Βιβλιο

Η Λογική

Ζει μόνη στο μικρό διαμέρισμα του 4ου ορόφου. Ακόμα δεν έχει βρει το κουράγιο να ερωτευτεί.

6971-132439.jpg
Ελένη Σταματούκου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η Λογική

Διαβάζεται ακούγοντας αυτό:
MONIKA - FOREVER YOURS


Η Λογική ζούσε στον 4ο όροφο μιας πολυκατοικίας του κέντρου. Δεν έβγαινε ποτέ της από το σπίτι. Φορούσε μια μπλε ρόμπα που πάνω της ήταν κεντημένες μαργαρίτες. Κάποιες από αυτές είχαν χάσει τα πέταλα τους. Και η Λογική είχε κάτι χάσει. Το είχε καταχωνιάσει μέσα της, σε τόσο βαθύ σημείο που κανένας δε θα μπορούσε να το βρει, ούτε καν τα επιτηδευμένα χέρια ενός καλού ρακοσυλλέκτη. Ειδικοί ιατροί της πρότειναν τη λύση του χειρουργείου. Η εγχείριση ανοικτής καρδιάς απέτυχε. Ήταν Σεπτέμβρης. Της έκαναν ολική νάρκωση. Ξύπνησε την επόμενη μέρα από τους πόνους σε ένα άσπρο δωμάτιο ενός επαρχιακού νοσοκομείου. Φορούσε μια άσπρη ρόμπα και τα χέρια της ήταν δεμένα πισθάγκωνα. Είχε σημάδια παντού, στο πρόσωπο της, στο λαιμό της, στο στήθος της. Επέστρεψε σπίτι ύστερα από 5 μέρες νοσηλείας. Της πήρε χρόνο να συνέλθει. Τα σημάδια στο σώμα της, τα οποία βρίσκονταν σε εμφανή σημεία επιδείνωσαν την ψυχολογικής της διάθεση, έφταιγε και το γεγονός ότι είχαν πάρει ένα σκούρο μοβ χρώμα, που θα αργούσε να ξεθωριάσει.

Οι γιατροί της έδωσαν μια λίστα από αντικαταθλιπτικά. Στην αρχή τα έπαιρνε όλα. Τα κατάπινε ένα ένα, τα έλιωνε και τα έβαζε στο φαγητό της και ύστερα κοιμόταν και ξυπνούσε χωρίς να έχει συναίσθηση τι μέρα και τι ώρα ήταν. Μόνο τις εποχές και το σπίτι της αναγνώριζε και αυτό με τη βοήθεια της λιωμένης μπλε ρόμπας, για αυτό και δεν την αποχωριζόταν. Όσο εκείνη χανόταν στις παραισθήσεις της, η ρόμπα την επανέφερε στην πραγματικότητα. Κάπου είχε διαβάσει ότι μόνο μέσω του συνδυασμού του χώρου και του χρόνου μπορεί να προκύψει συνύπαρξη. Η ρόμπα και εκείνη συνυπήρχαν. Είναι περίεργο να εξαρτάς την ύπαρξη σου από ένα αντικείμενο. Συνήθως οι άνθρωποι εξαρτούνται από τα πάθη τους, ενώ η Λογική από μια ρόμπα.  

Όταν συνειδητοποίησε ότι δε θα έβρισκε ποτέ αλληλουχία στο υπάρχον σύμπαν σταμάτησε και τα χάπια. Παρά την έλλειψη συνάφειας και συνοχής, η ζωή της άρχισε σιγά σιγά να αποκτάει νόημα. Δεν αισθάνθηκε ποτέ ξανά ένοχη για τις αλλόκοτες σκέψεις της, και τις παράξενες συνήθειές της. Την ώρα που οι άλλοι ακολουθούσαν το ρου της ζωής, εκείνη απέκλινε από την κανονικότητα. Παρέβαινε τους φυσικούς κανόνες και χανόταν στις χωρικές και χρονικές διαστάσεις. Επέπλεε για ώρες μες στο καταχείμωνο στην επιφάνεια της μπανιέρας και το φως του λαμπτήρα έκαιγε το πρόσωπο της. Κάθε μέρα ακολουθούσε ευλαβώς την ίδια ρουτίνα. Σηκωνόταν νωρίς το πρωί, έπλενε με ένα σφουγγάρι το σώμα της, χτένιζε τα μαλλιά της, βούρτσιζε τα δόντια της. Φορούσε τη μπλε ρόμπα με τις μαδημένες μαργαρίτες και ύστερα καθόταν μπροστά στο παράθυρο και παρατηρούσε τις ζωές των άλλων. Έβλεπε το νεαρό ζευγάρι της απέναντι πολυκατοικίας που έκανε έρωτα και κοκκίνιζε από τον πόθο. Ύστερα, παρατηρούσε τη χοντρή κυρία που ανέβαινε αγχωμένη στη ζυγαριά του μπάνιου, και τον 50αρη γοητευτικό γείτονα που έτρεχε φορώντας μια κόκκινη φόρμα πάνω σε έναν διάδρομο γυμναστικής.

Η Λογική δυσκολευόταν στη συναναστροφή με τους ανθρώπους. Είχε πληγωθεί βαθιά από αυτούς και έτσι τους είχε σε απόσταση. Προτιμούσε τη μοναξιά του εαυτού της. Πώς να αντέξει όμως κανείς μόνος σε τούτη τη ζωή; Ακόμα και οι κατά τον κόσμο τρελοί με τις μπλε λιωμένες ρόμπες αναζητούν να αγαπηθούν, πόσο μάλλον να αγαπήσουν. Ίσως αν έβρισκε κάποιον σαν και αυτήν, έναν διπολικό εραστή που δεν έχει εμμονή με τη συνοχή των λέξεων, που δε ψάχνει εξηγήσεις στους στίχους των ποιημάτων και που έχει μια μεγάλη καρδιά, -σπάνιο προσόν, ειδικά στην εποχή μας- ίσως τότε θα έβρισκε χώρο και χρόνο στο παράλογο μέσα της για αυτόν. Και ίσως για χάρη του θα αποχωριζόταν και τη ρόμπα της.

Προς το παρόν όμως, η ίδια όπως και οι υπόλοιποι από τους οποίους διαχώριζε εσκεμμένα τον εαυτό της, φορούσε την πανοπλία της για να μην πληγωθεί και για να προλάβει τυχόν τραυματισμούς και μετωπιαία χτυπήματα, που αφήνουν σημάδια σε εμφανή σημεία που αναγνωρίζει μόνο αυτός που τα φέρει. Η λογική λένε ξεκινάει με τον έρωτα* και αυτό οφείλεται στη σχέση μάνας και παιδιού, μια σχέση πάθους για τροφή βασισμένη στην απουσία και την παρουσία. Απ’ ότι φαίνεται και εκείνη, όπως και οι υπόλοιποι, προσπαθούσε να εξηγήσει τον έρωτα με λογική. Με το μυαλό όμως δε απαντιούνται τα γιατί και τα πώς. Ο έρωτας δε θέλει τετράγωνες αποδείξεις, θέλει συνύπαρξη με την έννοια της σχέσης δυο ανθρώπων και όχι της επιβίωσης του ατόμου με το εγώ. Τελικά, και οι κατά κόσμον τρελοί, στον έρωτα, θέλουν να κατέχουν πειστήρια.

Η Λογική ζει μόνη στο μικρό διαμέρισμα του 4ου ορόφου μιας γκρίζας πολυκατοικίας στο κέντρο της πόλης. Φοράει ακόμα τη ρόμπα της παρατηρώντας ηδονοβλεπτικά τις ζωές των άλλων, τις ζωές τις δικές μας. Ακόμα δεν έχει βρει το κουράγιο να ερωτευτεί.


*«Η λογική αρχίζει με τον έρωτα», Χρήστος Γιανναράς, Εκδόσεις Ίκαρος.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ