Μουσικη

Χτυπήστε μας αλύπητα με το ηλεκτρικό σφυρί σας, Boss Hog

Το πιο καυτό φυσερό του blues - punk ανασταίνεται μέσα από τα πυρετώδη τζαμαρίσματα του «Brood X» 

karathanos.jpg
Δημήτρης Καραθάνος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
365733-756206.jpg

Too old to rock’n’roll; Γελάστηκες. Εδώ είναι το πάρτι. Η γυναίκα της ζωής του Jon Spencer δεν επιστρέφει τακτικά, αλλά όταν το κάνει, επιστρέφει με ορυμαγδό. Maria Cristina Isabella Martinez Benitez, κατά κόσμον Cristina Martinez, η αναδυόμενη Αφροδίτη του νεοϋορκέζικου underground με το καστιλιάνικο αίμα και το κουβανέζικο μπρίο, η πιο αισθησιακή μας φαντασίωση, η γιγαντοαφίσα με τα λεοπάρ εσώρουχα στην κάμαρα των παθών μας, ένας άγγελος με βρώμικα φτερά που αποπλάνησε κάθε φορέα τεστοστερόνης με τις οργασμικές ενσαρκώσεις της σε εξώφυλλα δίσκων και βίντεο κλιπ σε όλη τη διάρκεια των καλύτερών μας χρόνων, τις εποχές αμετροεπούς αισιοδοξίας των nineties.

Γνώρισε τον Jon Spencer στις 8 Δεκεμβρίου του 1985, ζευγάρωσαν και ωρίμασαν μαζί, πιστεύοντας όλα αυτά τα χρόνια στο ροκ, στο σεξ και στο κουλ γκλάμουρ, φιλτραρισμένο με το δικό τους είδος μουσικής, το οποίο δεν έπαψαν να διοχετεύουν μέσα από τους Pussy Galore, τους Honeymoon Killers, τους JSBX, τους Boss Hog. Κάποτε η σημαία της ασωτίας υπεστάλη και η επιτυχημένη καριέρα του ντουέτου ως αλλιώτικων Lux και Ivy, Thurston και Kim, έδωσε τη θέση της στο επάγγελμα οικιακά της Cristina, στη μητρότητα, τη φθορά της ενηλικίωσης, τις βιοποριστικές έγνοιες, τα περιστασιακά προβλήματα υγείας. Η κομπανία συναντήθηκε ξανά το 2008 για συναυλίες και έκτοτε δεν έπαψε να εργάζεται αθόρυβα, τζαμάροντας και σκαρώνοντας ρυθμούς στον φυσικό της χώρο, τα στούντιο του Ίστ Βίλατζ. Τώρα, 17 χρόνια μετά το «Whiteout», οι Boss Hog μπουκάρουν θεαματικά στο στερεοφωνικό μας. Να το αγοράσεις το «Brood X». Ειδάλλως, βρες έναν τρόπο να ακούσεις τα «Signal» και «Elevator». Σούπερ τριπαριστό ροκ εν ρολ για να ξεκαλοκαιριάσεις.

Ένα μικρό ανθεκτικό δοκάρι πανκ ισχυρογνωμοσύνης, το «Brood X» στέκει ακλόνητο στη μέση ενός κόσμου που αλλάζει. «I woke up this morning / Turned on the radio / All I hear is bad news / Tears and woes / No civilisation», τραγουδά η Cristina με τα χέρια σηκωμένα ψηλά στο «Ground Control», τον πιο λάβρο θούριο ενάντια στη διακυβέρνηση Τραμπ που θα τραγουδηθεί χορωδιακά σε διαδηλώσεις, ενώ το μπάσο του Jens Jurgensen τρυπώνει κάτω από το δέρμα και μέσα στα κόκαλα και οι κιθάρες του Jon Spencer, πιθανότατα οι καλύτερες ερμηνείες του από το «Damage» του 2006, ρέουν κατευθείαν στο νευρικό σύστημα σαν υγρό μαύρο πυρ που κάνει τους γοφούς να τρέμουν και τα δόντια να τρίζουν. Το ματς κερδίζεται από την ομάδα που επιτίθεται, και οι Boss Hog χιμούν στο γήπεδο με την ψυχή τους.

Όλο το LP είναι ένας αναλογικός παράδεισος, ένα σάουντρακ ικανό να εξωραΐσει οποιοδήποτε περιβάλλον, παιγμένο σε οποιοδήποτε μέσο, στα ακουστικά, το κλαμπ ή την κρεβατοκάμαρα, ένα καινούργιο ηλεκτρικό όραμα για μια never say die κουστωδία του αντεργκράουντ, η οποία ξορκίζει στα αυλάκια του δίσκου την άχαρη πραγματικότητα των 00’s και την άγρια επικράτηση του ίντερνετ με ηδονικές περιπλανήσεις στα πιο απόλυτα όρια δικαιοδοσίας της: το ροκ εν ρολ. Μια από τις τελευταίες μεγάλες μπάντες της Νέας Υόρκης επανακάμπτει, και θα υπάρχει πάντοτε ένα εικοσάευρο στην τσέπη μας για την Cristina και το τσούρμο της, εάν και όποτε θέλει να κυκλοφορεί καινούργιο δίσκο. Αγαπημένε θόρυβε, επέστρεφε. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ