Αθλητισμος

Το κύπελλο στο κρεβάτι του Πολίτη!

129214-291994.jpg
Νίκος Ασημακόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
358810-743496.jpg

Ξημερώματα Δευτέρας... Το πανηγύρι στο γήπεδο είχε τελειώσει, ο κόσμος ξεχείλιζε πια τους δρόμους και τις πλατείες, ο Ανδρέας με τη Μελίνα είχαν φύγει προς άγνωστη κατεύθυνση, ο Σαρτζετάκης μάλλον προσπαθούσε να καταλάβει τι έγινε και για ποιο λόγο τον ταλαιπώρησαν άσκοπα υποχρεώνοντάς τον να πάει στον τελικό και οι παίκτες γύρισαν με τεράστια καθυστέρηση στη Γλυφάδα, στο εμβληματικό Johne’s Hotel, όπου έμεναν στη διάρκεια του Eurobasket κι από τότε έγινε σημείο αναφοράς και «γούρι» για τις μετέπειτα Εθνικές ομάδες. Σχετικά ήρεμοι πια, ετοιμάζονταν για κάποια από τα κλαμπ της Παραλιακής με εξαίρεση τον Γκάλη, ο οποίος ανέβηκε για ύπνο όπως κάθε βράδυ, λες και δεν συνέβαινε τίποτα. Το πώς κοιμήθηκε μέσα στον πανζουρλισμό που επικρατούσε απ’ έξω, μόνο ο ίδιος ξέρει... 

Έφτασα με τον Τάκη Ευσταθίου, τον κορυφαίο μπασκετικό συντάκτη της εποχής, όταν ο περισσότερος κόσμος είχε φύγει για να πανηγυρίσει αλλού. Με οδήγησε στο δωμάτιο του Κώστα Πολίτη. Ο κόουτς είχε βάλει το κύπελλο πάνω στο κρεβάτι. Καθόταν και το απολάμβανε από κάποια απόσταση μ’ ένα ποτήρι στο χέρι μαζί με τη γυναίκα του, μέσα σε απόλυτη ησυχία. Μου ξέφυγε μια κραυγή χαράς! Χωρίς να το καταλάβω ξάπλωσα, το αγκάλιασα κι άρχισα να το χαϊδεύω. Τότε δεν υπήρχαν ούτε κινητά ούτε σέλφι, αλλά δεν βρέθηκε και μια φωτογραφική μηχανή να κρατήσω τη στιγμή.Λίγο μετά χτύπησε η πόρτα. Ο κόουτς κοίταξε απορημένος. Προφανώς δεν περίμενε κανέναν. Άνοιξε και είδε μπροστά του τη μητέρα του! Μια γριούλα που ξεκίνησε από το σπίτι της σχεδόν ξημερώματα και κατέβηκε στη Γλυφάδα χωρίς να ειδοποιήσει. -Τι θες εσύ εδώ; -Ε, να μην είμαι κι εγώ εδώ; Αγκαλιές, φιλιά, δάκρυα...Τα υπόλοιπα δεν τα θυμάμαι. Ούτε τι κουβεντιάσαμε, ούτε τι σκεφτόταν ο κόουτς για το μέλλον του και την ομάδα. Ίσως δεν έχουν και καμιά σημασία πια. Το θέμα είναι πως όλα έμοιαζαν σαν ψέμα... Ένα όνειρο που το έβλεπες και πίστευες ότι κάποια στιγμή θα ξυπνούσες και θα τελείωνε...

Το έζησα και το ρούφηξα από μέσα, μακριά από τους πανηγυρισμούς των πολλών. Εγώ, που είχα ελάχιστη σχέση με το μπάσκετ, κατέβαινα κάθε βράδυ στο ΣΕΦ κι έπιανα στασίδι. Μου είχαν αναθέσει από την «Ελευθεροτυπία» να γράφω ένα... «ποιητικό» - ατμοσφαιρικό κείμενο μετά από κάθε ματς της Εθνικής. Θυμάμαι ότι εξαντλούσα τον οίστρο μου για να περιγράψω, όσο μπορούσε να περιγραφεί, όλο αυτό το πρωτόγνωρο για όλους που στηνόταν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά από κάθε αγώνα. Δευτερόλεπτο προς δευτερόλεπτο. Τους ενθουσιασμούς, τις υπερβάσεις της στιγμής, τις απογοητεύσεις, τις αγωνίες, τις χαρές και στο τέλος το θρίαμβο της κάθε βραδιάς. Έπρεπε να δώσω «ατμόσφαιρα γηπέδου» κυρίως για εκείνους που είχαν δει το ματς στην τηλεόραση και ήθελαν να το ξαναζήσουν την άλλη μέρα μέσα από την εφημερίδα και σε άλλη διάσταση.Σύμμαχος το φαξ! Εμφανίστηκε για πρώτη φορά. Μέχρι τότε η δουλειά στις εφημερίδες για θέματα που έβγαιναν μετά τις 9 τη νύχτα γινόταν με το τηλέφωνο. Αυτός που ήταν στο γήπεδο τηλεφωνούσε σε κάποιον που περίμενε στην εφημερίδα, του περιέγραφε το γεγονός κι εκείνος έγραφε με το δικό του τρόπο όσο μπορούσε καλύτερα. Πλέον, η τεχνολογία βοηθούσε στο να γράφω ο ίδιος το κείμενό μου, να βάζω τις σελίδες στο μηχάνημα κι αυτό σε μισό λεπτό να τις προωθεί στα γραφεία της «Ελευθεροτυπίας». Θαύμα!

Έτσι μπόρεσα να αποτυπώσω αυτό που έβλεπα και εισέπραττα. Το πρωτοσέλιδο την άλλη μέρα του τελικού ξεκινούσε από την... τελευταία σελίδα και κατέληγε στην πρώτη. Σαν αφίσα: «ΧΑΙΡΕ, Ω ΧΑΙΡΕ»! Δεν είδα βέβαια καθόλου τηλεόραση. Το «τίποτα τίποτα δεν μας σταματά» και «η μπάλα στα χέρια του Καμπούρη, αυτού του τίμιου γίγαντα», τα άκουσα αρκετές μέρες μετά. Έβλεπα όμως τον μακαρίτη τον Φίλιππα πανευτυχή αμέσως μετά από κάθε ματς να μαζεύει ένα πηγαδάκι γύρω του από ανθρώπους που του ζητούσαν όχι μόνο ανάλυση αλλά και προγνωστικά για το επόμενο ματς. Τους έλεγε αυτό που ήθελαν να ακούσουν. Πρόβλεπε νίκη κι έπεφτε πάντα μέσα, αφού την άλλη μέρα νικούσαμε πάλι και προχωρούσαμε. Στο τέλος είχε να λέει ότι σάρωσε όλα τα ως τότε ρεκόρ τηλεθέασης, αν και δεν υπήρχε ακόμη η AGB για να ξέρουμε τα νούμερα. Ακόμη και ο «Άγνωστος Πόλεμος» του... συνταγματάρχη Βαρτάνη που κρατούσε την πρωτοκαθεδρία από την εποχή της χούντας, ερχόταν πλέον δεύτερος. «Τι να μας πείτε με το ποδοσφαιράκι σας», μου έλεγε! Έπρεπε να φτάσει το 2004 για να πάρει τη ρεβάνς η... κανονική μπάλα και να παρακολουθήσουμε παρόμοια σκηνικά στο Ελλάδα - Πορτογαλία 1-0! Στην τελική το δικό μας μπάσκετ ποτέ δεν ήταν και δεν θα γίνει ποδόσφαιρο. Χρωστάει όμως την αίγλη του σε ελάχιστους ανθρώπους. Πρώτα στον Γκάλη, στον Γιαννάκη, στον Φασούλα και στον Φάνη, που το έβαλαν σε άλλη διάσταση. Μετά στον Συρίγο που έψησε την τότε ΕΡΤ να μεταδίδει ζωντανά τα παιχνίδια του πρωταθλήματος, να τα στέλνει παντού, βοηθώντας τον κόσμο να αποκτήσει εικόνα και να αγαπήσει ένα σπορ που οι περισσότεροι το ήξεραν μόνο από διηγήσεις και τις ραδιοφωνικές περιγραφές του Βασίλη Γεωργίου. Τρίτος ο Βασιλακόπουλος, που η ομοσπονδία του έστησε μπασκέτες και στο τελευταίο χωριουδάκι, εκεί όπου τα παιδιά έπαιζαν ως τότε μόνο την... άλλη μπάλα. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ