Πολιτικη & Οικονομια

Virtual Έργα Α.Ε.

Tι γίνεται στην περίπτωση που και ταλαιπωρείσαι και τα έργα είναι ανύπαρκτα;

114708-643708.jpg
Χρήστος Ξανθάκης
ΤΕΥΧΟΣ 259
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
11874-26994.jpg

Ο Χρήστος Ξανθάκης σχολιάζει τα έργα που γίνονται στην Εθνική Οδό και τελικά ταλαιπωρούν τους οδηγούς

Δεν είναι λίγες οι φορές που έχω σιχτιρίσει τον Κώστα Λαλιώτη. Όχι για λόγους ιδεολογικούς, μακριά από εμένα τέτοιου είδους προβληματισμοί, αλλά για ζητήματα αυτοκίνησης. Διότι άμα σωφάρεις και δεν βρίζεις τον υπουργό Δημοσίων Έργων δεν είσαι άντρας, δεν είσαι γυναίκα, δεν είσαι γκέι, δεν είσαι καν ο Τουίτι το καναρίνι με το κίτρινο πτέρωμα. Θα τα κατεβάσεις τα καντήλια σου υποχρεωτικά, για τις λακκούβες, τα χαντάκια, τις πεζοδρομήσεις, τις μονοδρομήσεις, όλα αυτά τα μικρά και μεγάλα που άπτονται της δικαιοδοσίας του. Αλλά κυρίως θα τα κατεβάσεις για τα έργα. Γιατί σε ταλαιπωρούν, γιατί σε καθυστερούν, γιατί σου σπάνε τα νεύρα, ως τη στιγμή που θα τελειώσουν και θα πάει επιτέλους ο υπουργός να κόψει την κορδέλα. Κι αυτός έχει δίκιο κι εσύ έχεις δίκιο, μόνο που το δίκιο το δικό σου το διεκδικείς μόνο με ύβρεις και όχι με συμβάσεις.

Tι γίνεται όμως στην περίπτωση που και ταλαιπωρείσαι και τα έργα είναι ανύπαρκτα;  Ή μάλλον, καλύτερα, τα έργα είναι εικονικά, virtual, για να δικαιολογήσω και τον τίτλο του παρόντος πονήματος. Βλέπε το χουνέρι που πάθαμε εγώ και χιλιάδες άλλοι εποχούμενοι το απόγευμα της Κυριακής 17 Μαΐου, 102 χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα, όπως έρχεσαι προς Αθήνα. Όπως ερχόμουν μαζί με τη Λήδα από Τρίκαλα, όπου είχαμε πάει να βαφτίσουμε το «γαλακτομπούρεκο» (βλέπε Αριάδνη-Μαρία) του φίλου μου Γιάννη.

Όλα πήγαιναν καλά στη διαδρομή, ώσπου φτάσαμε στο χιλιόμετρο 102. Εκεί κολλήσαμε, στην αρχή ολίγον με βήμα σημειωτόν και στη συνέχεια τελείως. Μιλάμε εντελώς τελείως, σε βαθμό να κατεβαίνει ο κόσμος από τ’ αυτοκίνητα, να τρέχει, να πηδάει τα κάγκελα και ν’ ανακουφίζεται στην άκρη του δρόμου (η κατάρα των αρσενικών...), να μαζεύουν οι θείτσες μάτσα το αγριομάραθο που θεριεύει πλάι στην εθνική οδό (έξοχο συστατικό για γεμιστό κοτόπουλο) και να φωτογραφίζονται πανευτυχή τα ζευγάρια («κοίτα, κοίτα, πρώτη φορά μας συμβαίνει αυτό»). Ρυθμοί χαρούμενοι δηλαδή και σχετική αλεγρία, ως τη στιγμή που καταλάβαμε άπαντες ότι ο Γολγοθάς δεν είχε τέλος.

 Ότι δεν ξεκολλάγανε τα οχήματα από εκεί που το φωτεινό το σήμα έκανε δύο τις τρεις λωρίδες και πως κάτι πολύ κακό, κάτι βρόμικο και πρόστυχο συνέβαινε πιο πάνω στη ραχούλα. «Πρέπει να έχει γίνει κάποιο ατύχημα» μου είπε τύπος με Mercedes που είχε ακινητοποιηθεί εμπρός μου. «Τι στοίχημα πας ότι οι δύο λωρίδες γίνονται μία;» τον ρώτησα. Μου έριξε αυτό το βλέμμα που πρέπει να ρίχνει ένας οδηγός καινούργιας Mercedes σε έναν οδηγό δεκαετούς Ρeugeot και επέστρεψε στο αυτοκίνητό του.

Όμως, δεν είχα άδικο. Οι δύο λωρίδες γίνονταν μία και παρά τα διάσπαρτα σήματα με το τυπάκι «εκτελούνται έργα», συνεχίζαμε να μη βλέπουμε απολύτως τίποτε. Όχι φρεζαρισμένο οδόστρωμα, όχι λάκκους, όχι πίσες, όχι μπουλντόζες, τίποτε, ούτε γαρμπίλι χοντρό δεν φαινόταν στο μισοσκόταδο. Ήταν από εκείνες τις στιγμές που σε κυριεύει η απελπισία και αρχίζεις να πιστεύεις τους καλεσμένους του Κώστα Χαρδαβέλα. Μήπως μας την είχαν στήσει οι εξωγήινοι για να σπάσουν πλάκα με τους μαλάκες; Μήπως μας την είχαν φέρει οι πετρελαϊκές εταιρείες για να πηγαίνουμε πρώτη-νεκρό και να καίμε κάργα βενζίνα; Μήπως πετούσαν από πάνω μας αεροπλάνα τζετ και μας ψέκαζαν με αυτές τις άσπρες τις γραμμές που αλλάζουν τη συμπεριφορά του ανθρώπου;  Ή μήπως έφταιγαν για όλα οι Εβραίοι; Κι αν έφταιγαν οι Εβραίοι, τότε γιατί την πάτησα κι εγώ, που εκτός απ’ το «γαλακτομπούρεκο» έχω βαφτίσει και τη Λουίζα του φίλου μου του Ιλάν; Είχα μείνει άραγε εκτός κόλπου, επειδή ήταν «πολιτικό» το βάφτισμα στο Δημαρχείο; Τόσο πολλές θεωρίες συνωμοσίας, τόσο κλούβια κεφάλα και πώς να τις επεξεργαστεί;

Στο μεταξύ οι συνέλληνες οδηγοί είχαν χάσει την υπομονή τους. Όλοι μιλάγανε στα κινητά, όλοι χειρονομούσαν, όλοι έβριζαν και κάποιοι πιο τολμηροί παραβίαζαν τα σήματα και μπούκαραν στις άδειες, λόγω «έργων», λωρίδες. Ένας-δύο στην αρχή, τρεις-τέσσερις ακολούθως, λεφούσια ολόκληρα στη συνέχεια. Ευτυχώς όταν έλαβε χώρα το μεγάλο ντου, είχε περάσει μιάμιση ολόκληρη ώρα, είχα πια φτάσει στο τέλος του μαρτυρίου. Κι αντίκρισα μπροστά μου δύο πανικόβλητους αστυνομικούς, δίπλα σε ένα περιπολικό, να μην ξέρουν τι να την κάνουν την παλιοκατάσταση, να μην ξέρουν πώς να εξηγήσουν τα ανεξήγητα. Διότι ανεξήγητο παντελώς ήταν αυτό το πράγμα, να κλείνει ο δρόμος για έργα και τα έργα να απουσιάζουν παταγωδώς. Δεν είπα κουβέντα στους αστυνομικούς. Έβαλα πρώτη, έβαλα δευτέρα. Σκέφτηκα για μια στιγμή τον Κώστα Λαλιώτη, χαμογέλασα και απομακρύνθηκα σφαίρα στις στροφές της Υλίκης.

Υ.Γ. 1 Και πριν από ένα μήνα την είχαμε πληρώσει στην εθνική Αθηνών-Λαμίας με μάξιμουμ όχληση και μίνιμουμ έργα. Τότε πάντως, το ομολογώ, στον ορίζοντα φαίνονταν ένα σκαπτικό και κάτι εργάτες.

Υ.Γ. 2 Εννοείται ότι η «βοηθητική» λωρίδα της εθνικής φίσκαρε από την πρώτη κιόλας στιγμή. Χωρίς να υπολογίζει κανείς τι θα γινόταν έτσι κι έπρεπε να περάσει ασθενοφόρο ή άλλο όχημα εν ανάγκη. Για να σκεφτείτε αναλογίες, τα περασμένα Χριστούγεννα που οδηγούσα στην αούτομπαν προς Φρανκφούρτη, έπεσα πάνω σε ατύχημα. Κι εκεί αργά-αργά κι εκεί τσούκου-τσούκου επί 45 λεπτά, αλλά ούτε ένας Γερμανός (ή μετανάστης) δεν διανοήθηκε να εισβάλει στη «βοηθητική» λωρίδα. Δεν ξέρω αν οφειλόταν στην απόλυτη πίστη σε ένα ευγενέστερο μέλλον για την ανθρωπότητα ή στον απόλυτο φόβο ότι θα τους τσίμπαγε εν ριπή οφθαλμού η «Γκρούνε Μίνα» το περιπολικό, ξέρω τι είδαν τα ματάκια μου. Και θυμήθηκα το θείο Τζορτζ, που είχε πει ότι όλα τα ζώα είναι ίσα. Ναι, αλλά μερικά ζώα δεν ισιώνουν με τίποτε!

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ