Βιβλιο

Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2011 στον Θωμά Κοροβίνη

Και μια αποκλειστική συνέντευξη του συγγραφέα

karathanos.jpg
Δημήτρης Καραθάνος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
19366-48249.JPG

Σεξ, φόβος, διαστροφή, αίμα, θάνατοι, φήμες, παραπολιτική και οργιαστικά πρωτοσέλιδα. Για τα δεδομένα της Ελλάδας εκείνου του καιρού, η υπόθεση Παγκρατίδη μονοπώλησε το ενδιαφέρον, γιατί τα είχε όλα. Το σκοτεινό νουάρ του βορρά εξακολουθεί να ασκεί την ίδια αίγλη στο κοινό, μιας και ο «Γύρος του Θανάτου», το πρόσφατο έργο του Θωμά Κοροβίνη που αντλεί τη θεματική του από την υπόθεση του δράκου του Σέιχ-Σου, κέρδισε το βραβείο μυθιστορήματος στα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας 2011, και μάλιστα σύμφωνα με την ομόφωνη γνώμη της αρμόδιας επιτροπής.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί, ο συγγραφέας μας μιλά σε πρώτο πρόσωπο για τη ζωή και τις θεματικές του εμμονές.


«Γράφω σε καθημερινή βάση, αλλά οι καλύτερες ιδέες μού έρχονται μέσα σε αστικά, σε καφενεία και σε ταβέρνες. Μπορεί να γεμίσω ένα τραπεζομάντιλο μέχρι να έρθει η παρέα. Χρωστάω πολλά σε αυτούς που συνηθίζουν να στήνουν στα ραντεβού τους, γιατί τότε κατεβάζω ωραία κομμάτια.

Το γράψιμο το εκλαμβάνω περίπου σαν προσωπικό και κοινωνικό καθήκον. Πολλές εργατοώρες απλήρωτες, με την απόλυτη όμως ηθική αμοιβή της αυθεντικής προσφοράς. Αν ένα ποίημα ή ένα στιχούργημα που προορίζεται για τραγούδι απαιτεί επεξεργασία και δομική τελειότητα, η έρευνα πάνω σε θέματα εθνογραφικής υφής και όχι μόνο, όπως οι δύο μεγάλες μελέτες μου για τους Ασίκηδες και τους Ζεϊμπέκους, προϋποθέτουν πολυετείς θυσίες. Δέκα χρόνια μου έφαγε το πρώτο θέμα και δεκαεφτά το δεύτερο.

Έχω είκοσι και βάλε χρόνια στην πιάτσα, δεν είναι πολλά. Μέχρι τα τριάντα μου ρουφούσα τη ζωή. Και με ρουφούσε. Απόκτησα πολλά βιώματα, μεγάλο πλούτο. Μάζεψα όμως και σαβούρα. Όταν ζήσεις πολύ έντονα και τολμηρά, πολύ νωρίς και σε διάφορες διαστάσεις, βαριέσαι κάποτε και θαρρείς πως τα έχεις ζήσει όλα. Έτσι, το καθοριστικό μου βίωμα στα χρόνια της ωριμότητας είναι η χαρά της δημιουργίας και, ελπίζω, της προσφοράς. Αδυνατώ να εννοήσω έναν δημιουργό χωρίς κοινωνικό και ευρύτερα πολιτικό προσανατολισμό.

Η Κωνσταντινούπολη, στην οποία ζω διαρκώς νοερά, είναι η αδυναμία μου αλλά και η πιο μεγάλη μου προίκα. Έζησα για οχτώ χρόνια εκεί και εργάστηκα στα εκπαιδευτήρια της ομογένειας, αλλά δεν την εγκαταλείπω. Ούτε αυτήν ούτε τους ανθρώπους μου εκεί. Κυρίως μέσα μου. Αποφάσισα να αφιερώσω τα επόμενα χρόνια στη συγγραφή ενός βιβλίου, που θα είναι το οδοιπορικό ενός Έλληνα στην Πόλη στα τέλη του 20ού και τις αρχές του 21ου αιώνα. Έχω γράψει 100 πυκνές σελίδες για τις θάλασσες, τα καΐκια και τα ψάρια. Έχω για στέκι ένα κούρδικο μαγαζί, σκέτη μέθεξη, με σάζια και νταούλια, όπου ζω ατμόσφαιρες, όπως έζησα παλιότερα στη Θεσσαλονίκη αλλά και λίγο στην Αθήνα.

Στη Θεσσαλονίκη τα πράγματα ήταν πριν καμιά εικοσαριά χρόνια λίγο πιο αυθεντικά. Τώρα νομίζω πως συναντώ παντού ρεπλίκες. Στην πόλη μας τον τόνο το νυχτερινό τον έδιναν αρκετοί από τους γνωστούς καλλιτέχνες, αλλά γενικότερα τον τόνο δεν τον δίνουν οι φίρμες, αλλά αυτοί που δρουν στην άκρη της ζωής, ο λουλουδάς, η σερβιτόρα, κάποιος αλανιάρης, ένας χασικλής, ακόμη και μια βιζιτού. Ή ένας πολυερωτικός άνθρωπος.

Είμαι συμποσιακός νυχτοβάτης, βγαίνω σε κάποιες λαϊκές ταβέρνες παλαιάς κοπής. Και συχνά στην “Τομπουρλίκα”, όπου τραγουδώ από κάτω. Σπάνια πηγαίνω σε καμιά μπουάτ, αν τραγουδάει κάποιος φίλος μου, που μου αρέσει, π.χ. σαν τον Περίδη, και πάω να τον ακούσω».

*Ο Θωμάς Κοροβίνης ζει στη Θεσσαλονίκη. Συγγραφέας, στιχουργός, συνθέτης και ερμηνευτής τραγουδιών, είναι υπεύθυνος για δεκαπέντε βιβλία και τέσσερις δίσκους. Το τελευταίο του έργο, «Ο Γύρος του Θανάτου»,

εστιάζει μέσα από μια διαφορετική οπτική στα πρόσωπα και τα περιστατικά που διαμόρφωσαν το θρίλερ του δράκου του Σέιχ-Σου. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα.


Φωτογραφία: Δημήτρης Καραθάνος

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ