Health & Fitness

Το τρέξιμο είναι να μοιράζεσαι

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
345023-716887.jpg

Πριν από μερικά χρόνια μιλούσα με έναν γνωστό μου γιατρό ο οποίος είχε μόλις αρχίσει να περπατάει κάθε μέρα, για μισή ώρα, στο διάδρομο. Ήταν πολύ ευχαριστημένος, ο λόγος που επικαλέστηκε όμως με παραξένεψε. «Είναι η πρώτη φορά, μου είπε, που κάνω κάτι αποκλειστικά για τον εαυτό μου»

Εξέφρασε με λόγια κάτι που ομολογώ με απασχολούσε καιρό: το τρέξιμο, από μόνο του,  είναι μια κατεξοχήν εγωιστική δραστηριότητα. Κάθε φορά που έβγαινα μια ώρα να τρέξω αισθανόμουνα τύψεις ότι στερούσα αυτή την ώρα από τον γιό μου. Έλεγα μέσα μου ότι εκείνη την ώρα θα μπορούσα να κάνω κάτι δημιουργικό, κάτι επωφελές κοινωνικά, επαγγελματικά ή οικογενειακά. Ξέρω ότι υπάρχει αντίλογος, ότι είναι μια αμφιλεγόμενη άποψη, ίσως το συζητήσουμε μια άλλη φορά. Όμως είναι πεπεισμένος ότι πολλοί δρομείς νιώθουν το ίδιο.

Η αντίδραση μου τότε ήταν να αναζητήσω έναν κοινωνικά αποδεκτό σκοπό για το τρέξιμο. Μπήκα έτσι στην ομάδα της «Φλόγας», της οργάνωσης των γονιών για παιδιά με καρκίνο, μιας οργάνωσης που έχει κάνει θαύματα με ελάχιστα μέσα. Σε όλους τους αγώνες, φυσικά και στον Όλυμπο, εκεί που η φόρμα συμμετοχής γράφει ομάδα συμπληρώνω «Φλόγα» με την αίσθηση ή την ψευδαίσθηση αν θέλετε ότι δίνω κάτι πίσω από όσα παίρνω. Το ίδιο και φαντάζομαι λίγο πολύ  με τα ίδια κίνητρα, κάνουν εκατομμύρια δρομείς σε όλο τον κόσμο. Όταν τρέχεις σε έναν μαραθώνιο μπορείς να περάσεις ολόκληρη την διαδρομή διαβάζοντας μπλούζες με αναφορές σε κάποιον κοινωνικό σκοπό. Τις περισσότερες τις κοιτάς τυπικά, κάποιες, αφιερωμένες συνήθως σε πρόσωπα, είναι τόσο συγκινητικές που δεν μπορεί να τις ξεχάσεις.  Οι περισσότερες διοργανώσεις άλλωστε έχουν κάποιον φιλανθρωπικό στόχο.

Έχει ενδιαφέρον πώς μέσα από τους αγώνες, μια μοναχική κατ’ αρχήν δραστηριότητα, κοινωνικοποιείται και μάλιστα με τους δικούς της όρους, πολύ διαφορετικούς από την καθημερινότητά μας. Στην δρομική κοινότητα ο καθένας από μας βγαίνει από το στενό επαγγελματικό ή  κοινωνικό του περιβάλλον και δημιουργεί νέες σχέσεις με έντονα στοιχεία αλληλεγγύης και εμπιστοσύνης. Προσωπικά έχω γνωρίσει εξαιρετικούς φίλους και φίλες με τους οποίους δύσκολα θα είχαμε συναντηθεί. Έχει γίνει η ζωή μου πολύ πιο πλούσια. Κι ένα μυστικό: έχω την εντύπωση, και το λέω με πολλές επιφυλάξεις, ότι οι δρομείς είναι πιο ήρεμοι άνθρωποι, ίσως επειδή στο τρέξιμο αποφορτίζονται.

Ένας από αυτούς τους φίλους είναι ο Παύλος Διακουμάκος. Γνωριστήκαμε στη «Φλόγα» και από την πρώτη στιγμή με εντυπωσίασε από την διάθεση του για προσφορά. Από το να βοηθήσει τους πρωτάρηδες δρομείς, καλή ώρα, μέχρι να οργανώσει την ομάδα, να βρει χορηγό για την φανέλα  και να επιμεληθεί μαζί με την Ζίνια, των επισκέψεων στον ξενώνα που διατηρεί η Φλόγα για γονείς και παιδιά που ακολουθούν θεραπεία. Κι αυτά ενώ μας εντυπωσίαζε με τις επιδόσεις του. Ξεκίνησε καπνιστής και υπέρβαρος- μετά τον πρώτο του αγώνα, λέει, έψαχνε γωνιά για να κάνει το τσιγάρο του. Κι έφτασε να κάνει χρόνο 3:16 στο μαραθώνιο και να τρέχει υπεραποστάσεις των 100 και 140 χιλιομέτρων! Παράλληλα άρχισε να διοργανώνει ο ίδιος αγώνες, ο πιο γνωστός ίσως στον τόπο καταγωγής του στο Βαλτεσίνικο Αρκαδίας, το «Μονοπάτι Αρκάδων Ποιμένων», τα έσοδα από τον οποίο πάνε στην Φλόγα. Δεν έμεινε σε αυτά όμως. Εδώ και κάποια χρόνια έγινε συνοδός του τυφλού παραολυμπιονίκη Στέργιου Σιούτη, ο οποίος στα 33 χρόνια της αθλητικής του διαδρομής έχει πάρει μέρος σε 34 μαραθώνιους και σε εκατοντάδες άλλους με μικρότερες διαδρομές. Συναντήθηκαν λίγο τυχαία σε έναν αγώνα για το μπλόκο της Καλογρέζας όπου ο Στέργιος δεν είχε συνοδό. Ο διοργανωτής του αγώνα Μάνος Τσαγκαράκης πρότεινε στον Παύλο να τον συνοδεύσει «και από τότε, λέει ο Στέργιος, είμαστε φίλοι». Το να τρέχεις συνέχεια μαζί με έναν συναθλητή σου και να είσαι τα μάτια του για τόσες ώρες είναι φυσικό να δημιουργεί μια ιδιαίτερη σχέση. Για μένα λέει ο Παύλος ήταν κάτι το πρωτόγνωρο. Να τρέχεις «όχι για σένα ή για μια διάκριση αλλά να τρέχεις και να βιώνεις το συναίσθημα της χαράς ενός φίλου». Η εμπειρία ήταν τόσο έντονη που μετά τον αγώνα το πρώτο που ήθελε ήταν «να μοιραστώ τα συναισθήματά μου με την οικογένειά μου».

Ο Παύλος και ο Στέργιος έχουν τερματίσει μαζί σε πολλούς αγώνες, ανάμεσά τους στη Θεσσαλονίκη με χρόνο κάτω από 4 ώρες και στον κλασσικό μαραθώνιο της Αθήνας. «Με τον Παύλο, λέει ο Στέργιος εκτός από την χαρά του τρεξίματος μοιραζόμαστε και συζητήσεις». Συζητήσεις στις οποίες εκτός από την επικαιρότητα μπαίνουν και σε πιο υπαρξιακά ζητήματα αλλά και σε ιδιαίτερες εμπειρίες όπως ήταν «το προσκύνημά μας στο Άγιο Όρος». Αναρωτιέμαι αν θα μπορούσε να είναι αλλιώς σε μια τόσο ιδιαίτερη σχέση.

«Μέσα από την αγάπη για το τρέξιμο, λέει ο Παύλος, τελικά μπορείς να κάνεις τόσα πολλά πράγματα που πραγματικά σε κάνουν και αισθάνεσαι ζωντανός κάθε στιγμή σε αυτό το μοναδικό ταξίδι αλλά πάνω απ΄όλα ελεύθερος. Να βιώνεις την ελευθερία αλλά και την μοναδικότητα γι’ αυτό που κάνεις αλλά παράλληλα να μπορείς να μοιράζεσαι και την αγάπη σου, αντίδωρο εκεί που υπάρχει ανάγκη». Και ίσως αυτό το αντίδωρο να είναι που μπορεί να κάνει το τρέξιμο μια ακόμα πιο δυνατή εμπειρία.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ