε; Υπάρχουν φορές που αναρωτιέμαι εάν θα ερχόμουν στ’ αλήθεια σπίτι σου· εάν θα ‘μπαινα στο μυαλό σου και στα χέρια σου, θυσιάζοντας ένα αιώνιο ιδανικό βράδυ για λίγα άτσαλα, τσαλακωμένα, όμως αληθινά, με ένα σίγουρα άβολο και αμήχανο τέλος. Θες να σου απαντήσω ρεαλιστικά; Όπως είπες και εσύ, «δεν έχουμε τίποτα, μόνο όσα ζήσαμε». Τελικά ίσως αυτό να αρκεί.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ