Μυθιστορημα

Η ανάκριση

Το 1974 η γνωστή καλλιτέχνιδα Μαρίνα Αμπράμοβιτς σε μια performance στο Βελιγράδι κινδυνεύει πραγματικά. Σε ένα δωμάτιο και για 6 ώρες επιτρέπει στους θεατές να επέμβουν πάνω στο σώμα της με όργανα βασανισμού που τους παρέχει η ίδια. Το κορμί της γίνεται εργαλείο έρωτα και μίσους. Η Αμπράμοβιτς είναι η σκοτεινή μούσα της «Ανάκρισης».

Η Μαρίνα, η οργισμένη ηρωίδα του βιβλίου, είναι επίσης performance artist. Μια νευρωτική τριαντάχρονη που πάσχει από κρίσεις ανορεξίας και βουλιμίας. Γεννημένος την ίδια χρονιά με την Αμπράμοβιτς ο πατέρας της, γιος αντάρτη που βασανίστηκε χρόνια με φυλακές και εξορίες, είναι παιδί της γενιάς του Πολυτεχνείου, γενιάς που σημαδεύτηκε από πολιτικές εντάσεις. Αριστερός όπως ο πατέρας του φυλακίστηκε και βασανίστηκε άγρια αλλά όταν τέλειωσε με όλα αυτά επέλεξε τη σιωπή. Αποσύρθηκε  στον κόσμο των βιβλίων και της κλασικής μουσικής, ένας παραιτημένος πενηντάρης, κλειστός κι εσωστρεφής.

Η Ανάκριση θα ήταν ένα μαύρο παραμύθι από τα σκοτεινά χρόνια στα κρατητήρια του ΕΑΤ-ΕΣΑ φτιαγμένο με μισόλογα και αποσιωπημένες ιστορίες, αν δεν υπήρχε η Μαρίνα. Η Μαρίνα- που δεν είχε καν γεννηθεί στη Χούντα - φλερτάρει άγρια με την ιδέα της ακρότητας και  μεταμορφώνει την ιστορία σ’ ένα μοντέρνο σκληρό ψυχολογικό θρίλερ.

Η κόρη αποκτά εμμονή με την ιδέα να σπάσει τη σιωπή του πατέρα. «Τι σου έκαναν τότε εκεί μέσα, μπαμπά; Βγάλ’ το από μέσα σου, μπαμπά…». Θέλει να τον εξαναγκάσει να της διηγηθεί τους εφιάλτες του, την εμπειρία του φόβου, των ψυχικών και σωματικών βιασμών που υπέστη στα κολαστήρια της Χούντας. Να τα αποκαλύψει όλα. Χρησιμοποιώντας όπως η ιέρειά της, η Αμπράμοβιτς, σαν πειραματόζωο τον ίδιο της τον εαυτό, με αρρωστημένη εμμονή πραγματοποιεί κάθε φορά που συναντιούνται μια ανατριχιαστική “performance” αφήνοντας μισάνοιχτη την πόρτα του δωματίου της. Τον υποχρεώνει να παρακολουθεί ό,τι τον στοιχειώνει· αίμα, βασανισμοί, ψυχολογική βία, εικονικοί θάνατοι. Του αρνείται το δικαίωμα στη σιωπή και τη λήθη.

Δύο διαφορετικές γενιές αναμετριώνται. Με λύσσα. Δύο διαφορετικές ηθικές συγκρούονται. Η μυθολογία της «γενιάς του Πολυτεχνείου» μέσα από τα μάτια της «γενιάς του κενού». Η Μαρίνα ειρωνεύεται τις παλιές αγάπες – ας τελειώνουμε επιτέλους με το στοιχειωμένο παρελθόν. «Πότε θα ξεφορτωθείς επιτέλους του Θοδωράκιδες, τους Λοΐζους, τους Μικρούτσικους και τους Σαββόπουλους, όλη την αριστερή σαβούρα του ’60 και του ’70, μπαμπά;», φωνάζει και μετά τον κατηγορεί που δεν υπήρξε «ηρωικός». Που ήταν μέσα στον αγώνα αλλά όχι αγωνιστής. Και περισσότερο που παραιτήθηκε, που επέλεξε αυτή τη «μαλακισμένη ηθικολογία των αριστερών, “μην παίρνεις αξιώματα, δεν κάνει, να μη φαίνεσαι, δεν κάνει”. Αυτή η υποκρισία. Η αρχιδιά αυτή που την αποκαλούνε “ποίηση της ήττας”».

Η ηρωίδα του Μ. θέλει να ξαναγράψει την Ιστορία με τους όρους που βάζει η γενιά της. Οι εμμονές των γονιών είναι αναχρονισμός, τα παιδιά αρνούνται το βαρύ καταπίστευμα του παρελθόντος. «Δεν περίμενα ότι το ίδιο μου το σπίτι θα γινόταν ΕΑΤ-ΕΣΑ». «Θα σε λυτρώσω, μπαμπά». «Με βασανίζεις, Μαρίνα». Μέσα από αυτή την επαναλαμβανόμενη άτυπη «ανάκριση» που υποβάλλει τον πατέρα, ο αναγνώστης παρακολουθεί συγκλονισμένος την οδυνηρή κάθοδο στα έγκατα της μνήμης, την επανασύνδεση με ένα παρελθόν απωθημένο, την έκρηξη. «Δεν οφείλω τον πόνο μου σε κανέναν. Ούτε στη Ρέα, ούτε στη Μαρίνα, ούτε στο κόμμα, ούτε στα αξιοθρήνητα συντρόφια, ούτε στο μαλάκα τον πατέρα μου. Να πάτε να γαμηθείτε. Μ’ ακούς;»

Οι «υπόγειες διαδρομές» του ενός μοιάζουν αδύνατον να συγχρωτιστούν με τις υπερβολές της σωματικής δράσης χωρίς όρια του άλλου. «Ένας άνθρωπος κάνει τέχνη κόβοντας φέτες το κορμί του; Τι να πω. Δεν ξέρω πια. Το λέω συνέχεια και στους παλιούς μου συντρόφους. Η εποχή μάς φτύνει, μας ξερνάει…».

Αυτό το βιβλίο είναι και πολιτικό, έχει ιστορία 10 και πλέον χρόνων. Όπως σημειώνει ο συγγραφέας του (γεννήθηκε το 1970 στο Κονγκό, σπούδασε αγγλική φιλολογία και πολιτικές επιστήμες, εργάζεται ως δημοσιογράφος, πρώτο βιβλίο το «Σώμα με σώμα», Πόλις 2005), ψάχνοντας στα βιβλιοπωλεία έπεσε πάνω σε 3 τόμους των πρακτικών της δίκης των βασανιστών της Χούντας και αργότερα σε ένα για τους Εσατζήδες. Η προσωπική εμμονή του και ατέλειωτες συζητήσεις με ανθρώπους που είχαν παρόμοιες εμπειρίες, τον οδήγησαν στη «Ανάκριση». Αυτή τη συγκλονιστική νουβέλα που συνταιριάζει ευφυώς δύο κόσμους, τον αλλόκοτο ψυχικό κόσμο της σύγχρονης και μοντέρνας ηρωίδας και τον καταχωνιασμένο κόσμο της πρόσφατης ταραγμένης ιστορίας μας.