Θεατρο - Οπερα

Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου φοράει πάντα μαύρα

Επανέρχεται με το «Colossus» και είναι η αφορμή για να μάθουμε ποιος κρύβεται πίσω από τις τόσο ιδιοσυγκρασιακές σκηνοθεσίες.

4741-35213.jpg
Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 611
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
351295-729283.jpg
Θανάσης Καρατζάς

Θάνος Παπακωνσταντίνου: Συνέντευξη με τον σκηνοθέτη με αφορμή την παράσταση «Colossus».

Με τον Θάνο Παπακωνσταντίνου βρεθήκαμε στα Εξάρχεια. Από πού ξεκινάει η διαδρομή σου, θα τον ρωτήσω. «Στη Λάρισα γεννήθηκα. Εκεί έζησα μέχρι να φύγω για σπουδές στη Νομική Θεσσαλονίκης. Δεν ένιωθα πως συντονιζόμουν με τη ζωή στην πόλη μου. Από μικρός ψαχνόμουν με λογοτεχνικά κείμενα, με τον κινηματογράφο… Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε και το ίντερνετ, οπότε θυμάμαι τον εαυτό μου να ψάχνει ώρες να βρει ταινίες στο video club...»

Ήσουν φανατικός κάποιου κινηματογραφικού είδους;

Τρόμου! Το τι σπλάτερ φέσια ‒b-movies‒ έχω δει, και συνεχίζω να βλέπω, δεν λέγεται (γέλια). Όπου δω αίμα να πετιέται παρακολουθώ μαγνητισμένος.

Έψαξες τους λόγους γι’ αυτή τη λατρεία;

Πιστεύω πως ο άνθρωπος έχει πάρα πολλή βία μέσα του ή, τέλος πάντων, έχω εγώ πολύ βία μέσα μου. Όλο αυτό προσπαθώ να το διαχειριστώ μέσω μιας δημιουργικής διαδικασίας για να μη με πνίξει. Δεν το έχω ψάξει ψυχαναλυτικά. Πάντως επειδή θα ακουστεί κάπως, στη ζωή μου ήμουν και είμαι ένας σκληροπυρηνικός φλώρος. Πάρα πολύ ήπιος ως χαρακτήρας. Αλλά υπάρχει, νομίζω, η βία κάπου μέσα και προσπαθώ με έναν έλλογο τρόπο να τη διαχειριστώ. Εκτός από την αγάπη για το σπλάτερ, ταυτόχρονα είμαι και φανατικός οπαδός του ρομαντισμού… Βέρθερος, Κλάιστ, Γκέτε…

Που κι αυτός είναι ταυτισμένος με το θάνατο...

Ακριβώς. Στο σπλάτερ ο θάνατος είναι πιο γκοτέσκος και στο ρομαντισμό πιο ποιητικός και όμορφος. Τελικά, απ’ ό,τι φαίνεται και τα δύο καταλήγουν στην ίδια δεξαμενή. Τη μαυρίλα.

Πώς αντιδράς στη θέα της πραγματικής βίας;

Φαντάζομαι δεν αναφέρεσαι στην κοινωνική ή συναισθηματική βία που μπορεί να υποστούμε αλλά στην περίπτωση που βρεθώ μάρτυρας σ’ ένα βίαιο επεισόδιο. Είμαι παρατηρητής, και θεωρώ πως αυτό είναι το χειρότερο. Από την άλλη το αν πάω να χωρίσω μία φορά δύο ανθρώπους που βρίσκονται σε συμπλοκή αυτό για μένα δεν σημαίνει πολλά. Δεν δείχνει μια συνέπεια αντίδρασης.

Σε απασχόλησε αν γεννήθηκες ή αν έγινες «πεισιθανάτιος εραστής»;

Η οικογένειά μου είναι μια υπέροχη οικογένεια και δεν έχω κάτι να θυμηθώ που να δικαιολογεί αυτό που περιγράφω. Είναι ο τρόπος που προσλαμβάνεις τον κόσμο γύρω σου. Πιστεύουμε πως υπάρχει μια λογική, αλλά νομίζω πως όλα κινούνται από την τυχαιότητα κι αυτό δημιουργεί βία. Ο άνθρωπος είναι τόσο αστάθμητος παράγοντας…

Πάντα φοράς μαύρα;

Ναι. Μου αρέσουν οι στολές. Εδώ είναι το ιδεώδες του ρομαντισμού. Έχω το σύνδρομο του μελαγχολικού πρίγκιπα…

Ωστόσο δεν φοράς και μελαγχολική διάθεση, αφού είσαι τόσο γελαστός ως άνθρωπος.

Μωρέ κι εγώ είμαι από αυτούς που δεν πιστεύουν πως έχει νόημα η ζωή, αλλά λίγο από… την πιο happy πλευρά. Πώς το λέει η Καραπάνου; «Αγρίως απίθανο». Τελικά, το παίρνεις απόφαση και λες δεν γαμιέται! Στολή λοιπόν, είναι και όχι εγώ.

Θέλεις να κρύψεις αυτό που είσαι;

Στην πραγματικότητα διαφυλάσσεσαι από τον εαυτό σου, αλλά και να βάλεις αγκάθια ώστε να μην είναι εύκολη η επαφή.

Νικάει όποιος αδιαφορήσει για τα αγκάθια και πλησιάσει;

Σε αυτή την περίπτωση νικιέμαι εγώ και ρίχνω την αυτοάμυνα.

Πόσο χρονών είσαι;

35. Όχι δεν περνάω εφηβεία (γέλια). Κοίτα, το είπα και πριν. Είμαι ένας σκληροπυρηνικός φλώρος και όλα αυτά που είπα είναι πράγματα που με γοητεύουν. Δεν είμαι αυτά.

Αν και οι προσωπικές ερωτήσεις τον έφερναν σε αμηχανία, προσπαθούσε να βουτήξει μέσα του για να βρει τις απαντήσεις και να μην τις ξεπετάξει. Πολλές φορές αυτοσαρκαζόταν, έστριβε τσιγάρο για να κερδίσει χρόνο, αλλά ακόμα και στις πιο «σκοτεινές» στιγμές δεν ξεχνούσε να σκάσει ένα χαμόγελο.

Στην Αθήνα σε ποια δραματική σχολή πήγες και με ποιο σκοπό;

Στο Εμπρός. Ποτέ μου δεν είδα τον εαυτό μου μόνο ως ηθοποιό. Επειδή μου αρέσει και η μουσική και ο κινηματογράφος και η ζωγραφική, πάντοτε έβλεπα το θέατρο ως το χώρο όπου συνομιλούν όλες οι τέχνες. Πριν τελειώσω τη σχολή έπαιξα στην πρώτη παράσταση του Δημήτρη Καραντζά, στο Αμόρε.

Πρώτη σκηνοθεσία που υπογράφεις;

«Άμλετ»! Έπαιζα και σκηνοθετούσα. Ήμουν θρασύτατος. Δεν ήταν καλή η σκηνοθεσία, αλλά αποτέλεσε μια πολύ χρήσιμη εμπειρία. Έπρεπε να το κάνω για μένα. Γιατί κι εγώ είμαι ένα άτομο της αναβολής και όχι της δράσης. Εκ των υστέρων κατάλαβα ποιο ήταν το λάθος μου αλλά και τι ήθελα να κάνω στο θέατρο. Εκεί ήθελα να δικαιώσω το έργο, λες και ο Άμλετ είχε την ανάγκη της δικαίωσής μου. Αυτό που έπρεπε ήταν να δω το πώς το έργο με κινητοποιεί ως καλλιτέχνη.

Αμέσως μετά επίσης μπήκες στα βαθιά με το «Venison», το πρώτο έργο της τριλογίας «Carnage», που ολοκληρώνεται τώρα με το «Colossus» και στηρίζεται στην «Ορέστεια». Ποιες λέξεις θα χρησιμοποιούσες για να χαρακτηρίσεις το σκηνοθετικό σου σύμπαν;

Σε ό,τι αφορά τον πυρήνα είναι η βία, το αίμα, ο φόνος, η οικογένεια. Σε ό,τι αφορά την προσέγγιση ο εφιάλτης, η διαστρωμάτωση του χρόνου, η αισθητική της εικόνας. Πρώτα έρχεται ο χώρος και μετά το τι γίνεται εκεί.

Ο λόγος δεν καθορίζει δηλαδή τόσο τις παραστάσεις σου;

Όχι, δεν είναι τόσο καθοριστικός. Ωστόσο τον αγαπώ το λόγο κι ας μην είμαι λογοκεντρικός. Νομίζω πως λειτουργώ περισσότερο ως ζωγράφος ή μουσικός, όταν προσεγγίζω ένα θεατρικό έργο.

Ποια είναι η σωστή λέξη που πρέπει να χρησιμοποιούμε στις παραστάσεις σου; Μιλάμε για διασκευή του «Αγαμέμνονα» ή για αφορμή;

Αφορμή. Δεν θα δεις τον Ορέστη, την Κλυταιμνήστρα, τον Αγαμέμνονα. Τον πυρήνα βλέπεις της τραγωδίας. Φαντασιώσεις, πολλές φορές.

Τελικά είναι περισσότερο ψυχαναλυτική η προσέγγισή σου;

Το έχουν γράψει πως έχουν μια ψυχαναλυτική βάση οι παραστάσεις μου. Μου έχουν γράψει σε κριτική πως χρειάζομαι ψυχιατρική αγωγή εγώ και οι θεατές μου (γέλια). Το θεώρησα πάρα πολύ ακραίο. Είναι γεγονός πως με απασχολούν τα όρια, μια κατεξοχήν περιοχή που χρίζει ψυχαναλυτικής ανάλυσης. Αλλά μέχρι εκεί. Το φαινόμενο έχει και κοινωνικές διαστάσεις.

© ΜΑΝΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΗΣ

Χρησιμοποιείς αποσπάσματα από τις τραγωδίες ή πρόκειται για τελείως καινούργια και διαφορετικά κείμενα;

Στο «Venison» χρησιμοποίησα του Ντοστογιέφσκι και δικά μου κείμενα. Στο «Pedestal» και στο «Colossus» δικά μου. Τα κείμενα έχουν αναφορές στα κείμενα του Αισχύλου. Ένας γνώστης τους μπορεί να το καταλάβει αυτό.

Τη δομή της τραγωδίας την ακολουθείς; Υπάρχει, ας πούμε, στάσιμο;

Υπάρχουν κι εδώ επεισόδια, με νατουραλιστικές σκηνές που εξελίσσονται είτε σε λούπα είτε μέσω αφήγησης, αλλά και στάσιμα. Στα στάσιμα της τραγωδίας υπάρχει μια συνομιλία με το μυθολογικό υπόστρωμά της. Στη δική μας τριλογία αναπτύσσονται μέσω ενός παράλληλου κόσμου, μιας άλλης αισθητικής και που έχει να κάνει με το κάθε πρόσωπο. Εδώ στο «Colossus»  υπάρχει ένα όνειρο, όπου αυτή γυναίκα βλέπει δύο αητούς που έρχονται να τις αρπάξουν τα παιδιά και την ίδια...

Είναι σα να βλέπουμε το πορτρέτο μιας τραγωδίας από ένα ζωγράφο αφηρημένης ζωγραφικής;

Νομίζω, πως μπορεί να ειπωθεί αυτό. Είναι η συνομιλία μαζί της, που μπορεί να φτάσει σε τόση αλλοίωση που να μην είναι αναγνωρίσιμη. Ενώ στην τραγωδία η Κλυταιμνήστρα ούτε μια στιγμή δεν έχει συγχωρέσει τον Αγαμέμνονα που θυσίασε την κόρη τους, στο «Colossus» η μητέρα, πρόθυμα θυσιάζει τα παιδιά της στο όνομα μιας μεγάλης ιδέας που πρεσβεύει ο σύζυγός της και έρχεται από ένα απολυταρχικό καθεστώς. Στην πορεία, εξαιτίας διαφόρων γεγονότων αλλάζει και φτάνει στο σημείο να σκοτώσει τον φονιά-πατέρα και να γίνει ένα μυθικό πλάσμα. Από κάτι πολύ μικρό αίρεται στο ύψος του μυθικού. Όμως με αφορά η διαδικασία μέσω της οποίας κάποιος κατανοεί πως κουβαλάει ένα αρρωστημένο αίμα.

Συνειδητά ή ασυνείδητα έχεις καταλάβει αν ‒τελικά‒ οι νομικές σπουδές σε επηρέασαν στον τρόπο που βλέπεις κάποια έργα στο θέατρο; Το λέω και γιατί όλες οι παραστάσεις σου έχουν, μεταξύ άλλων, θέμα το έγκλημα, το δίκαιο και το άδικο…

Πίστευα πως δεν με είχε αγγίξει καθόλου και πως ήταν χαμένα χρήματα και χρόνος με τόσες ώρες διάβασμα που είχα ρίξει. Τελικά όμως, μπορεί να με επηρέασε, αν σκεφτείς πως μέχρι τώρα έχω ασχοληθεί με τον Άμλετ, την Ορέστεια, τον Μάκβεθ… Με απασχολεί το επιχείρημα, η φιλοσοφία του δικαίου τελικά. Το πόσο εύκολα περνάς από την αθωότητα στην ενοχή και ποια είναι αυτή. Με απασχολεί η απονομή της δικαιοσύνης.

Την τελείωσες τη Νομική;

Την τελείωσα, όταν πια είχα έρθει Αθήνα. Στα χρόνια των σπουδών έμαθα όμως τι μου αρέσει, πήγαινα κι έβλεπα όπερες που λατρεύω, γνώρισα το θέατρο ‒  μέχρι τότε μου άρεσε να διαβάζω θεατρικά έργα.

Και μελοδραματικός!

Πάρα πολύ! Μπορεί πολλοί να μην το αντέχουν αλλά μου είναι πάρα πολύ οικεία και δικαιολογημένη η εικόνα της σοπράνο που κλαίει για ένα τέταρτο χωρίς να συμβαίνει τίποτα (γέλια).


H παράσταση

© ΜΑΝΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΗΣ

Έχοντας μια σαφή αναφορά στα ολοκληρωτικά καθεστώτα του 20ού αιώνα, και πιο συγκεκριμένα στη θέση της γυναίκας μέσα σε αυτά, παρακολουθούμε την πορεία μιας γυναίκας και τη μεταμόρφωσή της, από πιστή ακόλουθο, υποδειγματική σύζυγο και καλή μητέρα σε μυθικό τέρας που επιθυμεί την απόλυτη καταστροφή των πάντων.

Στην πρώτη εικόνα, ένας Χορός στρατιωτών στο κάλεσμα ενός ολοκληρωτικού πολέμου που μαίνεται εκτός των τειχών της χώρας αποχωρεί και στη συνέχεια παρατάσσει επί σκηνής τα λάφυρα του πολέμου - τα ματωμένα ρούχα των ηττημένων. Ένα μνημείο της ιστορίας του κόσμου.

Στη δεύτερη εικόνα, βλέπουμε σκηνές από τη ζωή μιας γυναίκας στο εσωτερικό ενός σπιτιού. Ο άντρας της πολεμάει στο μέτωπο και αυτή τον περιμένει διατηρώντας την εστία του σπιτιού σε τάξη. Ένα κορίτσι από τον χώρο των νεκρών, όμως, την επισκέπτεται και διαβρώνει με την παρουσία της το ιδανικό της οικογενειακής ευτυχίας. Η εμπόλεμη ζώνη επεκτείνεται και εντός της οικίας.

Η γυναίκα στοιχειώνεται από εικόνες καταστροφής και θανάτου. Ο άντρας επιστρέφει από το μέτωπο με τα λάφυρα της νίκης. Η γυναίκα τον υποδέχεται με ένα δείπνο, στο τέλος του οποίου τον θυσιάζει με τη σειρά της στο όνομα μιας νέας τάξης πραγμάτων, όπου η πατροπαράδοτη τάξη των πραγμάτων καταλύεται. Πρέπει να επιστρέψουμε στην κατάσταση αγριότητας, όλα πρέπει να καταστραφούν για να υπάρξει κάποτε μια νέα αρχή.

Στην τελευταία εικόνα, η γυναίκα ντύνεται με τα ρούχα των νεκρών. Ολόκληρο το δάπεδο με τα ρούχα των ηττημένων γίνεται το ένδυμά της. Η ίδια γίνεται τελικά ένα νέο μνημείο, ένα μυθικό τέρας - παγωμένο και βουβό.

Η πορεία της τριλογίας «Carnage» ακολουθώντας –όχι τυχαία– μια αντίστροφη σειρά, επιχειρεί να αποτυπώσει σκηνικά τη διαδρομή του ανθρώπου από ένα οργανωμένο πολιτειακό σύστημα προς μια κοινωνία αυτοδικίας, σε αντίθεση με αυτήν που προτείνεται στην Ορέστεια του Αισχύλου, όπου ο άνθρωπος περνά με τα παθήματά του από το ματωμένο κύκλο της αυτοδικίας προς την πολιτειακή και θεσμική οργάνωση του δημοκρατικού πολιτεύματος.


Info: Από 27/4, Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, Παίζουν: Μαρία Καλλιμάνη, Θάνος Παπακωνσταντίνου, Ελένη Μολέσκη, Ιωάννα Μιχαλά, Βασίλης Βηλαράς, Γιάννης Ασκάρογλου, Τάσος Τσουκάλης – Δημητριάδης. Πειραιώς 206, Ταύρος

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ