28902-64239.jpg
Αστυνομικο

Το κορίτσι που εξαφανίστηκε

Όποιος/α διαβάσει το βιβλίο της Τζούλιαν Φλιν «Το κορίτσι που εξαφανίστηκε» (εκδ. Μεταίχμιο) και βρίσκεται σε μακροχρόνια σχέση/γάμο δύο λύσεις έχει: ή να μακελέψει το/τη σύντροφό του ή να καταλήξει πως θα περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους μαζί. Αν το κλείσει χωρίς να έχει πάρει καμία από τις δύο αποφάσεις είναι άξιος της μοίρας και της σχέσης του.

Θυμάστε την ταινία «Καλύτερα δεν γίνεται» και πιο συγκεκριμένα εκείνη την περιβόητη ατάκα που εκστομίζει ο (στριμμένος) Τζακ Νίκολσον στην Έλεν Χαντ «Σ’ αγαπώ γιατί με κάνεις καλύτερο άνθρωπο», ανεβάζοντας έτσι το ζάχαρο σε όλους τους ρομαντικούς θεατές; Ξεχάστε τη στα ροζ συρτάρια μαζί με τα Άρλεκιν. Η πραγματίστρια Φλιν την αντικαθιστά με τη φράση «Σ’ αγαπώ γιατί με αφήνεις να είμαι αυτός που είμαι». Διότι πιστεύει, πως ακόμα και αν πίσω από τη μάσκα κρύβεται ένας διάβολος, η σχέση είναι έντιμη. Εξάλλου μισεί αυτό που συμβαίνει σήμερα: «Οι περισσότεροι από εμάς που μεγάλωσαν με τηλεόραση, ταινίες και ίντερνετ, αν μας προδώσουν, ξέρουμε τι λέξεις να πούμε. Αν θέλουμε να κάνουμε τους ωραίους ή τους εξυπνάκηδες ή τους χαζούς, ξέρουμε τι λέξεις να πούμε. Όλοι δουλεύουμε με το ίδιο σενάριο, ένα σενάριο τόσο φθαρμένο που οι άκρες του έχουν γυρίσει προς τα μέσα».

Το πρωταγωνιστικό ζευγάρι (Έιμι και Νικ) δημιούργησε σχέση και γάμο πάνω στη λογική «πρέπει να είμαι αυτό που περιμένεις από εμένα να είμαι». Μέχρι που η Έιμι εξαφανίζεται αφήνοντας πίσω της ένα ημερολόγιο γάμου, τον Νικ ύποπτο για τη δολοφονία της και μια αμφιβολία για το ποιος είναι τι.

Η Φλιν στήνει την ιστορία χρησιμοποιώντας τον ενεστώτα του Νικ (όσα συμβαίνουν τώρα) και τον παρατατικό της Έιμι (μέσω των ημερολογίων της), υποχρεώνοντας, με τις αποκαλύψεις, τον αναγνώστη ν’ αλλάζει συνεχώς θέση –μία με τον ύποπτο, μία με την εξαφανισμένη. Το στόρι δείχνει να δικαιολογεί αυτό που είχε γράψει ο Μάρκαρης σ’ ένα από τα βιβλία του με τον αστυνόμο Χαρίτο. «Τα ζευγάρια περνούν τον πρώτο καιρό προσπαθώντας ο ένας να επιβληθεί στον άλλο και τον υπόλοιπο προσπαθώντας ο ένας να εκδικηθεί τον άλλο».

Αν και δομημένο στη λογική ενός καθαρόαιμου χιτσκοκικού σεναρίου, η… σύμπραξη των Στρίνμπεργκ και Ίψεν είναι εμφανής. Η σφαγή του ζευγαριού θυμίζει τα θεατρικά έργα τους, ενώ δεν λείπουν οι ψυχαναλυτικές αναλύσεις που τρέχουν στην παιδική ηλικία των ηρώων – μια τάση που ολοένα και περισσότερο χαρακτηρίζει την αμερικάνικη λογοτεχνία. (Ας μην παραβλέψουμε πως όσα συμβαίνουν, συμβαίνουν στην Αμερική της οικονομικής κατάρρευσης – γενεσιουργός αιτία για να σπάσουν προσωπικά και οικογενειακά αποστήματα.)

«Το κορίτσι που εξαφανίστηκε» δεν είναι μόνο ένα φοβερό ψυχαναλυτικό θρίλερ, αλλά και ένα εμβριθές εγχειρίδιο των διαπροσωπικών σχέσεων.

(Μτφ. Βάσια Τζανακάρη)