Βιβλιο

Ντάνιελ Κέλμαν

Ο διάσημος Γερμανός συγγραφέας μιλάει στην A.V.

27009-103916.jpg
Θοδωρής Γεωργακόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 469
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
60854-133428.jpg

O Ντάνιελ Κέλμαν είναι ένας από τους διασημότερους και πιο πετυχημένους σύγχρονους Γερμανούς συγγραφείς. Το βιβλίο του «Η μέτρηση του κόσμου» έχει πουλήσει 1,5 εκατομμύριο αντίτυπα και έχει μεταφραστεί σε 40 γλώσσες – κυκλοφορεί και στα ελληνικά από τον Καστανιώτη, όπως και τα υπόλοιπα τρία μυθιστορήματά του. Με αφορμή την κυκλοφορία του πιο πρόσφατου που λέγεται «F», ο Κέλμαν ήρθε στην Αθήνα για δύο μέρες. Τον συνάντησα (ένας πρόσχαρος 38χρονος που μοιάζει λίγο με τον Μάικλ Σέρα στο πιο συμπαθητικό) στον Ιανό και είπαμε μερικές κουβέντες για τη λογοτεχνία, την τεχνολογία, τηλεοπτικές σειρές και το πώς οι «Sopranos» είναι ένα καλλιτεχνικό αριστούργημα εφάμιλλο των καλύτερων σύγχρονων μυθιστορημάτων.

Το τελευταίο σου βιβλίο είναι γεμάτο ψεύτες. Όλοι οι χαρακτήρες λένε ψέματα. Πώς προέκυψε η ιδέα;

Βασικά ξεκίνησα από τη γενική ιδέα τριών αδερφών. Είχα αυτή την εικόνα για τρεις αδερφούς και τον πατέρα τους, που τους πηγαίνει σε «κάτι κακό». Καθώς εξελισσόταν η ιστορία των αδερφών, συνειδητοποίησα ότι είναι όλοι ψεύτες. Άρχισα να εξερευνώ τι είδους ψεύτες και απατεώνες. είναι.

Δεν είναι όλοι κακοί, ωστόσο.

Όχι, καθόλου. Ο Μάρτιν, ο ιερέας που δεν πιστεύει στο Θεό, δεν πειράζει κανέναν. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι θα έπρεπε να σταματήσει να είναι ιερέας, αλλά στην πραγματικότητα είναι καλός άνθρωπος. Ο Ιβάν, ο παραχαράκτης, καταλήγει να είναι ήρωας. Ο Έρικ κάνει πράγματα που ηθικά είναι αδικαιολόγητα, αλλά δεν τον βλέπω ως κακό άνθρωπο. Γράφοντας αυτό το βιβλίο διάβασα πολύ για απατεώνες και κάθε είδους επαγγελματίες ψεύτες και διαπίστωσα κάτι ενδιαφέρον. Η άποψή μου για τον κόσμο ήταν πως όλοι λένε ψέματα. Από ό,τι αποδεικνύεται, ο λόγος που τόσοι απατεώνες και ψεύτες είναι τόσο επιτυχημένοι, και που το ψέμα έχει τόση δύναμη, είναι το ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στην πραγματικότητα δεν λένε ψέματα. Στις περισσότερες περιπτώσεις λένε την αλήθεια. Γι’ αυτό εμπιστευόμαστε τους άλλους τόσο εύκολα, και δεν έχουμε άμυνες απέναντι στους ανθρώπους που μας προδίδουν.

Και τα μυθιστορήματα ψέματα είναι, ιστορίες που κάποιος έβγαλε απ’ το μυαλό του.

Σωστά.

Ποια είναι η γνώμη σου για το non-fiction;

Διαβάζω πολύ. Υπάρχουν θαυμάσια βιβλία αυτής της κατηγορίας, ειδικά στην αγγλική γλώσσα. Οι Αμερικανοί έχουν μια μεγάλη παράδοση στην ερευνητική δημοσιογραφία. Τα γραπτά του Μάικλ Λιούις για την οικονομική κρίση, ας πούμε, είναι καλύτερα από πολλών μυθιστοριογράφων.

Θα έγραφες τέτοια;

Μπορεί να το δοκιμάσω κάποτε. Προς το παρόν προτιμώ να βγάζω πράγματα απ’ το κεφάλι μου.

Πώς έχει αλλάξει ο ρόλος της μυθοπλασίας τα τελευταία χρόνια; Οι αναγνώστες πλέον έχουν πάρα πολλές ενδιαφέρουσες αληθινές ιστορίες να διαβάσουν, που είναι εξ ορισμού ενδιαφέρουσες μόνο και μόνο επειδή είναι αληθινές. Έχει αλλάξει την αξία της μυθοπλασίας αυτό;

Φυσικά. Το 19ο αιώνα η μυθοπλασία χρησίμευε για να εξηγήσει τον κόσμο στους ανθρώπους, να τους πει πώς είναι η Ινδία ή η Αφρική, πώς ζουν οι άλλοι άνθρωποι. Όπως και η ζωγραφική και η φωτογραφία, η μυθοπλασία έχει χάσει αυτό το ρόλο. Τον έχουν αναλάβει το ρεπορτάζ, τα ντοκιμαντέρ, η δημοσιογραφία. Η μυθοπλασία σήμερα είναι κυρίως τέχνη. Δεν νομίζω ότι αυτό είναι κακό.

Τα βιβλία σου μοιάζουν θεμελιωμένα σε βασικές φιλοσοφικές ιδέες. Γιατί δεν έγινες φιλόσοφος εξαρχής;

Δεν είχα τίποτε το πρωτότυπο να προσφέρω στη φιλοσοφία.

Δε χρειάζεται, ξέρεις.

Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Θα μπορούσα να είχα μείνει στο πανεπιστήμιο και να δίδασκα ιστορία της φιλοσοφίας, και νομίζω ότι θα μου άρεσε. Αλλά μου αρέσει περισσότερο να γράφω. Με ενδιαφέρουν οι φιλοσοφικές ιδέες, βεβαίως, αλλά ένα μυθιστόρημα δεν πρέπει να αφορά σε αυτές. Πρέπει να αφορά στους ανθρώπους.

Ποια ρουτίνα ακολουθείς όταν γράφεις;

Όταν πρωτοξεκίνησα έβαζα όρια στον εαυτό μου. Τώρα απλά απολαμβάνω το ίδιο το γράψιμο όλο και περισσότερο, οπότε δεν χρειάζεται να βάζω κανόνες. Η ίδια η διαδικασία, βέβαια, δεν είναι πάντα χαρούμενη. Μερικές φορές περνούν μήνες που η ιστορία μοιάζει να μην προχωράει. Ακόμα κι όταν δεν γράφω κάτι καλό, ωστόσο, η πράξη της γραφής είναι απολαυστική. Μου αρέσει να γράφω νωρίς το απόγευμα και επίσης αργά τη νύχτα. Κυρίως γράφω με το χέρι. Το μεγαλύτερο μέρος του «F» γράφτηκε έτσι. Βρίσκω ότι αυτό βοηθά στη συγκέντρωση. Δεν μπορείς να τσεκάρεις το email σου σε ένα κομμάτι χαρτί.

Νομίζω ότι έχω ξεχάσει να γράφω με το χέρι.

Πολλοί συγγραφείς μου έχουν πει ότι έχουν αυτό το πρόβλημα. Ευτυχώς με τον ένα ή τον άλλο τρόπο πάντα έγραφα με το χέρι, οπότε η ικανότητα δεν χάθηκε. Μόνο μια καλή πένα χρειάζεται. Υπάρχει σωματική απόλαυση στην πράξη.

Και σου μένει και κάτι απτό, αληθινό μετά.

Όχι ένα απλό αρχείο σε ένα σκληρό δίσκο. Σωστά! Χρησιμοποιώ αυτά τα μεγάλα τετράδια με το μαλακό εξώφυλλο. Μου αρέσει που έχω στοίβες από τέτοια, γεμάτα με τα πρώτα δοκίμια των βιβλίων μου. Μπορεί κάποτε ένας συλλέκτης να τα αγοράσει!

Ποιους σύγχρονους συγγραφείς θαυμάζεις;

Πάρα πολλούς. Από τους Αμερικανούς θαυμάζω πολύ τον Τζόναθαν Φράνζεν, τον Τζέφρι Ευγενίδη, τον Ντένις Τζόνσον. Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο ήταν μια μεγάλη επιρροή για εμένα, ειδικά στο «F». Μου αρέσει το κουράγιο του να αφήνει ανεξήγητα πολλά πράγματα, θολά, ερωτήσεις αναπάντητες.

Είναι λεπτή ισορροπία αυτή. Μπορεί το αποτέλεσμα να καταλήξει εξοργιστικό για τον αναγνώστη.

Οπωσδήποτε, και στα περισσότερα από τα βιβλία του το κάνει πολύ καλά. Σε κάποια από αυτά που δημοσιεύτηκαν μετά το θάνατό του γίνεται λίγο ενοχλητικό, αλλά γι’ αυτά δεν φταίει. Ποιος άλλος; Α, ναι. Τώρα στο αεροπλάνο που ερχόμουν άρχισα να διαβάζω έναν Γάλλο που λέγεται Ζερόμ Φεραρί. Πάρα πολύ καλός.

Κι από τη Γερμανία; Θα περίμενε κανείς να υπάρχουν περισσότεροι παγκοσμίως διάσημοι Γερμανοί συγγραφείς, νομίζω.

Υπάρχουν μερικοί πολύ καλοί. Ο Σβεν Ρέγκενερ έχει γράψει ένα βιβλίο που λέγεται «Berlin Blues». Γράφει πολύ αστεία. Είναι και τραγουδιστής στο συγκρότημα Element of Crime, τον θαυμάζω και με τις δυο του ιδιότητες. Ένας άλλος είναι ο Μαξ Γκολντ, επίσης πολύ αστείος συγγραφέας. Είναι αναπάντεχο το πόσοι Γερμανοί συγγραφείς γράφουν χιουμοριστικά. Ως λαός έχουμε πρόβλημα με το χιούμορ, αλλά έχουμε πολλούς αστείους συγγραφείς. Θέλω να πω επίσης ότι δεν είμαι ειδικός στα της γερμανικής λογοτεχνίας. Ήμουν πάντα πιο πολύ επηρεασμένος από τη λογοτεχνία της Βόρειας και της Νότιας Αμερικής, κατά μία έννοια προσπαθούσα να ξεφύγω από τη γερμανική παράδοση γράφοντας.

Το καταλαβαίνω. Ποιο βιβλίο ζηλεύεις πάρα πολύ και θα ήθελες να έχεις γράψει;

Α, είναι πολλά.

Διάλεξε ένα.

Θυμάμαι πριν από χρόνια που πρωτοδιάβασα τις «Εννέα Ιστορίες» του Σάλιντζερ. Σχεδόν με πήραν τα δάκρυα, για δύο λόγους. Πρώτον επειδή είναι ένα πανέμορφο, πολύ συγκινητικό βιβλίο, και δεύτερον επειδή συνειδητοποίησα ότι ποτέ δεν θα μπορούσα να γράψω μια συλλογή διηγημάτων τόσο τέλεια. Διάβασα πρόσφατα ότι θα κυκλοφορήσουν τέσσερα νέα βιβλία του Σάλιντζερ. Ανπομονώ. Ένα άλλο βιβλίο ήταν οι «Αυτόχειρες παρθένοι» του Τζέφρι Ευγενίδη. Είναι ένα πανέμορφο, τέλειο βιβλίο που θα ήθελα πολύ να έχω γράψει. Επίσης επηρεασμένο από τους νοτιαμερικάνους, ακούς τη φωνή του Μάρκες εκεί μέσα.

Πώς είναι να είσαι διάσημος, πολύ πετυχημένος συγγραφέας στη Γερμανία; Πώς είναι η ζωή εκεί; Σε αναγνωρίζουν στο δρόμο;

Με αναγνωρίζουν μερικές φορές, αλλά όχι τόσο συχνά ώστε να μου κάνει τη ζωή δύσκολη. Είναι πολύ ωραία. Η Γερμανία έχει ένα πολύ μεγάλο αναγνωστικό κοινό, οπότε είναι ωραίο να είσαι επιτυχημένος συγγραφέας εκεί. Όταν πηγαίνεις στον οδοντίατρο και του δίνεις το όνομά σου, συνήθως το αναγνωρίζουν και χαίρονται που σε βλέπουν και σου φέρονται καλά. Από την άλλη συνήθως δεν σου μιλάνε στο δρόμο, αφ’ ενός επειδή οι Γερμανοί είναι πολύ συγκρατημένοι από τη φύση τους και αφ’ ετέρου επειδή ακόμα κι αν έχουν διαβάσει το βιβλίο σου δεν σε αναγνωρίζουν. Κι έτσι έχεις τα καλά της φήμης, χωρίς τα κακά.

Έχει η δική σου γενιά απομακρυνθεί αρκετά από τα γεγονότα του περασμένου αιώνα ώστε να νιώθει αποκομμένη;

Δεν νομίζω. Δεν είναι καλό να σταματήσουμε να ασχολούμαστε με τον πόλεμο. Είμαστε η τελευταία γενιά που μπορεί να μιλήσει με μάρτυρες, με ανθρώπους που ήταν εκεί και είδαν τι συνέβη. Είναι σημαντική ευθύνη. Πρέπει να το ξέρουμε και να χρησιμοποιήσουμε το χρόνο που έχουμε για να μιλήσουμε σ’ αυτούς τους ανθρώπους.

Θα γράψεις για τον πόλεμο;

Οι περισσότεροι Γερμανοί καλλιτέχνες αργά ή γρήγορα το κάνουν. Νομίζω ότι θα γράψω κάποια στιγμή. Το πρόβλημα είναι ότι έχει παραχθεί τόσο πολλή μέτρια τέχνη γι’ αυτό το σημαντικό θέμα που, αν όντως γράψω κάτι, θα πρέπει να είναι κάτι αληθινά καλό. Σκέφτομαι πώς να το προσεγγίσω.

Το επόμενο βιβλίο σου τι θέμα έχει;

Δεν θα σου πω! Ξέρω, αλλά είμαι προληπτικός, οπότε δεν μπορώ να πω.

Πώς λειτουργεί η διαδικασία από τη στιγμή που κάθεσαι και λες «έχω ένα μυθιστόρημα να γράψω τώρα»;

Είναι διαφορετικό για κάθε βιβλίο. Για το «F» έπρεπε να χτίσω όλη την ιστορία από τους χαρακτήρες, κι αυτό μου πήρε πολύ χρόνο. Έπρεπε να βρω τι τους συμβαίνει, πού πηγαίνουν. Έγραφα καινούργια πράγματα, άλλαζα σημαντικές πτυχές της πλοκής συνέχεια. Μου πήρε τέσσερα χρόνια. Με τη «Μέτρηση του κόσμου» ήταν αλλιώς, ήξερα το βιβλίο από πριν. Μου πήρε μόνο ένα χρόνο. Το καινούργιο δεν ξέρω πόσο θα μου πάρει. Αυτή τη στιγμή υπολογίζω περίπου δύο με τρία χρόνια, μπορεί περισσότερο. Δεν θα είναι μικρότερο, φοβάμαι.

Για την Ελλάδα τι ξέρεις;

Ξέρω αυτά που λένε στις ειδήσεις.

Και τι λένε στις ειδήσεις στη Γερμανία;

Είναι ενδιαφέρον. Πρώτα ακούγαμε ότι η Ελλάδα είναι αυτό το πολύ μεγάλο πρόβλημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και υπήρχε το ερώτημα για το αν θα μείνει στην Ένωση ή όχι. Μετά βλέπαμε, βεβαίως, τις εικόνες από τις ταραχές στα νέα. Τώρα οι Γερμανοί πολιτικοί μάς λένε ότι τα πράγματα πηγαίνουν καλύτερα. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια, αυτό λένε. Το θέμα είναι ότι δεν ακούμε πώς επηρεάζονται οι ζωές κάθε ανθρώπου ξεχωριστά. Για εμάς, στη Βόρεια Ευρώπη, η κρίση σημαίνει ότι κάποιος μπορεί να πάει στην τράπεζα να πάρει δάνειο για την επιχείρησή του και να διαπιστώνει ότι αυτό τώρα είναι πιο δύσκολο. Αυτό. Οι καθημερινές ζωές των ανθρώπων δεν έχουν αλλάξει πάρα πολύ. Η κατάσταση είναι διαφορετική εδώ και στην Ισπανία, όμως, κι αυτό δεν το ακούμε στα νέα. Και είναι σημαντικό.

Σου αρέσει να ταξιδεύεις για τις παρουσιάσεις των βιβλίων σου;

Φυσικά. Λατρεύω τα ταξίδια. Για να είμαι πιο ακριβής, μου αρέσει να βρίσκομαι αλλού. Η ίδια η εμπειρία του ταξιδιού όχι και τόσο. Το να φτιάχνεις βαλίτσες, να πηγαίνεις στο αεροδρόμιο, να νιώθεις εκεί αβοήθητος και έρμαιο, να αργούν οι πτήσεις. Είναι αφόρητο. Είναι ωστόσο πολύ ωραίο να βλέπεις νέα μέρη. Πρέπει να βρεθεί καλύτερος τρόπος να φτάνουμε εκεί.

n

Ποια είναι η σχέση σου με την τεχνολογία;

Είμαι μέλος της πρώτης γενιάς που μεγάλωσε με τους υπολογιστές. Απέκτησα τον πρώτο μου υπολογιστή όταν ήμουν δέκα. Έγραψα ένα σχετικό βιβλίο, τη «Φήμη», για το πώς αλλάζουν όλα στις επικοινωνίες και τον κόσμο, αλλά από κάποιες απόψεις είναι ήδη παρωχημένο. Δεν έχει το Facebook μέσα. Ούτε τα κινητά τηλέφωνα. Η αλλαγή επιταχύνεται. Δεν ξέρω πού πάει όλο αυτό και ανησυχώ εν μέρει, όπως όλοι. Δεν χρειάζεται καν να αναφέρω τις παρακολουθήσεις της NSA, ένα πρόβλημα από μόνο του. Από την άλλη πιστεύω ότι η τεχνολογία αλλάζει τις ζωές μας με πολύ καλούς τρόπους. Είναι απίστευτο το ότι ένας φίλος μπορεί να φύγει για την Αυστραλία, και εσύ να συνεχίσεις να του μιλάς τακτικά χωρίς να ξοδεύεις καθόλου χρήματα. Είμαστε όλοι ενοχλημένοι από την ποσότητα των emails που λαμβάνουμε, αλλά εξακολουθεί να είναι κάτι το απίστευτο: Μπορείς να γράψεις ένα γράμμα σε κάποιον ακόμα κι αν δεν ξέρεις πού είναι, και φτάνει στον προορισμό του σε ένα δευτερόλεπτο. Είναι θαυμάσιο.

Επίσης οι άνθρωποι διαβάζουν και γράφουν περισσότερο από ποτέ στην ιστορία του είδους.

Ναι. Αλλά όχι σε πολύ υψηλά επίπεδα ποιότητας. Το πρόβλημα με το διάβασμα online, κι εδώ κυρίως αναφέρομαι στην προσωπική μου εμπειρία, είναι ότι ποτέ δεν τελειώνεις οτιδήποτε. Χάνεις το ενδιαφέρον πολύ γρήγορα, πατάς άλλα πράγματα. Η μεγαλύτερη απειλή είναι προς την ικανότητά μας να συγκεντρωνόμαστε σε κάτι. Μπορεί απλά να πρέπει να εξασκούμε τη δυνατότητά μας να εστιάζουμε σε συγκεκριμένα πράγματα, να το δουλεύουμε, όπως όταν πάμε γυμναστήριο.

Έχω apps γι’ αυτό.

Αυτό είναι καλό!

Η τεχνολογία προσφέρει λύσεις στα προβλήματα που προκαλεί η τεχνολογία.

Ακριβώς, τουλάχιστον προσφέρει λύσεις!

Θα ήθελα να επιστρέψω στο ότι οι άνθρωποι γράφουν περισσότερο από ποτέ. Ακόμα κι αν χρησιμοποιούν κακή γλώσσα με emoticons και τέτοια, τουλάχιστον αποκτούν μια επαφή με το γραπτό λόγο που προηγούμενες γενιές δεν είχαν καθόλου. Αυτό πρέπει να είναι πάρα πολύ καλό για τους συγγραφείς και όσους παράγουν λέξεις.

Ναι. Αλλά μόνο αν οι άνθρωποι δεν χάνουν την απαραίτητη ικανότητα συγκέντρωσης για να διαβάσουν αυτά που παράγουν οι συγγραφείς. Αναρωτιέμαι για τον ίδιο μου τον εαυτό. Διαβάζω αλλιώς στο χαρτί από ό,τι στην οθόνη. Έχω συνδρομή στους «New York Times» στο iPad, και είναι θαυμάσια, μπορώ να διαβάζω τους Times όπου κι αν είμαι. Αλλά ποτέ δεν τελειώνω ένα άρθρο. Έχεις δίκιο όμως, ο γραπτός λόγος είναι πλέον μέρος της ζωής πολύ περισσότερων ανθρώπων.

Έχεις δοκιμάσεις τους e-book readers; Το «F» σε ένα Kindle το διάβασα.

Ναι, έχω έναν. Για τα ταξίδια είναι θαυμάσιο. Ως συγγραφέας ανησυχώ για τα παράνομα downloads, αλλά ως αναγνώστης και ως κάποιος που ταξιδεύει συχνά μου αρέσει πολύ. Και οι e-book readers είναι πολύ καλύτεροι για το θέμα της συγκέντρωσης, επειδή μπορείς μόνο να διαβάσεις βιβλία σ’ αυτούς. Αυτό έχω καταλάβει: Αν η συσκευή που χρησιμοποιείς για διάβασμα μπορεί να σου δείξει και ταινίες, πάντα θα καταλήγεις να βλέπεις μια ταινία. Είναι πιο εύκολο.

Ως συγγραφέας, ξέρεις, απαιτείς πολύ χρόνο από τους αναγνώστες. Και υπάρχει πολύς ανταγωνισμός για τα μάτια των ανθρώπων σήμερα.

Ναι. Πιστεύω ότι ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός για τη σοβαρή λογοτεχνία σήμερα είναι η καλή τηλεόραση. Υπάρχουν τόσο πολλές καλές τηλεοπτικές εκπομπές εκεί έξω, που είναι το ίδιο καλές όσο σπουδαία μυθιστορήματα.

Κάνεις αυτό που βλέπουμε όλα τα επεισόδια μαζί στη σειρά;

Ναι και βέβαια. Μοιάζει πολύ με το διάβασμα. Μια σεζόν 10 επεισοδίων παίρνει όσο καιρό χρειάζεται να διαβάσει κανείς ένα μυθιστόρημα. Και δεν πρέπει να νιώθεις άσχημα μετά. Πολλές από αυτές τις σειρές είναι το ίδιο καλές με πολύ καλά μυθιστορήματα. Είναι ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός για τους συγγραφείς σήμερα. Ξέρω νέους ανθρώπους μορφωμένους, έξυπνους, ενδιαφέροντες, που δεν διαβάζουν μυθοπλασία. Βλέπουν τηλεοπτικές σειρές. Και εν μέρει το καταλαβαίνω. Μπορεί να είναι και για καλό. Ο ανταγωνισμός είναι καλό πράγμα. Απλά πρέπει να αναγνωρίζεις ότι υπάρχει.

Πες μου μερικές από τις σειρές που σου αρέσουν.

Νομίζω ότι το «Sopranos» άλλαξε τον τρόπο που βλέπω τον πολιτισμό. Άρχισα να το βλέπω στα τέλη της δεκαετίας το ’90 και δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ήταν τόσο καλό. Ήταν όσο καλά είναι τα καλύτερα σύγχρονα μυθιστορήματα. Ένα αριστούργημα, ένα από τα μεγάλα έργα τέχνης της εποχής μας. Και γινόταν όλο και καλύτερο, και το τέλος ήταν τέλειο. Το ίδιο και το «Six Feet Under» και το «The Wire», αν και εγώ προτιμούσα πάντα περισσότερο το «Sopranos». Μόλις τελείωσα το «Top Of The Lake» της Τζέιν Κάμπιον που είναι πολύ καλό. Χτες στο αεροπλάνο μετά τον Ζερόμ Φεραρί άρχισα να βλέπω μια σειρά στο iPad, μια γαλλική που λέγεται «Les Revenants». Είναι για ένα μικρό χωριό όπου επιστρέφουν οι νεκροί. Όχι σαν ζόμπι, σαν κανονικοί άνθρωποι, και κανείς δεν ξέρει γιατί. Είναι αργό, όμορφο και περίεργο. Νομίζω ότι οι άνθρωποι που δεν βλέπουν τηλεοπτικές σειρές χάνουν πολλά.

Θα έγραφες ποτέ για την τηλεόραση; Νομίζω ότι η «Φήμη» θα γινόταν πολύ ωραία σειρά.

Την έκαναν ταινία στη Γερμανία. Πάτωσε. Είναι ενδεικτικό του πόσο σκληρός είναι ο κόσμος του κινηματογράφου. Η ταινία, στην οποία δεν συμμετείχα, κόστισε 5 εκατομμύρια και μετά το πρώτο σαββατοκύριακο εξαφανίστηκε από τις αίθουσες. Έχω γράψει δύο θεατρικά και το σενάριο της «Μέτρησης του κόσμου». Επιστρέφοντας κάθε φορά στο μυθιστόρημά μου, ένιωθα ότι γυρίζω σπίτι. Μπορεί να δοκιμάσω κι άλλες μορφές έκφρασης, αλλά αυτό που μου αρέσει πιο πολύ απ’ όλα κι αυτό στο οποίο νομίζω ότι είμαι πιο καλός, είναι η μυθοπλασία.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ