Πολιτικη & Οικονομια

Τραμπ - Κλίντον: Εξωτερική πολιτική

8 προβλήματα και μερικά συμπεράσματα για τις αμερικάνικες εκλογές

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 589
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
329294-681195.jpg

Διαβάστε εδώ το πρώτο μέρος


Ρωσικός μεγαλοϊδεατισμός, κινεζική πρόκληση, Ευρώπη σε κρίση, ισλαμική μετανάστευση – το πέμπτο πρόβλημα που θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει ο/η πρόεδρος των ΗΠΑ είναι η απεμπλοκή από το Ιράκ. Ο Μπαράκ Ομπάμα προσπάθησε να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα αλλά η κατάσταση στη Μέση Ανατολή είναι πολύ πιο περίπλοκη από όσο νομίζουν οι ευκαιριακοί παρατηρητές των διεθνών σχέσεων. Φεύγοντας οι Αμερικανοί αφήνουν πίσω αλληλοσφαγιαζόμενους Σουνίτες, Σιίτες και Κούρδους· τη σουνιτική κυβέρνηση που μισεί το Ιράν και που δεν δείχνει ιδιαίτερη προθυμία να πολεμήσει το ISIS· την Τουρκία που θέλει να αναμειχθεί με το μέρος των Σουνιτών και εναντίον των Κούρδων. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει αντιληφθεί την γκάφα της αμερικανικής πολιτικής στο Ιράκ και, εφόσον δεν συμμετείχε στον πολιτικό κόσμο όταν ελήφθησαν οι σχετικές αποφάσεις, μπορεί να δηλώνει ελεύθερα ότι ο Τζορτζ Μπους έκανε «χοντρό φάλτσο». Συμφωνούμε – μόνο που δεν το έκανε μόνος του: εξασφάλισε, μέσω της προπαγάνδας, ικανή συναίνεση. ;Aλλωστε, ούτε η θέση του Τραμπ το 2003 ήταν ξεκάθαρη: σε τηλεοπτικές εκπομπές έκανε λόγο για την αμερικανική παντοδυναμία. Πιθανώς, ο άνθρωπος δεν είχε ιδέα πού πέφτει το Ιράκ και, όπως η Σάρα Πέιλιν, το μπέρδευε με το Ιράν.

Η Χίλλαρυ Κλίντον, που επιδεικνύει περισσότερο ρεαλισμό από τον Ντόναλντ Τραμπ, αναγνωρίζει ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να εγκαταλείψουν το Ιράκ. Αλλά, αντίθετα από τον Τραμπ, έχει ευθύνη για όσα συνέβησαν: το 2002, ως μέλος της Γερουσίας, ψήφισε υπέρ «της χρήσης στρατιωτικής ισχύος» στο Ιράκ· ύστερα, μετάνιωσε· οι ΗΠΑ είναι η κατ’ εξοχήν χώρα όπου οι πολιτικοί ζητούν συγνώμη ξανά και ξανά. Στο «λάθος» που δεν μπορεί παρά να συνεχιστεί –η Κλίντον έχει παγιδευτεί στην περιοχή εξαιτίας της προέλασης του ISIS και του πολέμου στη Συρία– συμπεριλαμβάνεται κάποια εμπιστοσύνη στις ιρακινές κυβερνητικές δυνάμεις (οι οποίες είναι ξεχαρβαλωμένες και διχασμένες), καθώς και η επαμφοτερίζουσα σχέση με τους Κούρδους (που επίσης δεν αποτελούν ενιαίο σώμα). Και μολονότι η Τουρκία έχει αναγκάσει τις ΗΠΑ να εντάξουν το αυτονομιστικό κουρδικό κίνημα στη διεθνή τρομοκρατία, αμφότεροι οι υποψήφιοι για την αμερικανική προεδρία παραδέχονται ότι χωρίς τους Κούρδους δεν θα είχαν κανένα ορθολογικό στήριγμα στην περιοχή.

Έκτο πρόβλημα: το Ιράν και η πυρηνική του προοπτική. Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι έξαλλος με την πρόσφατη προσέγγιση που επιχείρησε ο Ομπάμα και έχει συμπεριλάβει στο πρόγραμμά του «κυρώσεις» εναντίον του Ιράν. Εννοείται πως η όλη υπόθεση των κυρώσεων έχει αποδειχτεί φιάσκο – κανείς δεν παίρνει τις κυρώσεις στα σοβαρά. Η Κλίντον, όπως στις περισσότερες περιπτώσεις, προτίθεται να συνεχίσει την πολιτική της κυβέρνησης Ομπάμα – άρα, όποιος ενδιαφέρεται για ρήξεις και καινούργιες περιπέτειες μάλλον πρέπει να στραφεί στον Τραμπ. Η πολιτική της Κλίντον μοιάζει με προσεκτικό περπάτημα σε ναρκοπέδιο: έχει πλεονέκτημα έναντι του Τραμπ επειδή διαθέτει πείρα, επειδή ξέρει πάνω-κάτω πού βρίσκονται οι νάρκες. Μερικές τις έβαλε η ίδια.

Φτάνουμε στο ISIS. Eδώ ο Τραμπ δεν καταλαβαίνει τίποτα και πιστεύει ότι με κυνηγητά και με βασανιστήρια θα κατατροπώσει τους «αντεροβγάλτες». Το ενδιαφέρον σημείο είναι ότι προτίθεται να παραχωρήσει πρωτοβουλίες στη Ρωσία, ενώ η Κλίντον επαναπαύεται σε μια φαντασιακή συμμαχία Σουνιτών και Κούρδων – πλην όμως, οι Σουνίτες και οι Κούρδοι αλληλομισούνται· επιπλέον, το ISIS είναι σαλαφιστές Σουνίτες, δηλαδή πιο κοντά στους Σουνίτες παρά στους Σιίτες. Άρα, επιστρέφουμε στο μηδέν. Η Χίλλαρυ Κλίντον προτείνει no fly zone στον εναέριο χώρο της Συρίας, πράγμα με το οποίο διαφωνούσε ο πρόεδρος Ομπάμα διότι φοβόταν την αντίδραση της Ρωσίας που βομβαρδίζει αντικυβερνητικές δυνάμεις στηρίζοντας τον Άσαντ. Νομίζω ότι η Κλίντον θα ήθελε επίσης να στηρίξει τον Άσαντ –αν τον στήριζε θα μπορούσε να του ζητήσει μεταρρυθμίσεις εν καιρώ ειρήνης– αλλά δεν τολμάει. Είναι πολύ αργά.

Όγδοο πρόβλημα: η πυρηνική συμφωνία του Ομπάμα με το Ιράν προκάλεσε την οργή του Νετανιάχου ο οποίος εφαρμόζει πολιτική take no prisoners που αρέσει στον Τραμπ· του ταιριάζει ψυχικά. Πάντως ο Τραμπ, ενώ επέκρινε τον Ομπάμα για τη συμφωνία με το Ιράν, στις ομιλίες του δεν φάνηκε να γνωρίζει με ακρίβεια την ισραηλινο-παλαιστινιακή διένεξη και περιορίστηκε σε γενικότητες. Ως εκ τούτου, οι Αμερικανο-εβραίοι εμπιστεύονται περισσότερο τη Χίλλαρυ Κλίντον διότι εκπροσωπεί ένα είδος status quo που ίσως δεν είναι απολύτως ικανοποιητικό, βρίσκεται όμως στον σωστό δρόμο.

Για το Ισλάμ και τους μουσουλμάνους, ο Ντόναλντ Τραμπ ζήτησε, στην ουσία, συνταγματική αναθεώρηση και μάλιστα σε θεμελιώδη τροπολογία περί ανεξιθρησκίας. Η ισλαμοφοβία του, αν και ειλικρινής, τον κατέστησε “one issue candidate” εφόσον ήταν ο μόνος στην πολιτική σκηνή που τη διατύπωνε χωρίς επιφυλάξεις και αστερίσκους. Κοντολογίς, το μεγαλύτερο μέρος των ψηφοφόρων του έλκεται από την απενοχοποιημένη ισλαμοφοβία του – στην πραγματικότητα, ο Τραμπ δεν συλλαμβάνει την ισλαμική απειλή· πιστεύει ακόμα ότι οι ΗΠΑ είναι, κατά κάποιον τρόπο, πανίσχυρες (δεν είναι). Αντιθέτως, η Κλίντον φοβάται πραγματικά και προσπαθεί να κατευνάσει τους μουσουλμάνους μέσα και έξω από τις ΗΠΑ. Η αρχική πρόταση του Τραμπ ήταν η απαγόρευση εισόδου των μουσουλμάνων στη χώρα· αργότερα, την τροποποίησε λέγοντας ότι «πρέπει να απαγορευτεί η είσοδος ατόμων από τρομοκρατικές χώρες» – σωστό. Η Κλίντον απάντησε, ευλόγως, ότι μια τέτοια στάση είναι “un-American” (σωστό) και, δυνάμει, επικίνδυνη για τις διεθνείς σχέσεις (σωστό κι αυτό). Το στοίχημα είναι να μη δημιουργηθούν περισσότεροι εχθροί στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Έχουν δημιουργηθεί αρκετοί. 

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν αντιλαμβάνεται πώς λειτουργεί η παγκόσμια σκακιέρα: βλέπει τη χώρα του, καθώς και τις άλλες χώρες, σαν επιχειρήσεις. Αλλά έχει δίκιο όταν επιμένει πως το ΝΑΤΟ είναι ένα απολίθωμα: οι στόχοι και η δομή της Ατλαντικής Συμμαχίας πρέπει να προσαρμοστούν στον σύγχρονο μετα-ψυχροπολεμικό κόσμο. Μακρά συζήτηση κι αυτή.

Συμπερασματικά: ο Ντόναλντ Τραμπ διατυπώνει μη-πολιτικό λόγο· οι προτάσεις και οι δεσμεύσεις του απευθύνονται σε ένα  ανιστόρητο και αγεωγράφητο κοινό που μοιάζει με παρέα· πράγματι, εκστομίζει όσα ακούγονται στις παρέες με το ύφος με το οποίο ακούγονται στις παρέες. Ταυτίζει την πολιτική με την κερδοφορία, τον θεσμικό παράγοντα με τον ωφελιμιστικό. Η Κλίντον εμφανίζεται ως το αντίθετο άκρο: είναι συντηρητική· ακολουθεί την πεπατημένη· πασχίζει να διατηρήσει τις ευπαθείς ισορροπίες. Το ότι γνωρίζει το βάθος του προβλήματος δεν σημαίνει ότι έχει τις λύσεις. Ωστόσο, ο Τραμπ βρίσκεται σε μειονεκτική θέση – δεν γνωρίζει καν το πρόβλημα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ