Design & Αρχιτεκτονικη

Metropolis: Κάθε μεγαλούπολη δεν είναι η μητρόπολη

Η μεγαλούπολη είναι μια οντότητα ποσοτική, η μητρόπολη ποιοτική

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 07
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
36956-79907.jpg

Kάθε μεγαλούπολη δεν είναι η μητρόπολη. Σύμφωνα με τα περιοριστικά κριτήρια του Έντμουντ Γουάιτ, μεγαλούπολη είναι το άστυ όπου υπάρχουν μαύροι, ομοφυλόφιλοι, ψηλά κτίρια και όπου μπορείς να ξενυχτήσεις 365 φορές τον χρόνο. Αντίθετα από ό,τι πιστεύει ο Έντμουντ Γουάιτ, ότι δηλαδή μεγαλουπόλεις είναι μόνον η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και το Παρίσι, τα παραπάνω κριτήρια ικανοποιούν, μεταξύ άλλων, το κεντρικό Λος Άντζελες, η Αθήνα, το Σικάγο, ακόμα και η Βαρκελώνη, και η Θεσσαλονίκη που είναι πληθυσμιακά μικρές. Όχι: οι μεγαλουπόλεις δεν είναι αναγκαστικά μητροπόλεις.

Στον σύγχρονο κόσμο η λέξη «μητρόπολη» έχει χάσει την έννοια που είχε στην αρχαιότητα και στις διαδοχικές εποχές της αποικιοκρατίας: η Βαβυλώνα και η Καρχηδόνα δεν υπάρχουν πια· η Κωνσταντινούπολη (και αργότερα η Ισταμπούλ), η Ρώμη, η Δαμασκός, η Μπενάρες, η Ιερουσαλήμ δεν είναι πια μητέρες-πόλεις, ακόμη κι αν αποτελούν διοικητικά, εκκλησιαστικά και πολιτιστικά κέντρα ως προς μια δεδομένη «περιφέρεια». Ούτε προσφέρουν (ή επιβάλλουν) τη μητροπολιτική ζωή ως αντίθεση στην αγροτική/επαρχιακή.

Με το πέρασμα του χρόνου, η μητρόπολη ταυτίστηκε με την «παγκόσμια πόλη» όπου ρυθμίζονται κοινωνικο-οικονομικά και πολιτισμικά ζητήματα και στην οποία αναδύονται καινούργια κοινωνικά φαινόμενα. Αν τον 19ο αιώνα το Λονδίνο υπήρξε η πρώτη μοντέρνα μητρόπολη, που ήταν συγχρόνως «παγκόσμια πόλη» εφ’ όσον στο κέντρο της παλλόταν η βρετανική αυτοκρατορία, στη διάρκεια του 20ού αιώνα σημειώθηκαν πολιτικές και πολεοδομικές ανατροπές που, αλλάζοντας τη φυσιογνωμία των πόλεων, προκάλεσαν τη δημιουργία νέων όρων σχετικών με το άστυ.

Για παράδειγμα: άλλο «μητροπολιτική περιοχή» και άλλο «μητρόπολη». Μητροπολιτική περιοχή είναι ο κατοικημένος χώρος των μεγάλων πόλεων, δηλαδή των οικισμών με πληθυσμό πάνω από ένα εκατομμύριο για τον Καναδά, πάνω από τέσσερα εκατομμύρια για την Ινδία. Με αυτή την έννοια το Τορόντο και το Δελχί, αλλά και η Βιέννη, η Τυφλίδα, η Πράγα, η Τασκένδη συνιστούν μητροπολιτικές περιοχές· πέρα από τα σύνορά τους εκτείνονται λιβάδια, βοσκοτόπια, στέπες, έρημοι· αν διανύσει κανείς απόσταση πενήντα χιλιομέτρων θα βρεθεί σε χωριά. (Χωριό = κατοικημένη περιοχή με πληθυσμό μικρότερο των δύο χιλιάδων κατοίκων όπου δεν υπάρχει μαύρη κοινότητα, όπου οι ομοφυλόφιλοι απουσιάζουν ή είναι δακτυλοδεικτούμενοι κι όπου αν πεινάσεις στις τρεις το πρωί πρέπει να τα βγάλεις πέρα μοναχός σου).

n

Ο όρος «μητροπολιτική περιοχή» χρησιμεύει στο να διακρίνουμε την πόλη από το χωριό: σε χώρες όπου το «χωριό» έχει εκλείψει, όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες, ως μητροπολιτική περιοχή θεωρείται οποιοσδήποτε σχηματισμός άνω των 50.000 κατοίκων: πρόκειται ωστόσο για έναν διοικητικό κανονισμό χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο· σύμφωνα με την αμερικανική νομοθεσία οι αμερικανικές μικρές πόλεις αποκτούν τον χαρακτηρισμό “town” και καταγράφονται στον οδικό άτλαντα μόνον όταν διαθέτουν ταχυδρομείο.

Rewind στην ιστορία: οι μπολσεβίκοι επιζητούσαν και υπόσχονταν την καταστροφή των χωριών και την αντικατάστασή τους από μικρές –ή ακόμα καλύτερα– μεσαίες πόλεις. Ώστε οι κάτοικοι να βρίσκονται κοντά στους τόπους παραγωγής –εργοστάσια, γη, γραφεία– και συγχρόνως να απολαμβάνουν τη ζωή του άστεως: ανωνυμία/ελευθερία, επιλογές· πρόσβαση στην παιδεία, τον πολιτισμό, την περίθαλψη και την ψυχαγωγία.

n

Δεν είναι η μοναδική υπόσχεση που δεν κατάφεραν να τηρήσουν οι μπολσεβίκοι, έθεσαν όμως μια καινούργια αξία: η διαφορά ανάμεσα στην πόλη και το χωριό πρέπει να καταργηθεί· τα χωριά πρέπει να συνενωθούν και να τροποποιηθούν έτσι ώστε να προσφέρουν «αστική», αν όχι «μητροπολιτική» ζωή. Η ανθρώπινη ζωή μπορεί να αποκτήσει μεγαλύτερο ενδιαφέρον· παραξένεμα· οπτικές και απτικές εμπειρίες· ταχύτητα· ποικιλία.

Πόλεις που προσφέρουν «αστική» ζωή υπάρχουν πολλές: η Φρανκφούρτη, το Σαν Φρανσίσκο, η Τζακάρτα, το Γιοχάνεσμπουργκ. Η αρχιτεκτονική τους καταδεικνύει μια διαρκή εναλλαγή με την εμπειρία· η ατμόσφαιρα δονείται· τα μνημεία του πρόσφατου παρελθόντος συνυπάρχουν με τις προκλήσεις του μέλλοντος· η καθημερινότητα είναι πολύπλοκη· όλα μοιάζουν ηλεκτρικά –plugged in– και εν κινήσει. Τι είναι όμως εκείνο που κάνει την αστική ζωή «μητροπολιτική»; Το χρηματιστήριο; Η αγορά; Τα τυχερά παιχνίδια; Τα πλήθη; Η πολιτική δύναμη; Οι επικοινωνίες;

n

Όλα αυτά μαζί και ταυτοχρόνως· επιπλέον η τέχνη, οι τεχνικές, η τεχνολογία, τα πειράματα στον τρόπο της ζωής. Και πάλι δεν είναι αρκετά: το Ντένβερ του Κολοράντο διαθέτει σχεδόν όλα τα παραπάνω – κι ακόμα περισσότερα: ουρανοξύστες, ψηφιακές διαφημίσεις και γκραφίτι – αλλά δεν είναι μητρόπολη. Δεν είναι καν μεγαλούπολη: από ορισμένες πλευρές δεν είναι παρά μια επαρχιακή πόλη, μια μεγαλούπολη-βλαχαδερό. Η Χάγη αποτελεί κέντρο ισχύος του δυτικού κόσμου, αλλά δεν είναι μητρόπολη, δεν είναι καν μεγαλούπολη. Μήπως ως μητρόπολη νοείται μόνον η πόλη με μετρό, ξενοδοχεία με την ώρα, τουρισμό, μετανάστες; Μήπως η ύπαρξη Chinatown αρκεί ώστε να χαρακτηριστεί μια πόλη «μητρόπολη»;

Οσο για τις πόλεις του Τρίτου Κόσμου –Σεούλ, Σάο Πάολο, Σαγκάη– είναι «μελίσσια», είναι μεγαλουπόλεις, αλλά δεν είναι μητροπόλεις. Ακόμα και οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες –η Στοκχόλμη, το Δουβλίνο, η Βαρσοβία– δεν είναι μητροπόλεις. Είναι μεγαλουπόλεις, αν και όχι με τα κριτήρια του Έντμουντ Γουάιτ, στα οποία θα έπρεπε να προστεθεί: μεγαλούπολη είναι η πόλη όπου συμβαίνουν one night stands, όπου υπάρχει τυχαίο σεξ και τυχαίος κίνδυνος· όπου μπορείς να διαφέρεις από την πλειονότητα κι όπου έχεις δικαίωμα στη μοναξιά· και όπου στην ερώτηση «τι συμβαίνει;» μπορείς να απαντήσεις «πολλά». (Χωριό ή μικρή πόλη = τόπος όπου «δεν συμβαίνει ποτέ τίποτα»).

n

Ποιες πόλεις απομένουν που να διεκδικούν την ιδιότητα της μητρόπολης; Η Νέα Υόρκη αναμφισβήτητα, μολονότι πολλές καθοριστικές αποφάσεις λαμβάνονται στην Ουάσινγκτον· το Παρίσι και το Βερολίνο διότι εκεί δημιουργούνται πολιτικές και καλλιτεχνικές πρωτοπορίες· από μιαν άποψη, μητρόπολη είναι, παρά το μικρό του μέγεθος, το Άμστερνταμ: φυτώριο νόμων του μέλλοντος, χώρος σχετικής ελευθερίας· αν συγκρίνουμε το Άμστερνταμ με το Κολόμπους του Οχάιο –που έχει τον ίδιο πληθυσμό: γύρω στις 750.000– προκύπτει ότι η ιστορία, το υπόβαθρο, μιας πόλης είναι σημαντικότερη από το μέγεθός της.

Η ζωντανή ιστορία: Άμστερνταμ, Βερολίνο, Σαν Φρανσίσκο· όχι η νεκρή ιστορία: Έφεσος, Βαγδάτη, Αθήνα· η ιστορία που συνδέεται με το παρόν, ή ακόμα περισσότερο με το μέλλον. Καθώς και με τη γεωγραφία, με τον πυρήνα ενός τμήματος του κόσμου: αν η Νέα Υόρκη είναι μητρόπολη για ευνόητους λόγους, άλλο τόσο είναι το Τόκιο, η ευρύτερη αστική συνέχεια στον πλανήτη, ένα πρόπλασμα «ηπειρόπολης» που μοιάζει με την πρωτεύουσα του Τρίτου Κόσμου χωρίς να αποτελεί μέρος του Τρίτου Κόσμου.

n

Οι λιγοστές μητροπόλεις συγχέονται πράγματι με τις μεγαλουπόλεις που επεκτείνονται με πλοκάμια σαν του χταποδιού: το Χονγκ-Κονγκ (6,9 εκατομμύρια κάτοικοι· η μεγαλύτερη πυκνότητα ουρανοξυστών στον κόσμο· μια από τις δέκα μεγαλύτερες cyber-cities)· τη Σιγκαπούρη (3,8 εκατομμύρια)· το Σίντνεϊ (4,2 εκατομμύρια· ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια)· το συσσωμάτωμα Ντάλας-Φορτ Γουέρθ στο Τέξας (5,9 εκατομμύρια καταμεσής στα πετρελαιοχώραφα). Παρ’ όλ’ αυτά, μπορεί κανείς να διακρίνει μια μητρόπολη από μια μεγαλούπολη όταν τη δει και την ακούσει: στη μητρόπολη γεννιέται, κατά κάποιον τρόπο, ο πολιτισμός· σχηματίζεται η ανθρώπινη φυσιογνωμία, οι νόμοι και τα ήθη.

Η μεγαλούπολη είναι μια οντότητα ποσοτική (πόσος πληθυσμός; Πόση κτιριακή πυκνότητα; Πόσα λιμάνια; Πόσα αεροδρόμια; Πόσα υπέργεια και υπόγεια δίκτυα;)· η μητρόπολη είναι ποιοτική: ποιος είναι ο ρόλος της στον παγκόσμιο κοινωνικό ιστό; Ποιος είναι ο αντίκτυπός της στον υπόλοιπο κόσμο; Αν υπάρχουν απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα, υπάρχουν μητροπόλεις· αν υπάρχουν πολίτες “in motion” που να φτιάχνουν καινούργια ήθη, καινούργιες γλώσσες, τέχνες και επιστήμες, υπάρχουν μητροπολιτικά πλάσματα, νομάδες όλων των φυλών που συναντούν τον κόσμο και που ο κόσμος συναντάει.

n

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ