Κινηματογραφος

Κριτική για τις νέες ταινίες της εβδομάδας

324257-668306.jpg
Κωνσταντίνος Καϊμάκης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
356009-737768.jpg

Οι πειρατές της Καραϊβικής - Η εκδίκηση του Σαλαζάρ (*½) (Pirates of the Caribbean- Salazar’s revenge)

Σκηνοθεσία: Γιοακίμ Ρένινγκ, Έσπεν Σάντμπεργκ

Παίζουν: Τζόνι Ντεπ, Τζέφρι Ρας, Χαβιέ Μπαρδέμ, Ορλάντο Μπλουμ, Κάγια Σκοντελάριο

Ο Τζακ Σπάροου και ό,τι απέμεινε από το πλήρωμά του επιχειρούν τη ληστεία ενός στεριανού θησαυροφυλάκιου με κωμικοτραγικά φυσικά αποτελέσματα (η ληστεία πετυχαίνει αλλά η λεία τους έχει διασκορπιστεί σε όλο το νησί) την ίδια ώρα που ένας θανάσιμος εχθρός του από τα παλιά έρχεται από τον Κάτω Κόσμο για να τον εκδικηθεί...

Έχοντας φτάσει στο νούμερο πέντε του περίφημου πειρατικού saga που σκόρπισε τα ρεκόρ στα ταμεία και μετέτρεψε τον πάλαι ποτέ εναλλακτικό πρωταγωνιστή του Τιμ Μπέρτον σε απόλυτο σταρ (μέχρι και υποψηφιότητα για Όσκαρ ως Τζακ Σπάροου απέσπασε ο Τζόνι Ντεπ), οι νέοι «Πειρατές» λογικά δεν έχουν να προσφέρουν κάτι νέο στη μυθολογία τους. Το ψαχνό στην κατασκευή της ιστορίας έχει να κάνει με το παρελθόν του ήρωα, τον οποίο για πρώτη φορά βλέπουμε ως νέο και αυθάδη πειρατή από τα γεννοφάσκια του, που οδηγεί στην καταστροφή τον κυβερνήτη ενός ισπανικού πλοίου. Όλα αυτά ακούγονται και αποτυπώνονται εντελώς προβλέψιμα και σχηματικά. Είναι όμως σε τόσο υψηλό επίπεδο παραγωγής το know how της σειράς, ώστε οι παραγωγοί της δεν χρειάζονται κάποιο γνωστό όνομα πίσω από την κάμερα. Οι άγνωστοι Γιοακίμ Ρένινγκ, Έσπεν Σάντμπεργκ διαδέχονται σκηνοθέτες-ονόματα όπως τον Γκορ Βερμπίνσκι των τριών πρώτων φιλμ ή του Ρομπ Μάρσαλ του προηγούμενου – και αρκούνται στην αντιγραφή ενός καλοκουρδισμένου και αρκούντως ψυχαγωγικού θεάματος, που μάλλον θα ικανοποιήσει εκείνους που ακόμη δηλώνουν φαν του τυχοδιώκτη slapstick πειρατή που θυμίζει περισσότερο καρτούν παρά ανθρώπινο χαρακτήρα. Η αίσθηση του παραμυθιού είναι φυσικά διάχυτη (μαζί με εκείνη της επανάληψης) σε όλη τη διάρκεια του φιλμ. Δράση αμείωτη, χιούμορ που επιδιώκει να κρατήσει από κοντά και το παιδικό κοινό αλλά και τους ενήλικες (η σκηνή της διάσωσης της Καρίνα από την αγχόνη είναι δοσμένη με σεξουαλικά υπονοούμενα) καθώς και μια ιδιαίτερη έμφαση στο κομμάτι του τρόμου με τον αποτελεσματικά ανατριχιαστικό Χαβιέ Μπαρδέμ ως Σαλαζάρ να πετυχαίνει διάνα στο σκιτσάρισμα ενός κακού που κάνει ακόμη και τον καπετάν Μπαρμπόζα να μοιάζει με... γατάκι. Ο τελευταίος, υποδυόμενος εκ νέου από τον Τζέφρι Ρας, είναι ο μόνος χαρακτήρας του φιλμ που δείχνει να εξελίσσεται. Οι ανησυχίες μας πάντως έχουν να κάνουν με την πρόθεση των παραγωγών να συνεχίσουν πιθανότατα και στη δημιουργία επιπλέον περιπετειών της σειράς –που αρχίζει να παρουσιάζει έντονα σημάδια κούρασης– εισάγοντας νέους χαρακτήρες στην πλοκή. Κάτι τέτοιο μπορεί να είναι άκρως επικερδές για εκείνους αλλά εμπεριέχει και το στοιχείο του υψηλού ρίσκου που μπορεί (αναλόγως και τι θα δείξει η τωρινή αντίδραση των θεατών) να έχει καταστροφικά αποτελέσματα στα ταμεία και να στείλει οριστικά στα Τάρταρα τον Σπάροου και την παρέα του με κατάρες και μάγια που δεν θα μπορούν να λυθούν ούτε από την πιο καπάτσα μάγισσα της Καραϊβικής!


Σουβενίρ (** ½ ) (Souvenir)

Σκηνοθεσία: Μπαβό Ντεφίρν

Παίζουν: Ιζαμπέλ Ιπέρ, Κεβίν Αζέ, Γιόχαν Λεϊσέν

Μεσήλικη τραγουδίστρια που κάποτε παρολίγο να κερδίσει στη Eurovision αλλά έχασε τη νίκη από τους ABBA και το «Waterloo», εργάζεται σε μικρή βιοτεχνία τροφίμων άγνωστη μεταξύ αγνώστων. Ώσπου ένας 20χρονος συνάδελφός της την αναγνωρίζει.

Κάτι πάει να πει η ταινία γύρω από το ατομικό όνειρο, το τίμημα της επιτυχίας και τον έρωτα που δεν γνωρίζει ηλικιακές διαφορές αλλά αδυνατεί να αρθρώσει ένα πειστικό και «ερεθιστικό» λόγο γύρω από μια ιστορία που εύκολα παραδίδει τα όπλα στις συμβάσεις και την προβλέψιμη εξέλιξη. Στην πραγματικότητα το φιλμ λειτουργεί μια χαρά μέχρι τη μέση του. Όσο το μυστήριο της ταυτότητας της πρωταγωνίστριας παραμένει αδιάλυτο και η αμηχανία των κινήσεων στο συναπάντημα των δύο μετέπειτα εραστών διαθέτει τρυφερότητα και ειλικρίνεια, η ταινία ενδιαφέρει το θεατή. Με το που οι ήρωες βλέπουν φως στο τούνελ και η σχέση τους σφραγίζεται με ένα όμορφο και αθώο love story, αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση που θέλει τον περίγυρο (οι προστατευτικοί γονείς, ο αδιάκριτος φίλος, το επαγγελματικό περιβάλλον) να δείχνει τα απειλητικά δόντια και την καταστροφική επιρροή του. Η Ιπέρ δεν έχει καμιά απολύτως δυσκολία με το ρόλο της: είναι όπως πάντα αέρινη, «ψυχρή» μα και απέραντα συγκινητική στις μικρές ρωγμές του ανέκφραστου προσώπου της.


Το δείπνο (**) (The dinner)

Σκηνοθεσία: Όρεν Μόβερμαν

Παίζουν: Ρίτσαρντ Γκιρ, Ρεμπέκα Χολ, Λόρα Λίνεϊ, Στιβ Κούγκαν, Κλοέ Σεβινί.

Δύο παντρεμένα ζευγάρια βγαίνουν για φαγητό σε κυριλέ εστιατόριο. Συζητάνε για διάφορα τετριμμένα ζητήματα (δουλειά, διακοπές, πρόσφατες ταινίες κ.λπ.) αλλά όλα αυτά είναι προπέτασμα καπνού που καλύπτει τη βαθύτερη αγωνία και απογοήτευσή τους γύρω από ένα έγκλημα που έχουν διαπράξει οι δεκαπεντάχρονοι γιοι τους.

Χλιαρή διασκευή μιας πρόσφατης ιταλικής ταινίας («Τα δικά μας παιδιά») με θεατρικό στιλιζάρισμα και αρκετή αμπελοφιλοσοφία που επιχειρεί να σπάσει τη φλυαρία της με τα δραματικά φλας μπακ από τη ζωή –αλλά και τα ανταγωνιστικά βέλη– των δύο αδελφών που υποδύονται οι Γκιρ και Κούγκαν. Το κέντρο βάρους του φιλμ είναι αυτή ακριβώς η αδελφική σχέση που προσδίδει μια ηθικοπλαστική χροιά γύρω από το αληθινό ερώτημα του Χέρμαν Κος (το σενάριο αποτελεί διασκευή του best seller του) που είναι ένα: «Μέχρι πού θα φτάνατε προκειμένου να προστατεύσετε τα παιδιά σας;». Η πολιτική θέση του φιλμ παρουσιάζει αμφισημία (κάποια στιγμή ο καριερίστας πολιτικός που υποδύεται ο Γκιρ «απειλεί» να αποκαλύψει την αλήθεια στα ΜΜΕ) αλλά και δυστοκία ως προς τα επιμέρους ερωτήματα που γεννιούνται από τη βίαιη πράξη των 15χρονων που καίνε ζωντανή μια άστεγη. Επιπροσθέτως, ο σκηνοθέτης αδυνατεί να σχεδιάσει έστω τα αίτια της συμπεριφοράς και της απάνθρωπης πράξης των εφήβων, αρκούμενος σε ένα εύκολο και σχηματικό αφορισμό των γονιών τους.


Chuck: Η ιστορία του πραγματικού Rocky Balboa (**) (Chuck)

Σκηνοθεσία: Φιλίπ Φαλαρντό

Παίζουν: Λιβ Σράιμπερ, Ελίζαμπεθ Μος, Ναόμι Γουότς

Η πραγματική ιστορία του Τσακ Ουέπνερ, ενός πυγμάχου και πωλητή αλκοολούχων ποτών από το Νιου Τζέρσεϊ, ο οποίος κατάφερε να αντέξει 15 γύρους στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Βαρέων Βαρών του 1975 εναντίον του διασημότερου μποξέρ όλων των εποχών, Μοχάμεντ Άλι, και αποτέλεσε την έμπνευση για τον Σταλόνε όταν έγραφε το σενάριο του «Ρόκι».

«Το Chuck: η Ιστορία του πραγματικού Rocky Balboa» δεν είναι μία ταινία για το box αλλά η δραματική ιστορία ενός ανθρώπου που βρισκόταν συνεχώς στις παρυφές του αμερικανικού ονείρου και φλέρταρε συνεχώς με τη μεγάλη επιτυχία. Η οποία όμως δεν ήρθε ποτέ βουλιάζοντάς τον στην απόγνωση και τη μοναξιά, έχοντας βέβαια ο ίδιος μεγάλο μερίδιο της ευθύνης για την «ατυχία» του. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή που του προτείνουν για τα δικαιώματα της ζωής του προκειμένου να γυρίσουν το «Ρόκι», ένα ποσό γύρω στα 75 χιλιάδες δολάρια ή ποσοστό επί των πωλήσεων του φιλμ. Φυσικά καταλαβαίνετε τι επέλεξε: το γρήγορο κι εύκολο χρήμα ενώ η ταινία θριάμβευσε στο box office και στα Oscar. Πάντως η ταινία, που μιλάει για την άνοδο και την πτώση ενός καθημερινού ανθρώπου, δεν γίνεται ποτέ συναρπαστική καθώς ακολουθεί το δρόμο της προβλέψιμης σινέ-βιογραφίας με όλα τα κλισέ σε παράταξη.


ΑΚΟΜΗ

Στο βραζιλιάνικο δράμα «Aquarius» (**) η επιστροφή της Σόνια Μπράγκα, σε μια ταινία που μιλά για τη σύγκρουση παρόντος-παρελθόντος μέσα από μια ιστορία αντίστασης (η ηρωίδα αρνείται να πουλήσει το σπίτι της σε πολυεθνική εταιρεία που στοχεύει να φτιάξει μεγάλο ξενοδοχείο στην ειδυλλιακή παραθαλάσσια περιοχή), είναι το άλφα και το ωμέγα του φιλμ.

»»» Το σχηματικό και τρυφερό «Polina: Χορός είναι η ζωή μου» (**) θα γοητεύσει κάθε λάτρη του χορού καθώς αφηγείται την προσπάθεια μιας νεαρής χορεύτριας του μπαλέτου να φτάσει στη διεθνή αναγνώριση.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ