Πολιτικη & Οικονομια

Η Σώτη Τριανταφύλλου και η διπολική κοινωνία μας

Η απομόνωση μιας αμφιλεγόμενης φράσης, η εκούσια αγνόηση του έργου της και η στοχοποίηση της προσωπικότητάς της αντανακλούν την ευρύτερη κοινωνική πραγματικότητα

Εύα Στάμου
Εύα Στάμου
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
353742-733730.jpg

Η μήνυση κατά της Σώτης Τριανταφύλλου στερείται συνάφειας, και τροφοδοτεί τον κανιβαλισμό των social media. Ο νόμος ορθά απαγορεύει την παρότρυνση σε βία. Τα κείμενα της Τριανταφύλλου εκφράζουν απόψεις για δύσκολα θέματα – όσοι τα διαβάζουν, γνωρίζουν ότι ποτέ και πουθενά δεν παροτρύνουν σε βία. 

Η απομόνωση μιας αμφιλεγόμενης φράσης, η εκούσια αγνόηση του λοιπού δοκιμιακού και λογοτεχνικού έργου της Τριανταφύλλου και η στοχοποίηση της προσωπικότητάς της, μπορεί εκ πρώτης όψεως να μοιάζουν τυχαία, αντανακλούν όμως την ευρύτερη κοινωνική πραγματικότητα: Αποδεικνύεται ακόμη μία φορά ότι αρκετοί πολίτες είναι ανίκανοι να κάνουν χρήση του ορθού λόγου, να σχηματίζουν άποψη η οποία θα πηγάζει από προσωπική έρευνα ή μελέτη και την οποία θα μπορούν να θεμελιώσουν με επιχειρήματα. Αδυνατούν να συζητήσουν δίχως υπόρρητες απειλές, την «υπόσχεση» τιμωρίας ή και την ανοιχτή επίκληση βίας. Έτσι εξηγείται, εν μέρει, ο ορυμαγδός επιθετικών σχολίων κατά της Τριανταφύλλου στα social media, μα και το γεγονός ότι μία διαφωνία απόψεων, η οποία θα μπορούσε να λυθεί μέσω αρθρογραφίας, καταλήγει στα δικαστήρια. 

Ένας από τους λόγους είναι, κατά τη γνώμη μου, ότι ζούμε σε μια σωματική κοινωνία, η οποία υπονομεύει το διάλογο και προωθεί τη σύγκρουση μέσω επιθέσεων, απειλών ή μηνύσεων. Σήμερα όλο και λιγότεροι άνθρωποι έχουν πρόσβαση σε καλή εκπαίδευση, με συνέπεια να αδυνατούν να χρησιμοποιήσουν τον λόγο αποτελεσματικά, ώστε αρχικά να διατυπώσουν εύστοχα και στη συνέχεια να επιλύσουν άμεσα τα όσα τους απασχολούν. Η κυριαρχία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, που προκρίνουν τη χρήση αποσπασματικού λόγου και η ρητορική της βίας, που χρησιμοποιεί το σώμα προκειμένου να πετύχει τον εκφοβισμό και την επιβολή στους αντιπάλους, οδηγούν στην έκφραση των κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων μέσα από το σώμα και μέσω της επιθετικής ρητορικής που το αναδεικνύει. Καθόλου τυχαία δεν είναι, άλλωστε, η εδραίωση της Χρυσής Αυγής, μίας οργάνωσης που στηρίζει την επιτυχία της στον τρόπο που χειρίζεται τη «γλώσσα του σώματος».

Σε ορισμένους υπάρχει δυστυχώς ακόμα βαθιά ριζωμένη η αντίληψη ότι η «φύση» ή ο «ρόλος» της γυναίκας είναι αντίθετα με τις έννοιες της γνώσης και της έλλογης σκέψης. Σε κάποιους κύκλους, η διανοούμενη γυναίκα τρομάζει, προκαλεί αμηχανία, ακόμα και απέχθεια. Πρόκειται για μία υπόρρητη μορφή μισογυνισμού που αρκετοί υπερασπιστές της πολιτικής ορθότητας δεν θα παραδέχονταν ούτε στον ίδιο τους τον εαυτό.  

Ζούμε σε μία κοινωνία διπολική, όπου πολλά από τα καίρια κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα αντιμετωπίζονται μέσω της διαίρεσης της κοινής γνώμης υπέρ ή κατά μίας θέσης ή ενός προσώπου. Όποιος έχει δημόσιο λόγο –αλλά και ο κάθε ενεργός πολίτης ο οποίος ωθείται να πάρει θέση μέσα από τα social media– αναμένεται ότι αντί για επιχειρήματα θα πρέπει να παρουσιάζει μόνο διαπιστευτήρια κομματικής ή άλλης πίστης, ακολουθώντας μια μανιχαϊστική και απλουστευτική ανάγνωση της πραγματικότητας. Έτσι, σταδιακά, η πληθώρα των επιλογών που προσφέρει η δημοκρατία περιορίζεται, και η ελευθερία της έκφρασης μπαίνει σε ένα καλούπι από το οποίο βγαίνει λειψή και ακρωτηριασμένη.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ