Βιβλιο

Κώστας Ακρίβος: Αγάπα το κελί σου...

«Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο απ' το να πειθαρχήσεις στον νέο τρόπο ζωής για το δικό σου καλό, το καλό των δικών σου, το καλό των άλλων»

32014-72458.jpg
A.V. Guest
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
#menoumespiti με την Athens Voice: Ο συγγραφέας Κώστας Ακρίβος περιγράφει μία μέρα στο σπίτι, εν μέσω πανδημίας κορωνοϊού.

#menoumespiti με την Athens Voice: Ο συγγραφέας Κώστας Ακρίβος περιγράφει μία μέρα στο σπίτι, εν μέσω πανδημίας κορωνοϊού.

Για κάποιον που έχει κάνει καθημερινή ρουτίνα εδώ και χρόνια να περνάει τη μισή μέρα, πολλές φορές και τη νύχτα, κλεισμένος σε ένα δωμάτιο και σκυμμένος πάνω από τις γραμμένες ή άγραφες σελίδες, το να ακολουθήσει τώρα τις οδηγίες του «Μένουμε Σπίτι» φαντάζει κάτι σχετικά εύκολο ή, λίγο διεστραμμένα, φυσιολογικό. 

Τι γίνεται όμως με το άλλο μισό της μέρας; Εκείνο που το είχες προπονήσει με κινηματογράφο και θέατρα, βιβλιοπαρουσιάσεις και εκδηλώσεις, κάνοντας τα ψώνια αμέριμνος μες στην πολυκοσμία, να βγαίνεις με φίλους σε τσιπουράδικα, να φωνασκείς στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης», να απολαμβάνεις το μασλάτι σε καφέ και ταβέρνες; Απλώς, απλώς... Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο απ' το να πειθαρχήσεις στον νέο τρόπο ζωής για το δικό σου καλό, το καλό των δικών σου, το καλό των άλλων. Έτυχε στην εποχή μας μια τέτοια μορφή «πολέμου» –ποτέ άλλοτε τόσοι πολλοί δεν φοβήθηκαν και δεν κινδύνεψαν τόσο πολύ· δεν είναι λογοπαίγνιο…– και είμαστε τώρα αναγκασμένοι να προσαρμοστούμε στις συνθήκες επίθεσης ενός άφαντου εχθρού. 

Ίσως, σκέφτομαι, η δοκιμασία αυτή να είναι ένας χρήσιμος δείκτης για την υγεία των ηθικών μας αξιών. Να αναλογιστούμε πρώτ' απ' όλα και να συμμεριστούμε, έστω νοερά, όλους εκείνους που στις μέρες ή παλαιότερα δεν μπορούν να μετακινηθούν από την οικία ή την κλίνη τους είτε γιατί είναι ΑΜΕΑ, είτε γιατί βρίσκονται σε κάποιο νοσοκομείο και τους απαγορεύεται η έξοδος στον ήλιο. 

Κατ' αρχάς φέρνεις στο μυαλό σου τον Μακρυγιάννη, λόγου χάρη, και τι γράφει για τους πολιορκημένους Έλληνες στην Ακρόπολη: «μάλλωνε η ψείρα με το σκουλήκι…» ή το κοριτσάκι του φίλου σου στο ΕΛΠΙΔΑ, και έτσι το «Δόξα σοι ο Θεός» έρχεται για πρώτη φορά στη ζωή σου να αποκτήσει αναπάντεχα, ίσως και λίγο υβριστικά, υπόσταση και να γίνει σωσίβιο για την τωρινή κατάσταση. 

Ξεκινάς λοιπόν τη μέρα και το πρώτο που κάνεις είναι να προσαρμοστείς στη νέα καθημερινότητα. Στέκεσαι μπροστά στη βιβλιοθήκη και κατεβάζεις από τα ράφια αδιάβαστα βιβλία, βιβλία που απαιτούν να τα ξαναδιαβάσεις, βιβλία που τα αδίκησες μες στην προηγούμενη φούρια της καταναλωτικής βιβλιαγοράς. Διαβάζεις επίσης ό,τι έχει έρθει στα χέρια σου τον τελευταίο καιρό: τη «Σώσα» του Ι. Μπ. Σίνγκερ, την «Υπογαία» του R. Macfarlane, τα δοκίμια του Τζ. Φράνζεν «Το τέλος του τέλους της Γης». Ακόμα, συνεχίζεις την εδώ και πολλούς μήνες δουλειά με το γραπτό σου ή κάνεις μερεμέτια σε μισοτελειωμένα κεφάλαια. «Ξεφυλλίζεις» τον τηλεφωνικό κατάλογο στο κινητό και καλείς επαφές σκουριασμένες εδώ και χρόνια: έναν φίλο απ' τον στρατό, έναν άλλο με τον οποίο για λησμονημένο τώρα λόγο τα είχατε τσουγκρίσει, τον συγγενή που έχεις μήνες να μάθεις νέα του… Κάθε τόσο βγαίνεις στο μπαλκόνι και παίρνεις βαθιά οπτική ανάσα απ' τον λόφο του Στρέφη και τον Λυκαβηττό. Αργά το βράδυ ψάχνεις στην τηλεόραση για καμιά ταινία που να αξίζει τον κόπο. Ανεβάζεις στο φέισμπουκ έναν σύνδεσμο με audio books, ώστε να μπορέσουν όλοι να ακούσουν το «Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο», το «Απόψε δεν έχουμε φίλους», το «Με την καλοσύνη των ξένων», το «Πανδαιμόνιο». Και σαν ζείδωρο διάλειμμα ανάμεσα σε όλα αυτά οργανώνεις το επερχόμενο καλοκαίρι – αυτή τη φορά όχι στα Βαλκάνια, όχι στην κεντρική Ευρώπη: Ξεδιπλώνεις χάρτες, ανοίγεις ταξιδιωτικά βιβλία, ψάχνεις στο διαδίκτυο και φαντασιώνεσαι παραλίες στη Νίσυρο, την Ικαρία, την Ανάφη, την Κίμωλο…

Δεν μπορεί να μην παρακολουθήσεις τις ειδήσεις. Όπως, επίσης, δεν γίνεται να μη συμμεριστείς τις δυσοίωνες προβλέψεις και αναλύσεις των επιστημόνων –των επιστημόνων, όχι των πολιτικών– για αυτό το κακό που κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει την επεκτατική του ισχύ και την ημερομηνία λήξης. Ώρες ώρες πέφτει μαύρο σύννεφο πάνω στη διάθεσή σου και όλα σκοτεινιάζουν ζοφερά, καθώς πιάνεις τον εαυτό σου να μονολογεί: Μπας και το «Βαμμένο πουλί» ήταν η τελευταία ταινία που έλαχε να δούμε; Μήπως ο «Μόμπι Ντικ» η τελευταία παράσταση; 

Ωστόσο, την αμέσως επόμενη στιγμή ο οπτιμιστής εαυτός σου παίρνει το πάνω χέρι και οραματίζεται τη μέρα που θα βγούμε απ' αυτό το ερεβώδες τούνελ όσο το δυνατόν πιο αλώβητοι και, μακάρι, πιο ταπεινόφρονες. Απέναντι στο εγώ μας, απέναντι στον Άλλον. Απέναντι στη Μητέρα Γη. 


Ο Κώστας Ακρίβος είναι συγγραφέας. Το τελευταίο του βιβλίο: «Γάλα Μαγνησίας» (Εκδόσεις Μεταίχμιο) βραβεύθηκε με το Βραβείο The Athens Prize for Literature 2019

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ