Εικαστικα

Το χρονικό της αγωγής Sotheby’s στο υπουργείο Πολιτισμού

Τι δήλωσε ο ερευνητής σε υποθέσεις «ξεπλύματος» παράνομων αρχαιοτήτων Δρ Χρ. Τσιρογιάννης για την ταύτιση της συγκεκριμένης αρχαιότητος στην A.V. - Τα επίσημα έγγραφα της αγωγής και του γράμματος του υπουργείου

33446-75562.JPG
Ευγενία Μίγδου
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
tsirogiannis.jpg

Μια πρωτοφανή για τα χρονικά των οίκων δημοπρασιών δικαστική διαμάχη με το ελληνικό κράτος, ξεκίνησε χθες o οίκος Sotheby’s, σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times. Συγκεκριμένα, κατέθεσε στις 5 Ιουνίου, στο δικαστήριο της Νέας Υόρκης, αγωγή κατά του Ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού, με αφορμή το τελευταίο αρχαίο αντικείμενο που αναγκάστηκε να αποσύρει από δημοπρασία του τον περασμένο μήνα. Πρόκειται για το χάλκινο ειδώλιο αλόγου, γεωμετρικής εποχής, το οποίο επρόκειτο να βγει προς πώληση στη Νέα Υόρκη στις 14 Μαΐου. Όπως είχαμε γράψει εδώ, την συγκεκριμένη αρχαιότητα είχε ταυτίσει ο αρχαιολόγος Χρήστος Τσιρογιάννης από το φωτογραφικό αρχείο των Σάιμς-Μιχαηλίδη. Ακολούθως, είχε ενημερώσει την Ιντερπόλ, ζητώντας να ειδοποιηθούν οι δικαστικές αρχές της Νέας Υόρκης καθώς και οι διωκτικές αρχές Ελλάδας και Ιταλίας.

a5b10088-68dc-11e8-aee1-39f3459514fd_1.jpg

Σύμφωνα με τους FT, την προηγουμένη της δημοπρασίας, το υπουργείο Πολιτισμού (σ.σ. ανεξάρτητα από τον Χρήστο Τσιρογιάννη), απέστειλε επιστολή απαιτώντας απόσυρση του αντικειμένου από την αίθουσα πωλήσεων και συνδρομή ώστε να επιστραφεί στην Ελλάδα. Στην επιστολή, την οποία η εφημερίδα διαβεβαιώνει πως είδε, η ελληνική πλευρά ισχυρίζεται πως δεν υπάρχει τίποτε στα αρχεία του υπουργείου πολιτισμού που να επιβεβαιώνει ότι «είχε βγει νομίμως από τη χώρα», και ως εκ τούτου διατηρεί «το δικαίωμα να λάβει τα απαραίτητα νομικά μέτρα» ώστε να επαναπατριστεί.

Θυμίζουμε, πως αναφορικά με την προέλευσή του, οι Sotheby’s υποστηρίζουν ότι εμφανίστηκε το 1967 στη Βασιλεία, στη δημοπρασία του οίκου Münzen und Medaillen AG,  όπου και αγοράστηκε από τον Ρόμπιν Σάιμς (Λονδίνο), από τον οποίο και πέρασε τελικά στους Howard and Saretta Barnet (Νέα Υόρκη) το Νοέμβριο του 1973.

Οι Sotheby’s απέρριψαν τους ισχυρισμούς της ελληνικής πλευράς, ανατρέχοντας στην  πώληση του αλόγου το 1967 από ελβετικό οίκο, πριν περάσει στα χέρια του Σάιμς και από εκείνον στη συλλογή Barnet. Ωστόσο, απέσυραν την αρχαιότητα από τη δημοπρασία του Μαΐου, αφού η ελληνική διεκδίκηση έβλαψε την εμπορική του αξία.

Ο οίκος, υποστηρίζοντας ότι η Ελλάδα δεν είχε δικαίωμα να παρέμβει στην πώληση αφού στερείται  πληροφορίες σχετικά με το πότε ή από ποιον είχε κλαπεί ή απομακρυνθεί από τη χώρα, ζήτησε από το δικαστήριο να «αποσαφηνίσει τα δικαιώματα των νόμιμων κατόχων αρχαιοτήτων και να προστατεύσει τους πελάτες έναντι αβάσιμων ισχυρισμών».

Οι FT τονίζουν πως είναι ιδιαίτερα ανορθόδοξο οι οίκοι δημοπρασιών να οδηγούν τέτοιες υποθέσεις στα δικαστήριαˑ ότι σε προηγούμενες υποθέσεις στις οποίες υπήρχαν διαμάχες, τόσο οι ιδιοκτήτες όσο και οι οίκοι δημοπρασιών τυπικά απέσυραν το αντικείμενο από τις αίθουσες πωλήσεων, μη μπορώντας να το πουλήσουν σε άλλον αγοραστή, και διαπραγματευόμενοι, πίσω από κλειστές πόρτες, με την χώρα που τους απέδιδε τις κατηγορίες.

Εν συνεχεία, γίνεται λόγος για την ενέργεια της Ελλάδος, στο πλαίσιο μιας πιο επιθετικής κατά την τελευταία δεκαετία διεκδίκησης αρχαιοτήτων από χώρες με πλούσιο πολιτιστικό παρελθόν. Ιταλία, Αίγυπτος, Ελλάδα, Τουρκία και πιο πρόσφατα η Κίνα είναι ολοένα και πιο διατεθειμένες να παρεμβαίνουν σε εμπορικές συναλλαγές.

Το δημοσίευμα υποστηρίζει πως συχνά το ιστορικό προέλευσης των αρχαίων αντικειμένων έχει κενά, ωστόσο ένας μπούσουλας για εμπόρους, δημοπράτες και μουσεία, είναι ότι τα ερωτηματικά πρέπει να εγείρονται για τα έργα εκείνα που δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την ιδιοκτησιακό τους καθεστώς από το 1970 και μετά, χρονιά που υπογράφηκε η συνθήκη της Unesco για  τη διακίνηση κλεμμένων έργων τέχνης.

bn-un441_arthun_m_20170802115552.jpg

Ο Χρήστος Τσιρογιάννης, από την πλευρά του, έστειλε την ακόλουθη δήλωση:

«Όταν είχα ενημερώσει την ΙΝΤΕΡΠΟΛ για την ταύτιση της συγκεκριμένης αρχαιότητος, ήδη από την 1η Μαΐου 2018, δηλαδή σε ανύποπτο χρόνο, είχα υποδείξει (στην ΙΝΤΕΡΠΟΛ, στις αμερικανικές δικαστικές αρχές, καθώς και στις ελληνικές και ιταλικές διωκτικές αρχές) και τον ακριβή τρόπο με τον οποίον θα συγκέντρωναν όλα τα σχετικά με την υπόθεση στοιχεία.

Συγκεκριμένα ανέφερα στο τότε email μου:

“Please notify the American judicial authorities in New York, as well as the Italian and Greek police authorities, as it is of paramount importance to examine 'Münzen und Medaillen AG' in Basel, in order to be discovered the identity of the consignor of this bronze horse back in 1967, a valuable information which will eventually lead to the country where the object was discovered.”

Όποιος από τους εμπλεκομένους στη δικαστική υπόθεση ακολούθησε αυτή τη -δημοσιευμένη από τον ελληνικό και διεθνή Τύπο- υπόδειξή μου και συγκέντρωσε τα στοιχεία, θα κερδίσει και την υπόθεση. Το Υπουργείο Πολιτισμού ουδέποτε ήρθε σε επαφή μαζί μου, ούτε για αυτή, ούτε για οποιαδήποτε άλλη υπόθεση που έχω αποκαλύψει τα τελευταία 10 χρόνια. Ο καθένας αναλαμβάνει τις ευθύνες του.

Μόλις πέρυσι, σε αντίστοιχη περίπτωση, σχετικά με την ελληνική μαρμάρινη ταφική στήλη που ταύτισα πάλι στους Sotheby's, ενημέρωσα -όπως κάνω πάντοτε- όλες τις αρμόδιες αρχές, συγκεντρώνοντας ο ίδιος όλα τα αδιάσειστα στοιχεία. Οι Sotheby's, όχι μόνο δεν έκαναν μήνυση, αλλά υποχρεώθηκαν τελικά, πριν από ένα μήνα, να δηλώσουν στους Times του Λονδίνου ότι είχαν ψεύτικο ιστορικό συλλογής για την στήλη και ότι εθελοντικά (!) και ως ένδειξη καλής θελήσεως (!) επιστρέφουν την στήλη στην Ελλάδα. Αντίθετα, το Υπουργείο Πολιτισμού δεν έκανε ούτε μία ανακοίνωση σχετικά με τον επαναπατρισμό αυτό. Ευτυχώς που προσφάτως ο αρμόδιος Έλληνας εισαγγελέας που χειρίζεται την υπόθεση, με κάλεσε μέσω του ελληνικού προξενείου στο Λονδίνο να καταθέσω σχετικά.

Επίσης, ακόμα να ανακοινωθεί εάν το τμήμα της σαρκοφάγου που ταύτισα στη Νέα Υόρκη και παραδόθηκε από τις αμερικανικές αρχές στις ελληνικές τον Φεβρουάριο του 2017, έχει φθάσει στην Ελλάδα.

Τέλος, κατά τη διάρκεια της κατάθεσής μου, ως μάρτυρας κατηγορίας, στη δίκη της Σχινούσας, η υπεράσπιση των κατηγορουμένων ανέγνωσε στο ακροατήριο και κατέθεσε έγγραφο που είχε εκδώσει η αρμόδια διεύθυνση του ελληνικού υπουργείου το 2011, κατηγορώντας με, επιπλέον, ότι με τη δημοσίευση φωτογραφιών από τα κατασχεμένα αρχεία αρχαιοκαπήλων, κατά τις ταυτίσεις που κάνω, εμποδίζω τον επαναπατρισμό αρχαιοτήτων... Ήδη, εδώ και μήνες, βρίσκομαι στη διαδικασία να λάβω κεκυρωμένο αντίγραφο αυτού του εγγράφου, διότι έχω έννομο συμφέρον.»

Σε επικοινωνία μας ο Δρ Χ. Τσιρογιάννης, τόνισε πως αυτή η δήλωσή του αναφέρεται «στις κινήσεις ή την απουσία κινήσεων και έλλειψη συνεργασίας του ΥΠΠΟ, σχετικά με διάφορες υποθέσεις, ξεκινώντας από αυτή».

Θυμίζουμε, ότι σε προηγούμενο δημοσίευμά μας εδώ, παραπέμπαμε στο δημοσίευμα των Times του Λονδίνου, όπου γινόταν λόγος για τις έρευνες του Τσιρογιάννη πάνω σε υποθέσεις διακίνησης και «ξεπλύματος» παράνομων αρχαιοτήτων. Ειδικότερα, στην πρόσβαση που έχει ο αρχαιολόγος – και που δεν έχουν οι οίκοι δημοπρασιών - στα κατασχεμένα αρχεία καταδικασμένων αρχαιοκαπήλων, βάσει των οποίων ενημερώνει τις αρχές όταν εντοπίζει παράνομες αρχαιότητες προς πώληση. Ο συντάκτης, σημείωνε πως οι οίκοι δημοπρασιών βρίσκονται σε απόγνωση, ενώ παρατίθενται και δηλώσεις τους στις οποίες εκφράζουν ανοιχτά τη δυσφορία τους, ισχυριζόμενοι πως η άρνηση πρόσβασης στα αρχεία, δυσχεραίνει τον έλεγχο του ιστορικού προέλευσης των προς πώληση αντικειμένων. Το νόημα του όλου άρθρου συνοψίζεται στον χαρακτηρισμό «αγκάθι» ή μπελάς που αποδίδεται στον Τσιρογιάννη αναφορικά με τους εν λόγω οίκους.

Με αυτή την υπόθεση, η ελληνική πλευρά κινδυνεύει να κατηγορηθεί για κακούς χειρισμούς και αναποτελεσματικότητα σε ό,τι αφορά τέτοιες λεπτές υποθέσεις. Επίσης, για εχθρική στάση – μπούμερανγκ, απέναντι σε έναν αποτελεσματικό και –δεδηλωμένα- θετικά διακείμενο αρχαιολόγο-ερευνητή. Οι οίκοι δημοπρασιών, με τους Sotheby’s μπροστά, επιχειρούν ίσως με αυτή την ευκαιρία, μέσω δικαστικής οδού, να δημιουργήσουν κάποιου τύπου δεδικασμένο για παρόμοιες υποθέσεις στο μέλλον.

Να τονιστεί ξανά, πως είναι κρίσιμο – για ευνόητους λόγους – να ενημερώνεται επίσημα η κοινή γνώμη για τους επαναπατρισμούς παράνομων αντικειμένων σε κάθε περίσταση. Τέλος, εντύπωση προκαλεί, και χρήζει επίσημης απάντησης το έγγραφο της διεύθυνσης του ΥΠΠΟ, που επικαλείται ο αρχαιολόγος στη δήλωσή του, σύμφωνα με το οποίο οι ταυτίσεις του εμποδίζουν τους επαναπατρισμούς. 

Το επίσημο έγγραφο της αγωγής και το επίσημο γράμμα του υπουργείου

Μεγάλος δημοσιογραφικός οργανισμός του εξωτερικού, απέστειλε στον Χρήστο Τσιρογιάννη το έγγραφο της αγωγής του οίκου Sotheby’s και της οικογένειας Barnet κατά του ελληνικού υπουργείου πολιτισμού, καθώς και την επιστολή του ΥΠΠΟΑ προς τον δημοπράτη, ενόψει της δημοπρασίας της 14ης Μαΐου.

Παρουσιάζουμε και τα δύο έγγραφα που παραχώρησε κατ’ αποκλειστικότητα ο κ. Τσιρογιάννης στη δημοσιογράφο Ευγενία Μίγδου.

Επιστολή ΥΠΠΟΑ στους Sotheby's

Στην επιστολή της 11ης Μαΐου 2018, που υπογράφει η Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, κα Έλενα Κόρκα, το υπουργείο επικαλείται ως επιχείρημα για την παρέμβασή του στη δημοπρασία, το αρχείο Symes-Μιχαηλίδη στο οποίο βρέθηκαν φωτογραφίες του αρχαίου αντικειμένου. Σημειώνει πως προέρχεται από τη Θεσσαλία, και ότι δεν υπάρχουν στα αρχεία της Υπηρεσίας στοιχεία για νόμιμη απομάκρυνσή του από την Ελλάδα. Εν συνεχεία, παραπέμπει σε διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις που αφορούν στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και στη διακίνηση αρχαιοτήτων. Το ΥΠΠΟΑ ζητά από τους Sotheby’s την απόσυρση του ελληνικού ειδωλίου από την δημοπρασία, αποχή από κάθε ενέργεια σχετιζόμενη με την παράδοση του αντικειμένου σε τρίτους, και τέλος συνδρομή για την επιστροφή του στην Ελλάδα. Κλείνοντας, διαμηνύεται στην επιστολή, πως η Ελλάδα επιφυλάσσεται του δικαιώματός της να κινηθεί νομικά, προκειμένου να επαναπατριστεί το αντικείμενο.

*Μάλιστα στο τέλος της επιστολής, που προφανώς είναι “copy-paste” από άλλη υπόθεση, αντί για «Bronze Horse», αναφέρεται (δις!) η λέξη «coin», δηλαδή «νόμισμα».

Αγωγή Sotheby's κατά ΥΠΠΟ

Στην αγωγή, η οικογένεια Barnet και οι Sotheby’s INC., υποστηρίζουν τη νομιμότητα κατοχής του χάλκινου αλόγου από πλευράς της οικογένειας, και εγκαλούν το ελληνικό υπουργείο για παρέμβαση στην πώλησή του χωρίς νομική τεκμηρίωση. Η επιστολή του ΥΠΠΟΑ, σύμφωνα με τους ενάγοντες είναι αβάσιμη, αφού στερείται αποδεικτικών στοιχείων που να τεκμηριώνουν ότι, όντως, το χάλκινο άλογο ανήκει στην Ελλάδα. Ο οίκος Sotheby’s ισχυρίζεται, ότι για το συγκεκριμένο αντικείμενο, και εν όψει της δημοπρασίας, είχε ερευνήσει την προέλευσή του, επιβεβαιώνοντας πως πράγματι είχε περιληφθεί στον κατάλογο της δημοπρασίας του οίκου Münzen und Medaillen, στη Βασιλεία το 1967. Επίσης, ότι το έργο, πριν το αποκτήσει ο Robin Symes, ανήκε σε δύο άλλους εμπόρους αρχαιοτήτων (τον πωλητή, δηλαδή, και τον αγοραστή, αντίστοιχα, στην εν λόγω δημοπρασία του 67). Οι ενάγοντες λένε, πως η επιστολή του ΥΠΠΟΑ δεν περιέχει καμία πληροφορία για το πότε και από ποιον εκλάπη, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες σημειώθηκε η κλοπή, το πότε και από ποιον απομακρύνθηκε από την Ελλάδα. Επίσης, ότι η Ελλάδα επικαλείται ως δυνατό στοιχείο για την επιχειρηματολογία της το όνομα του Robin Symes, που ωστόσο το 1973, χρονολογία που το πούλησε στους Barnet, έχαιρε μεγάλης εκτίμησης ως έμπορος τέχνης και αρχαιοτήτων. Εξάλλου, τονίζουν πως το ιστορικό της προέλευσης του έργου προηγείται της χρονολοογίας που το απέκτησε ο Symes. Επομένως, σύμφωνα και πάλι με τους ενάγοντες, η σχέση του τελευταίου με το χάλκινο άλογο δεν στηρίζει τα επιχειρήματα και τις αξιώσεις της ελληνικής πλευράς. Η αγωγή αναφέρεται σε περαιτέρω έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων, και συνεχίζει με τις συμβάσεις της Unesco και άλλες μεταγενέστερες που επικαλείται το ΥΠΠΟΑ. Αξιοσημείωτο είναι, ότι παρόλο που ενάγοντες είχαν καλέσει το υπουργείο να παρουσιάσει έως τις 25/05 οποιαδήποτε άλλα γεγονότα ή αποδεικτικά στοιχεία είχε στη διάθεσή του, η ελληνική πλευρά μέχρι και την ημερομηνία κατάθεσης της αγωγής (5/6/18) δεν ανταποκρίθηκε. Ζητούν, ως εκ τούτου, με την αγωγή τους, να αναγνωριστεί η κυριότητα του ειδωλίου στην οικογένεια Barnet, όπως και ότι δεν υπάρχει στέρεα βάση ώστε να κατασχεθεί ή να επιστραφεί στην Ελλάδα. Επίσης, ότι οι Sotheby’s μπορούν νομότυπα να το πουλήσουν για λογαριασμό της οικογένειας.

Το ερώτημα που παραμένει και πλανάται, είναι γιατί το ΥΠΠΟΑ δεν συγκέντρωσε τα απαραίτητα στοιχεία – όπως άλλωστε υποδείκνυε και ο Χ. Τσιρογιάννης – προκειμένου να στηρίξει αυτή τη διεκδίκηση και οδηγείται τώρα στις δικαστικές αίθουσες, σε μια αναμέτρηση, που πιθανότατα η έκβασή της θα είναι αρνητική για το ελληνικό δημόσιο.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ