Βιβλιο

Σημειώσεις για τις «Ιστορίες της Λίμνης»

Προδημοσίευση

115070-643492.jpg
Βαγγέλης Ραπτόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 341
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Βαγγέλης Ραπτόπουλος
Βαγγέλης Ραπτόπουλος

Στον επίλογο της συγκεντρωτικής έκδοσης των «Ιστοριών της Λίμνης» (εκδόσεις Κέδρος) που θα κυκλοφορήσει την Δευτέρα 11/4, ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος ανατέμνει την κάθε ιστορία προσπαθώντας να μη διαταράξει το αλλόκοτο κλίμα των δεκαπέντε ιστοριών του. Η A.V. δημοσιεύει ένα απόσπασμα. 

Άρχισα να γράφω αυτές τις Σημειώσεις στις αρχές του 2005, μόλις ολοκλήρωσα το «Απέραντα άδειο σπίτι», που περίμενε γύρω στα πέντε χρόνια για να εκδοθεί. Τις ξαναέπιασα, λοιπόν, με σκοπό να τις εμπλουτίσω και να τις δημοσιεύσω στο τέλος του βιβλίου, όπως ακριβώς παρατίθενται εδώ τώρα, γύρω στα μέσα Δεκεμβρίου του 2008, σε μια πολύ βαριά ατμόσφαιρα. Αφενός οι πανελλαδικές ταραχές εκείνων των ημερών με αφορμή το φόνο του δεκαεξάχρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου, και αφετέρου ο πατέρας μου, που ψυχορραγούσε, ώσπου τον έχασα τελικά στις 20 του τρομερού αυτού μήνα. Αυτοδικαίως, λοιπόν, του αφιερώνω όχι μόνο το «Απέραντα άδειο σπίτι», αλλά γενικά όλες τις «Ιστορίες της Λίμνης»». 

…Μέσα στην παρ’ ολίγον δεκαπενταετία που έζησα στοιχειωμένος από τη Λίμνη Αχαΐας, οι προθέσεις μου ως προς τη θεματολογία των ιστοριών της έχουν αποσαφηνιστεί πια πλήρως. Τόσο οι επτά μαύρες κωμωδίες που απαρτίζουν το «Απέραντα άδειο σπίτι» όσο και γενικά οι δεκαπέντε «Ιστορίες της Λίμνης», δεν παύουν να εξερευνούν το απέραντα άδειο σπίτι του ατομικισμού. Και μάλιστα, του ατομικισμού, ο οποίος, λίγο πριν και λίγο μετά το 2000 μ.Χ., προσβάλλει σαν ιός την αποθέωση της κοινοτικής ζωής: ένα νεοελληνικό χωριό. Ο άκρατος αυτός ατομικισμός υπήρξε καρπός μιας όχι απλώς ελεύθερης, αλλά κυριολεκτικά ασύδοτης αγοράς, που κυριάρχησε μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, και σήμερα καταρρέει αφήνοντας πίσω της τη μαύρη τρύπα ενός παγκόσμιου οικονομικού κραχ. Γι’ αυτό και η Λίμνη Αχαΐας θα μπορούσε να βρίσκεται σχεδόν παντού, από την Ευρώπη ως την Αμερική. Και ταυτόχρονα, πουθενά αλλού εκτός από την Ελλάδα. Ιστορίες του χαμένου κέντρου της παγκοσμιοποίησης, αλλά και του χαμένου κέντρου της ύπαρξης.

Ως προς τη μορφή, το ένστικτό μου μου υπέδειξε εξαρχής ως καταλληλότερο ένα έργο σπονδυλωτό, με ενότητα τόπου και ατμόσφαιρας. Ή έστω, ένα μυθιστόρημα παραλλαγών πάνω σε ένα κοινό θέμα. Εξακολουθούσα, όμως, να διατηρώ τις επιφυλάξεις μου. Τι νόημα έχει, άραγε, η απόπειρα να αποκτήσουν κάποιες αυτόνομες ιστορίες μια δυνάμει μυθιστορηματική ενότητα; Μήπως μια συλλογή ανεξάρτητων διηγημάτων παραμένει αριστοκρατικότερο και κυρίως αρτιότερο επίτευγμα, που με την ελλειπτικότητά του ερεθίζει πολύ πιο γόνιμα τον αναγνώστη; 

Κατόρθωσα να πείσω τον εαυτό μου ότι, ευτυχώς ή δυστυχώς, εμπνέομαι από μια παράδοση που αντιμετωπίζει ακόμα και την υποψία για ευρύτερη σύνθεση ως ανώτερη, εφόσον έτσι αυτομάτως αποκτάς μεγαλύτερο πεδίο εξερεύνησης. Yπάρχουν, φυσικά, και οι εξαιρέσεις, αλλά είναι απελπιστικά σπάνιες. Συνήθως, οι συλλογές διηγημάτων κάθε εποχής περιλαμβάνουν επεισοδιακά θραύσματα μυθιστορημάτων, που δεν θα ολοκληρωθούν ποτέ. Αντιθέτως, στις κορυφαίες των περιπτώσεων, το διήγημα αποτελεί ένα αυθύπαρκτο, πλήρες μυθιστόρημα, συμπυκνωμένο και σε σμίκρυνση.

Aν είσαι αρκετά τυχερός ώστε να έχεις το μέγεθος ενός Έντγκαρ Άλαν Πόε, αίφνης, στον οποίο οι αλλόκοτες ιστορίες που μόλις διαβάσατε οφείλουν πολλά θέλοντας και μη, τα διηγήματά σου μπορούν κάλλιστα να είναι μεμονωμένα και φαινομενικά ανεξάρτητα. Aφού όχι μόνο κατορθώνουν και συνιστούν τον ορισμό του είδους της ιστορίας μυστηρίου, αλλά επιπλέον η ενότητα της ατμόσφαιράς τους είναι τόσο έντονη, ώστε να συνδέονται υπογείως και να συναποτελούν ένα ενιαίο πολυπρισματικό μυθιστόρημα φαντασίας και τρόμου. 

Κάτι ανάλογο ισχύει και με τον Παπαδιαμάντη, για να επανέλθουμε στα δικά μας. Αν διαθέτεις το εκτόπισμά του, εγκαταλείπεις τα μεγαλεπήβολα, δυτικοτραφή, επιφυλλιδογραφικά μυθιστορήματα της πρώιμης περιόδου σου. Και γράφεις τα ανεξάρτητα μεταξύ τους, σκιαθίτικα διηγήματά σου, αναφέροντας απλώς το νησί σου με τ’ όνομά του, πράγμα που αρκεί για να συμπληρωθεί η γενική εικόνα. Η ταπεινή φόρμα του διηγήματος, σε πλήρη αντιστοιχία με την ταπεινή νησιωτική κοινότητα του Αιγαίου. Το θραύσμα, το ελάχιστο, το ανθρώπινο μέτρο, σε αντίθεση με την παντός είδους υπερβολή, ως ιδεολογικό και αισθητικό πιστεύω. Η ανάδειξη του ντόπιου ήθους σε φιλοσοφία ζωής και τέχνης.

Aν, πάλι, ανήκεις σε μια κατηγορία σαφώς υποδεέστερη, δεν σου φτάνει η εξόφθαλμη ψυχική ομοιότητα των ηρώων σου. Και το γεγονός ότι τα μυαλά τους κινούνται πάντα στο όριο ανάμεσα στον απρόσωπο μαζάνθρωπο και στο αντικοινωνικό τέρας της εποχής μας (ένα όριο που μετά βίας περιγράφει η φράση «συνηθισμένοι άνθρωποι, ασυνήθιστες καταστάσεις»). Aλλά, επιπλέον, έχεις ανάγκη και από μηχανής θεούς, όπως ένα διεθνές αεροδρόμιο και διάφορες μητροπόλεις του παγκοσμιοποιημένου πια εξωτερικού, σε αντιπαράθεση με ένα μικρό ντόπιο παραθαλάσσιο θέρετρο ονόματι Λίμνη Aχαΐας. Για να μην αναφέρουμε την αξιοθρήνητη μανία να προτάσσεις εισαγωγές και χάρτες ή να παραθέτεις αντί επιλόγου σημειώσεις, καλή ώρα, σαν αυτές που τελείωσαν μόλις. 

Όπως θα έλεγε και ο Eλύτης, «ο καθείς και τα όπλα του».  

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ