Βιβλιο

Νόμπελ και λογοτεχνικά ντεσιμπέλ

Se non è vero è ben trovato.

80755-195568.JPG
Τάκης Θεοδωρόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 231
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
book2.jpg

Tο 1901, όταν η Ακαδημία Νόμπελ επρόκειτο να απονείμει το πρώτο βραβείο λογοτεχνίας του κληροδοτήματος, οι υποψήφιοι που είχαν μείνει στην τελική επιλογή ήταν δύο. Ο ένας ήταν ο Γάλλος Εμίλ Ζολά και ο άλλος ο Ρώσος Λέων Τολστόι.

Τα μέλη της επιτροπής, καθότι αισθάνονταν ελαφρώς επαρχιώτες και λίγο εκτός διεθνούς λογοτεχνικής πιάτσας, προκειμένου να μην αρχίσουν την καριέρα τους με κάνα χοντρό λάθος, αποφάσισαν να ζητήσουν την γνώμη των Γάλλων ακαδημαϊκών. Σοφότεροι και πιο ψυλλιασμένοι αυτοί, θα τους γλίτωναν από την ενδεχόμενη γκάφα.

Μια αντιπροσωπεία τους λοιπόν ταξίδεψε ως το Παρίσι, όπου και διεπίστωσε ότι τα πράγματα ήσαν εντελώς διαφορετικά από ό,τι φαίνονταν από μακριά. Το όνομα Εμίλ Ζολά προκάλεσε αλλεργικές αντιδράσεις στους Γάλλους ακαδημαϊκούς, που τον θεωρούσαν αναρχικό επειδή είχε υποστηρίξει τον Ντρέιφους. Το δε όνομα Λέων Τολστόι δεν τους προκάλεσε καμία απολύτως αντίδραση, διότι απλούστατα δεν το είχαν ξανακούσει.

Στη θέση τους αντιθέτως πρότειναν στους Σουηδούς έναν «εξαιρετικό» Γάλλο ποιητή που άκουγε στο όνομα Σιλί Πριντόμ, το οποίο, ως γνωστόν φιγουράρει έκτοτε στην πρώτη θέση της χρονολογικής λίστας των βραβείων. Οι Σουηδοί, αν είχαν κάνει του κεφαλιού τους, όποιον απ’ τους δύο κι αν διάλεγαν σίγουρα δεν θα είχαν πέσει έξω. Έπεσαν έξω γιατί άκουσαν τις συμβουλές των σοφότερων Γάλλων και βράβευσαν έναν ποιητή του οποίου έκτοτε αγνοείται η τύχη κάπου στα ράφια των βιβλιοθηκών. Ποιος διαβάζει σήμερα τον Πριντόμ; Ποιος τον ξέρει ; Ακόμη και οι Γάλλοι μαθητές τον ξέχασαν αφού, αν δεν κάνω λάθος, το ένα και μοναδικό ποίημα στις ανθολογίες του γυμνασίου έχει κι αυτό εξαφανισθεί.

Αληθινή ιστορία ή διδακτικό ανέκδοτο, δεν έχει σημασία. Ό,τι κι αν είναι, πάντως, λέει πολλά. Se non è vero è ben trovato.

Πάντως δεν λέει αυτό που εκ πρώτης όψεως φαίνεται να λέει, ότι δηλαδή η ακαδημία Νόμπελ έπεσε για μία ακόμη φορά έξω βραβεύοντας ένα δευτεροκλασάτο Γάλλο συγγραφέα. Κι αυτό όχι μόνο γιατί δεν θεωρώ τον Λε Κλεζιό δευτεροκλασάτο συγγραφέα, αλλά και γιατί πιστεύω πως στις αρχές του 21ου αιώνα οι ισορροπίες των δυνάμεων δεν έχουν καμία σχέση με τις σχέσεις που όριζαν τα λογοτεχνικά πράγματα στις αρχές του 20ού.

Καταρχάς η γαλλική δεν είναι πλέον η παγκόσμια γλώσσα της λογοτεχνίας, όπως ήταν τότε. Έπειτα η Ακαδημία μοιάζει μάλλον με ένα γραφικό γκρουπούσκουλο φανατικών περιθωριακών μέσα σε ένα λογοτεχνικό κόσμο, όπου την εξουσία την έχουν καταλάβει διάφοροι ημιμαθείς ατζέντηδες που προσπαθούν πάση θυσία να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του «μεγάλου τους κοινού».

Η αγγλοσαξωνική κυριαρχία στη λογοτεχνία είναι καταθλιπτική. Όχι, βέβαια, όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπος με τους μεγάλους της συγγραφείς, όπως ο Φίλιπ Ροθ για παράδειγμα, αλλά όταν βρίσκεσαι μπροστά στην ευκολία με την οποία παράγει μιμητές. Πόσα από τα ελληνικά μυθιστορήματα που κυκλοφορούν δεν παλεύουν πάση θυσία να μιλήσουν «αγγλικά» με τις πολιτικώς ορθές τους απόψεις και τις ορθές τεχνικές αφήγησης;

Η αγγλοσαξωνική κυριαρχία στη λογοτεχνία είναι θλιβερή επειδή προσπαθεί να ορίσει κανόνες σε μία από τις ελάχιστες αναρχικές δραστηριότητες που επιτρέπουν στο μυαλό μας να ανασαίνει κάπως οξυγόνο ελευθερίας. Κι απ’ αυτή την άποψη, η βράβευση του Λε Κλεζιό δίνει μια ανάσα σε ένα παγκόσμιο στερέωμα που βυθίζεται όλο και περισσότερο στο νέφος της ομοιογένειας.

Είναι βαρετός ο Λε Κλεζιό; Εξαρτάται από ποια οπτική γωνιά θέλεις να τον διαβάσεις. Και θα ήθελα να δω κάποιον απ’ αυτούς που τον λένε βαρετό όλο αυτό τον καιρό, να προσπαθήσει να διαβάσει κάποιο από τα μυθιστορήματα του Μπέκετ. Μεγαλοφυής πλην όμως άκρως «βαρετός», αν τον κρίνουμε με τα αναγνωστικά κριτήρια του περίφημου εκείνου και ανύπαρκτου μαλάκιου που ακούει στο όνομα «μέσος αναγνώστης». Είναι ξεπερασμένος με την ανθρωπολογική αντίληψη του κόσμου που έχει, με τον σχεδόν τριτοκοσμικό ανθρωπισμό του; Μπορεί, από μια άποψη, όμως δεν μπορώ να καταλάβω γιατί θα πρέπει να προτιμήσω τον «μπλερικό» ανθρωπισμό που προβάλλει ο Μακ Γιούαν στο πολυδιαβασμένο του «Σάββατο»; Μήπως επειδή είναι καλύτερα κρυμμένος κάτω από τους αγγλοσαξωνικούς αφηγηματικούς ρυθμούς του;

Τέλος πάντων. Με τούτα και με κείνα, πάντως, το Νόμπελ αποδεικνύεται πολιτικά ζωντανό – και το βραβείο στον Λε Κλεζιό είναι μια καθαρά πολιτική κίνηση στην πολιτισμική σκακιέρα. Ευτυχώς, γιατί αν μας μείνει μόνο το Μπούκερ, τότε τη λογοτεχνία θα τη γράφουν οι διάφοροι εμπορικοί διευθυντές των μεγάλων διανομέων. l

Από τις εκδόσεις Ωκεανίδα κυκλοφορούν τα βιβλία του Λε Κλεζιό «Άνοιξη και άλλες εποχές», «Ονίτσα, «Το μεξικανικό όνειρο»

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ