Πολιτικη & Οικονομια

Το χάος της νέας ελληνικής partitocrazia

21393-71574.JPG
Βαγγέλης Αγγελής
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
20341-50075.jpg

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις αναδεικνύουν την πιθανότητα εκπροσώπησης ακόμα και εννέα κομμάτων στην επόμενη Βουλή. Την ίδια στιγμή, γίνονται συνεχώς διεργασίες για την ίδρυση νέων πολιτικών σχηματισμών. Έχει ενδιαφέρον να κατανοήσουμε που οφείλεται αυτό το φαινόμενο.

Στο πρόσφατο παρελθόν, οι δημιουργίες κομμάτων συνέβαιναν συνήθως μετά την αποχώρηση ενός πρωτοκλασάτου στελέχους από ένα μεγάλο κόμμα και σπάνια είχαν ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν αυτό του Δημήτρη Αβραμόπουλου, ο λόγος του οποίου αποτελεί μία μνημειώδη περίπτωση απολίτικης και ανούσιας ρητορείας. Το Κίνημα Ελευθέρων Πολιτών ήταν μια βραχύβια προσπάθεια που γρήγορα εξέπνευσε, αφού δεν είχε στην πραγματικότητα κανένα λόγο ύπαρξης, εκτός από τις φιλοδοξίες του ιδρυτή του. Την ίδια τύχη είχαν ανάλογες απόπειρες (με την εξαίρεση ίσως του Καρατζαφέρη), οι οποίες στην πραγματικότητα στερούνταν ιδεολογικών χαρακτηριστικών.

Πρόσφατα όμως, η ιδεολογία επανήλθε δυναμικά και άρχισε να γεννάει κόμματα. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες αναδείχτηκαν αρκετοί νέοι πολιτικοί οργανισμοί, δημιουργώντας ρωγμές στη δικομματική κυριαρχία, σε ένα σκηνικό που τείνει να θυμίσει την πολυκομματική εικόνα της partitocrazia που κυριαρχούσε στην Ιταλία ως τη δεκαετία του ’80. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η υποχώρηση του μεταπολεμικού κοινωνικού μοντέλου που δημιούργησε νέα διαστρωμάτωση στις δυτικές κοινωνίες, η περιβαλλοντική υποβάθμιση και η μαζική μετανάστευση προς τις χώρες της Δύσης, δημιούργησαν νέα κομματικά μορφώματα σε όλες σχεδόν τις χώρες της ευρωπαϊκής ηπείρου.

Οι συνθήκες αυτές ανέδειξαν νέες δυνάμεις και στην Ελλάδα. Ο Συνασπισμός έλαβε τη νέα του μορφή το 1991, μετά την αποχώρηση του Κ.Κ.Ε. από αυτόν. Ο ΛΑ.Ο.Σ. ιδρύθηκε το 2000, εκμεταλλευόμενος τη δυσαρέσκεια ενός μέρους της ελληνικής κοινωνίας για το μεταναστευτικό κύμα που εισέρεε στη χώρα. Οι Οικολόγοι Πράσινοι ιδρύθηκαν το 2002, αν και η εκλογική τους επιρροή αυξήθηκε αργότερα. Οι ιδρύσεις αυτών των κομμάτων δεν αποτέλεσαν έκπληξη, αφού εξέφρασαν (με μια διαφορά φάσης ως συνήθως) ευρύτερες τάσεις που είχαν αναπτυχθεί στην Ευρώπη. Είναι άλλωστε όλα ενταγμένα σε ευρύτερους συνασπισμούς δυνάμεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ο ΣΥΝ στο EUL-NGL, ο ΛΑΟΣ στο Europe of Freedom and Democracy και οι Οικολόγοι Πράσινοι στους Greens/European Free Alliance).

Η διαφορά στην Ελλάδα ήταν ότι υπήρξαν δύο πρόσθετοι παράγοντες που ευνόησαν την περαιτέρω ανάδειξη νέων πολιτικών δυνάμεων. Η πρώτη ήταν η σφοδρότητα της οικονομικής κρίσης και κυρίως ο θεσμικός τρόπος εφαρμογής της. Δεν ήταν μόνο ότι η κρίση δημιούργησε νέα στρώματα τα οποία, λόγω της καινούριας κοινωνικής τους θέσης, αναζήτησαν διαφορετική πολιτική στέγη. Ούτε ότι η κρίση συνετέλεσε στη διαμόρφωση ομάδων από εξαθλιωμένους πολίτες (οι οποίοι, μη έχοντας τίποτα να χάσουν, στρέφονται με μεγαλύτερη ευκολία σε ακραίες πολιτικές λύσεις τύπου Χρυσής Αυγής που προτείνουν τη ριζική αλλαγή του status quo). Βασικό ρόλο στον επαναπροσδιορισμό των πολιτικών δυνάμεων έπαιξε μία άλλη, συγκεκριμένη παράμετρος της κρίσης: η επιβολή των μνημονίων. Τα δύο μνημόνια λειτούργησαν ως ένα σύμβολο της κρίσης και τα σύμβολα δημιουργούν ευκολότερα πολιτικούς διαχωρισμούς. Αναρωτιέται κανείς εάν θα ζούσαμε την ίδια πολυδιάσπαση του πολιτικού σκηνικού στο επίσης εφιαλτικό, κατά τα άλλα, σενάριο, σύμφωνα με το οποίο η εξαθλίωση που επέφεραν τα μνημόνια, ερχόταν με έναν διαφορετικό τρόπο, επιβαλλόμενο σταδιακά από τις ίδιες τις οικονομικές συνθήκες και όχι από μια έγγραφη συμφωνία. Η συμβολική αξία μιας τέτοιας συμφωνίας (χωρίς να παραγνωρίζεται και η πραγματική της σημασία), στάθηκε πιο δυνατή από τις ιδεολογικές βάσεις που συγκροτούσαν τα κόμματα.

Το Μνημόνιο απέκτησε έτσι μία νοηματοδότηση ανάλογη με γεγονότα που σημάδεψαν τη χώρα στο παρελθόν και δημιούργησαν νέους πολιτικούς διαχωρισμούς, όπως ήταν η υπόθεση της ‘Αποστασίας’ και η αντιπαλότητα σχετικά με την πολεμική ανάμειξη της χώρας στο πλευρό των Δυνάμεων της Αντάντ. Και αυτό γιατί η σπουδαιότητα που του αποδόθηκε, πέρα από τις οικονομικές του διαστάσεις, συμπεριέλαβε και εθνικά θέματα, ζητήματα διεθνούς εξάρτησης, ερωτήματα σχετικά με το ‘που ανήκομεν’ – στην Ανατολή, στη Δύση ή και κάπου αλλού. Επανήλθαν έτσι τα υπαρξιακά ερωτήματα που είχαμε ξεχάσει όσο ζούσαμε το νέο ελληνικό όνειρο μιας ψεύτικης ευδαιμονίας.

Και ενώ εντός των ίδιων πολιτικών σχηματισμών συνωστίζονταν συχνά ετερόκλητες ομάδες (ευρωπαϊστές - αντιευρωπαϊστές, παραδοσιακοί-εκσυγχρονιστές…), η σημασία αυτών των ερωτημάτων και η επαναφορά τους στο προσκήνιο επαναπροσδιόρισε τις πολιτικές διαιρέσεις. Μόνο το ΚΚΕ, χάρη στη μονολιθική του ιδεολογία, δεν υπέστη παρόμοιες αναταράξεις. Αντίθετα, τα δύο μεγάλα κόμματα έχασαν περίπου 50 βουλευτές συνολικά κατά την ψήφιση των δύο δανειακών συμβάσεων. Κάποιοι από το ΠΑ.ΣΟ.Κ., που δεν ταίριαζαν με το εκσυγχρονιστικό προφίλ αυτών που έμειναν πίσω, ετοιμάζουν νέο κόμμα. Η Μπακογιάννη και ο Καμμένος ήδη έφτιαξαν από ένα, αφού διαγράφηκαν από τη Ν.Δ. (η Ντόρα γιατί ψήφισε το πρώτο Μνημόνιο και ο Καμμένος γιατί δεν ψήφισε το δεύτερο!). Το Μνημόνιο λειτούργησε αποκαλυπτικά: δε μπορούσαν πια να συνυπάρχουν κάτω από την ίδια στέγη μία πολιτικός με νεοφιλελεύθερες αποχρώσεις και ένας άλλος με εθνικιστικές καταβολές, ειδικά μετά από τον εθνικά μειοδοτικό χαρακτήρα που αποδόθηκε στη μνημονιακή πολιτική.

Ανάλογη η κατάσταση και στα μικρότερα κόμματα. Η προσπάθεια του Καρατζαφέρη να ‘περάσει’ μια συνεκτική εικόνα του ΛΑ.Ο.Σ. αποσύροντας μαζικά από την κυβέρνηση τα στελέχη του Βορίδη, Γεωργιάδη, Γεωργίου και Ροντούλη, διαλύθηκε κατά την ψηφοφορία του Μνημονίου ΙΙ: οι δύο πρώτοι το ψήφισαν, παρέμειναν στην κυβέρνηση και προσχώρησαν στη Ν.Δ.. Αλλά και ο χώρος της λεγόμενης ανανεωτικής αριστεράς υπέστη πολλές διαιρέσεις. Ενώ η πιο ‘ευρωπαϊκή’ της τάση αποσχίσθηκε από τον Συνασπισμό (με την εξαίρεση του Παπαδημούλη) συγκροτώντας τη ΔΗΜ.ΑΡ., στη συνέχεια στελέχη της τελευταίας όπως η Βάσω Κιντή αποχώρησαν με αφορμή την τακτική του κόμματος να μη στηρίξει την κυβέρνηση Παπαδήμου, στόχος της οποίας ήταν ακριβώς η υπογραφή της νέας δανειακής σύμβασης.

Ο δεύτερος παράγοντας που ευνόησε την ίδρυση νέων σχηματισμών ήταν η πλήρης αποσάθρωση του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα. Είχε δημιουργηθεί, κατά κάποιον τρόπο, ένα κενό εξουσίας. Αυτό έγινε προφανές από πολλές απόψεις, όπως ήταν η διαρκής αδυναμία των πολιτικών αρχών να διαχειριστούν μικρά ή μεγάλα θέματα, η ανικανότητά τους να αντιμετωπίσουν την κρίση, η δυνατότητά τους να επιβάλουν τους επίσημους ελεγκτικούς μηχανισμούς, αλλά και η δυσκολία τους να ελέγξουν τη δραστηριότητα κάθε λογής ομάδων που λειτουργούν ως κράτος εν κράτει . Δεν είμαι σίγουρος ότι, με την ίδρυση νέων κομμάτων, οι πολίτες ελπίζουν σε μια αλλαγή του γενικότερου πολιτικού προσανατολισμού της χώρας (ευρωπαϊκή προοπτική, αστική δημοκρατία, οικονομία της αγοράς), όπως υποστηρίζουν κάποιοι στις παρυφές του συστήματος. Πιο πιθανή μου φαίνεται η εξήγηση ότι το εκλογικό σώμα αναζητά μια δυνατότητα να γεμίσει το κενό εξουσίας με πολιτικές δυνάμεις, που δε θα αποκλίνουν από τις βασικές κατευθύνσεις αυτού του προσανατολισμού, αλλά θα οδηγήσουν τη χώρα εκεί με έναν πιο συντεταγμένο και αδιάφθορο τρόπο.

Θα δουλέψει; Δύσκολο να πεις. Ο καιρός θα δείξει εάν φταίει η συνταγή ή τα σκάρτα υλικά.

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ