Πολιτικη & Οικονομια

Η TTIP στην εποχή του Ντόναλντ

Οι ΗΠΑ θέλουν την πατρίδα μας ως τμήμα  αυτού του χώρου

fanis-ougrinis.jpg
Φάνης Ουγγρίνης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
330520-684096.jpg

Πολύ κουβέντα ξεκίνησε αμέσως μετά την εκλογή Τραμπ σχετικά με την παραμονή των ΗΠΑ σε παλιές διεθνείς εμπορικές συμφωνίες της, ακόμη και στο ίδιο το  ΝΑΤΟ. Αυτή που εμφανίζεται να είναι η πλέον απειλούμενη είναι, η ΤΤΙΡ  ή-ελληνιστί- Διατλαντική Συνεργασία Εμπορίου και Επενδύσεων, η οποία βρίσκεται στα σκαριά από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Η διαδικασία επιβραδύνθηκε μετά την 11η Σεπτεμβρίου, εκκινώντας εκ νέου το 2007, και προοδεύοντας έκτοτε , αποσκοπώντας επισήμως στην υπέρβαση της στασιμότητας που είχε προκύψει μετά το αδιέξοδο του γύρου της Ντόχα. Με άλλα λόγια, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί επέλεξαν να απελευθερώσουν το δικό τους εμπόριο ταχύτερα από τον υπόλοιπο πλανήτη, αποσκοπώντας σε κέρδη.

Το ζήτημα όμως που έχει ανακύψει έκτοτε είναι το μέγεθος αυτών των κερδών. Ήδη το διμερές εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών ανάμεσα στους δυο γίγαντες αγγίζει τα 450 δις € εξαγωγών για την Ένωση και τα 340 δις για τις ΗΠΑ. Συνολικά το διατλαντικό εμπόριο αποτελεί το 1/3 του παγκόσμιου, με το 30% αυτού να έιναι ενδοομιλικές συναλλαγές. Με δασμούς που σήμερα φθάνουν κατά μέσο όρο το 3%, είναι σαφές πως τα όποια υπάρχοντα εμπόδια δεν βρίσκονται εκεί, μα στα κανονιστικά πλαίσια που ισχύουν στις δυο ακτές του Ωκεανού. Αν λοιπόν υποθέσουμε πως όλα αυτά τα πολιτικά ευαίσθητα κωλύματα παραμεριστούν, τι μας μένει τελικά;

Τα σενάρια ποικίλλουν. Οι υποστηρίζοντες δηλώνουν πως τα ΑΕΠ κάθε αντισυμβαλλομένου θα αυξηθούν συνολικά από 50 έως 120 δισ. € μέσα σε 10 χρόνια από την υπογραφή, όταν σήμερα αυτά φτάνουν τα 19 και 18 τρισ. αντίστοιχα. Όσο για την αύξηση των θέσεων εργασίας, αυτή κυμαίνεται από «μερικά εκατομμύρια» μέχρι 400.000, σε σύνολο 231 και 159 εκατομμυρίων εργαζομένων αντίστοιχα, χωρίς κανείς να τολμά να τοποθετηθεί με βεβαιότητα. Τα νούμερα ομολογουμένως δεν εντυπωσιάζουν σε πρώτη ανάγνωση. Ίσως το σπουδαιότερο από όσα συζητούνται δημόσια να αφορά την καθιέρωση των βορειοατλαντικών κρατών ως εκείνα που θα έχουν θεσπίσει τα ισχυρότερα διεθνή εμπορικά πρότυπα, τα οποία ακολούθως θα αναγκαστεί να υιοθετήσει όλη η υφήλιος.

Παρά την μεγάλη μυστικότητα που διακρίνει τις συνομιλίες, η κοινή γνώμη στα εμπλεκόμενα κράτη έχει αρχίσει να διαμορφώνει άποψη, με τον δημόσιο διάλογο να κυριαρχείται απ’ όσους αντιμάχονται τη συμφωνία. Οι γνωστοί πολέμιοι της παγκοσμιοποίησης μιλούν συνήθως αόριστα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, για το περιβάλλον που κινδυνεύει, για την παντοδυναμία των πολυεθνικών και των τραπεζών. Στην τελευταία ειδικά περίπτωση υπάρχει ισχυρή επιχειρηματολογία που στηρίζει την άποψη πως τα οφέλη θα αφορούν αποκλειστικά τους τιτάνες της παγκόσμιας οικονομίας και όχι τους κοινούς θνητούς. Οι ευρωπαίοι συνδικαλιστές ανησυχούν για το ενδεχόμενο εφαρμογής της ιδιαίτερα ελαστικής αμερικανικής εργατικής νομοθεσίας και στην γηραιά ήπειρο. Παρόμοια στάση τηρούν και οι δικοί μας αγρότες, φοβούμενοι πως τα χαμηλού κόστους αμερικανικά προϊόντα θα εκτοπίσουν τα εγχώρια, ή αλλιώς πως θα υποβαθμιστεί η ευρωπαϊκή διατροφή. Οι-ψηφοφόροι του Τραμπ-ταλαιπωρημένοι βιομηχανικοί εργάτες του Ντιτρόιτ και του Κλήβελαντ θέλουν να αποφύγουν ένα τελειωτικό χτύπημα, γεγονός αναπόφευκτο εάν οι δρόμοι  τους πλημμυρήσουν από Σκόντα και Φίατ. Οι παραγωγοί πολεμικού υλικού της δυτικής ακτής επιδιώκουν να παραμείνουν μονοπωλιακοί προμηθευτές του Πενταγώνου, ώστε έτσι να χρηματοδοτείται και ολόκληρο το ομιλικό R&D τους.

Με τέτοιες πολυδιάστατες  αντιδράσεις, είναι ν’ απορεί κανείς γιατί συνεχίζει να προχωρά αυτή η διαπραγμάτευση.  Γνώμη μου είναι πως, πέρα από τα στενά οικονομικά της οφέλη, η ΤΤΙΡ έχει τεράστια πολιτική σημασία, από κοινού με την NAFTA της βορείου Αμερικής, την TTP του Ειρηνικού και την CETA ΕΕ-Καναδά. Δεν είναι άλλωστε τυχαία τα συχνά βιτριολικά σχόλια  της Κίνας για την συμφωνία του Ειρηνικού, όπως και της Ρωσίας για εκείνη του Ατλαντικού. Μάλιστα ο Πούτιν έφτασε κάποια στιγμή να προτείνει, απολύτως σοβαρά, μια εμπορική ένωση της ΕΕ με την  Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Χωρών. Πρότεινε δηλαδή στους δυτικοευρωπαίους πρόσβαση στην αχανή ρωσική και κεντροασιατική ενδοχώρα, στις πεδιάδες της, στα δάση της, στο υπέδαφος της, στα ενεργειακά της αποθέματα, στα σιδηροδρομικά της δίκτυα, τα οποία συνδέουν τη Ρηνανία με το Βλαδιβοστόκ  και με την Σενζέν. Πολύ δελεαστική πρόταση, ειδικά για την γερμανική ελίτ. Τόσο δελεαστική που θα μπορούσε να αποτελεί και εξήγηση  για την συχνή αμφισημία του Βερολίνου τα τελευταία χρόνια.

Αν όμως η μεγάλη αυτή η διατλαντική συμφωνία αφορά ένα οικονομικό ΝΑΤΟ, πού αποσκοπεί; Είναι μάλλον αστείο να υποθέσουμε πως η εν λόγω σύμβαση στρέφεται εναντίον των υπολειμμάτων της ΕΣΣΔ. Παρά το πυρηνικό της οπλοστάσιο και τον ανεκμετάλλευτο πλούτο της, η Ρωσία παραμένει μια φτωχή και δυσλειτουργική χώρα, με πολύ χαμηλό προσδόκιμο ζωής, μειούμενο πληθυσμό, ανεπαρκή ΑΕΙ, ανύπαρκτη νεοφυή επιχειρηματικότητα, ασθενική μεσαία τάξη και εικονικούς αντιπροσωπευτικούς θεσμούς. Το-φαινομενικά σταθερό-ημιδημοκρατικό της καθεστώς εξαρτάται από την μακροημέρευση του προέδρου της, χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει τι θα συμβεί σε περίπτωση θανάτου του ή κάποιας κατάρρευσης των εξαγωγών υδρογονανθράκων. Το δε μέγεθος της και η υπεροπτική της νοοτροπία την καθιστούν ανεπιθύμητο εταίρο για κάθε κράτος που μπορεί να αναζητήσει άλλες επιλογές. Η Αρκούδα δεν απειλεί τον Μπάρμπα Σαμ. Άρα;

Οι μεγάλες  εμπορικές συμφωνίες μεταξύ των δυτικών κρατών και των πιστότερων συμμάχων και εταίρων τους είναι ικανές να συγκροτήσουν-σε ένα ορατό μέλλον-μια εύρωστη μα κλειστή ζώνη, όπου αγαθά του αναπτυσσόμενου κόσμου θα εισέρχονται μόνο μετά από αμοιβαίες εξαγωγικές συμφωνίες. Περιγράφω δηλαδή ένα περιβάλλον που θα ομοιάζει μερικώς σ’ εκείνο του παρελθόντος, θα αφορά όμως πολύ μεγάλες ενότητες, με αντίστοιχα μεγάλους όγκους παραγωγής και υπηρεσιών. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον όμως, θα υπάρχει θέση για το κοινό μας σπίτι, την ΕΕ; Δεν έχει γίνει αντιληπτό, αλλά με δεδομένο πως  η ΤΤΙΡ θα δεσμεύει και τα επιμέρους κράτη, συνεπάγεται πως θα επιδρά σε αυτά ακόμη και αν εξέλθουν της Ένωσης. Δηλαδή θα απολαμβάνουν το ίδιο καθεστώς που έχουν σήμερα η Ελβετία και η Νορβηγία, μέλη μόνο της κοινής αγοράς. Και ταυτόχρονα, μέσω αυτής της οδού θα τεθούν σε αμφισβήτηση και οι ενεργές τελωνειακές ενώσεις, όπως εκείνες με την Τουρκία και με τα κράτη των δυτικών Βαλκανίων. Έτσι, αναδεικνύεται τελικά ένας εντελώς αμερικανοκεντρικός νέος κόσμος, με τα  όρια του να εκτείνονται από την Θάλασσα της Ιαπωνίας και τη Νότια Σινική Θάλασσα μέχρι τη Βαλτική, τα Καρπάθια. τον Εύξεινο Πόντο και την ανατολική Μεσόγειο.

Εφόσον το σκεπτικό που ανέπτυξα ευσταθεί, εκτιμώ πως οι ΗΠΑ πράγματι θέλουν την πατρίδα μας ως τμήμα  αυτού του αχανούς, πάμπλουτου και πανίσχυρού χώρου. Όχι φυσικά επειδή έχουμε την Πνύκα, μα ίσως διότι μας εμπιστεύονται περισσότερο από τους Τούρκους, διότι είμαστε η φυσική νοτιοανατολική πύλη της Ευρώπης και διότι συνθέτουμε έναν ενιαίο χώρο με την Κύπρο. Ας μην τρομάζουμε λοιπόν από κάποιες δηλώσεις του νεοεκλεγέντος προέδρου ή λίγων συμβούλων του. Όμως, σε ένα νέο περιβάλλον, οι ΗΠΑ δεν έχουν κανένα λόγο να σπαταλήσουν πολιτικό κεφάλαιο για να παραμείνουμε εμείς εντός της Ευρωζώνης. Θέλουν απλώς να ελέγχουν τον χώρο μας, και τον θέλουν υγιή. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως θα ξεπεράσουν τις γραμμές τους προκειμένου να μας έχουν κοντά τους. Τυχόν κουτοπόνηροι εκβιασμοί, τυχόν επαρχιώτικα παζάρια δεν περνάνε, κουράζουν. Κι αν κουραστούν και φύγουν, αυτό δε θα γίνει χωρίς κόσμος για τον τόπο μας…

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ